Further tags

Υπεκφεύγεις, την κάνεις μ' ελαφρά, εγκαταλείπεις το πλοίο, οπισθοχωρείς με δόλιο τρόπο με σκοπό να ανακτήσεις τα χαμένα ψηφαλάκια διατηρώντας όμως τους δύο εντεταλμένους υπαλλήλους σου ως υπουργούς.

Η πρόσφατη αποχώρηση του ΛΑΟΣ από την κυβέρνηση συνεργασίας δικαιολογεί νομίζω τον μακρύ ορισμό, που όμως εισάγει νέα δεδομένα στη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική ζωή.

Δύο συνάδελφοι στη δουλειά (πραγματικό γεγονός) :

-Μμμ, να σου πω...Μήπως μπορείς να υπογράψεις κάτι για μένα;
-Τι ακριβώς;
-Κοίτα, εγώ φεύγω γιατί με περιμένει η γυναίκα μου κανόνισε τα με τ' αφεντικό...
-Εεεε, κάτσε που πας; Μη καρατζαφεύγεις κάθε φορά που είναι να πάρεις ευθύνες στις πλάτες σου ρε λαμόγιο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από: φραπές + έλληνας ή φραπεδιά + έλληνας. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει τον αδιάφορο, σταρχιδιστή, εξυπνάκια νεοέλληνα που αδιαφορεί επιδεικτικά για οτιδήποτε συμβαίνει γύρω του, κοιτάζοντας αποκλειστικά και μόνο την πάρτη του ή, χάριν συμβολισμού, την κατανάλωση φραπέ.

Στην περίπτωση, βέβαια, που καλείται να συμμετέχει σε πορείες, διαδηλώσεις, συλλαλητήρια κλπ, αρνείται κατηγορηματικά, προβάλλοντας δικαιολογίες του τύπου «δε βαριέσαι, που να τρέχω», «σιγά μην κάτσω να τις φάω από τους μπάτσους» ή «που να τρέχω με τα αναρχοκομμούνια». Ο ίδιος, όμως, θα είναι ο πρώτος που θα τρέξει να επωφεληθεί από έναν νέο ευνοϊκό νόμο ή νέο κοινωνικό κεκτημένο, για το οποίο δεν κουράστηκε ιδιαίτερα, με την προϋπόθεση, φυσικά, να συμπίπτει με κάποια άλλη προσωπική του υπόθεση ή δουλειά. Παρόλα αυτά, ο γνήσιος φραπέλληνας / φραπεδέλληνας αρνείται να δεχτεί αυτόν τον χαρακτηρισμό, θεωρώντας τον εαυτό του ενεργό και άξιο μέλος της κοινωνίας.

Τέλος, χρησιμοποιείται, σε κάποιες περιπτώσεις, και από αρκετούς δεξιόφρονες και εθνικόφρονες συμπολίτες μας ως υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τους εκπροσώπους του αριστερού χώρου και, γενικότερα, για όσους δεν συμφωνούν με τις απόψεις ή τις θεωρίες τους περί φυλετικής καθαρότητας και αρχαιοελληνικού πολιτισμού, πιστεύοντας πως οι τελευταίοι προσπαθούν, απλώς, να πουλήσουν μούρη και να εντυπωσιάσουν με τις εναλλακτικές τους απόψεις (βλ. θολοκουλτούρα).

Πάσα από: Khan (ΔΠ)

  1. Φαντάζεσαι αν ο φραπέλληνας (ωραία λέξη, να την κατοχυρώσω…) ενδιαφέρονταν και ξεσηκώνονταν με τέτοια θέματα, αν θα είχαν τότε τα κότσια να κάνουν τέτοιες αυθαιρεσίες οι μπάτσοι, οι δικαστές και οι εισαγγελείς; (Από εδώ)

  2. Φτιάξαμε μια κοινωνία που θέλει να απολαμβάνει τα υλικά αγαθά του δυτικού κόσμου αλλά να δουλεύει ως «διαφορετικός και εξυπνάκιας/μάγκας» φραπέλληνας. (Από εδώ)

  3. Έτσι, το άν θα ψηφίσει ο φραπεδέλληνας υπόκειται στο περιεχόμενο της ημερήσιας ατζέντας του: Αν έχω δουλειά εκείνη την μέρα στο χωριό, θα πάω και να ψηφίσω. (Από εδώ)

  4. Ένας πραγματικός Άραβας (και όχι κάποιος φραπεδέλληνας από την Κηφισιά...) αναλύει τα δεδομένα για την τρομοκρατική οργάνωση Χαμάς και πως συμπεριφέρεται στους ιδίους τους Παλαιστινίους. (Από εδώ)

Πλησιάζει κι η άνοιξη... (από Khan, 22/02/12)(από Mr. Cadmus, 22/02/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λημματογράφος, από την υπεύθυνη δημόσια θέση που κατέχει, διαψεύδει κατηγορηματικά και μετά βδελυγμίας τις φήμες σύμφωνα με τις οποίες :

α) Υπήρξε ποτέ ή υπάρχει πολυεθνική Εταιρεία με το όνομα Miesens.

β) Η εν λόγω Εταιρεία είχε / έχει θυγατρική στην Ελλάδα.

γ) Ο φερόμενος ως πρόεδρος της υποτιθέμενης θυγατρικής της προειρημένης ανύπαρκτης Εταιρείας τηγκανά υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες και για ασαφείς λόγους από την Ελλάδα προς γερμανόφωνη χώρα της Β. Ευρώπης.

δ) Γόνος επιφανούς Έλληνα πολιτικού δέχτηκε ως δώρο ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό από την (είπαμε) ανύπαρκτη Εταιρεία.

Επιπλέον, ο λημματογράφος, με την αίγλη του Καθηγητού Γλωσσολογίας, καταρρίπτει άπαξ και δια παντός τα φληναφήματα σύμφωνα με τα οποία η λημματογραφούμενη λέξη γράφεται κομπραδώρος ως δήθεν προερχόμενη από το όνομα εξωτικού ερπετού με ισχυρότατο δηλητήριο και την ελληνική λέξη δώρο.

[...]η λέξη, βλέπετε, ανήκει στο λεξιλόγιο των κομουνιστών [...]
Η λέξη είναι comprador από τα πορτογαλικά, και σημαίνει κανονικά «αγοραστής» (ίδια και στα ισπανικά, compratore στα ιταλικά). Στην Κίνα οι κομπραδόροι ήταν οι επικεφαλής του ντόπιου προσωπικού των ξένων εταιρειών και ταυτόχρονα οι μεσολαβητές ανάμεσα στα ξένα αφεντικά και τους ντόπιους πελάτες. Από τον ρόλο αυτών των διαμεσολαβητών, ο όρος επεκτάθηκε σε όλα τα αποικιοκρατικά καθεστώτα και στο κομμάτι της αστικής τάξης που γίνεται υποχείριο των ξένων συμφερόντων. Στα νεοαποικιοκρατικά καθεστώτα η τάξη αυτή (comprador class, comprador bourgeoisie, comprador capitalists) εξακολουθεί να λειτουργεί εξυπηρετώντας τα συμφέροντα του διεθνούς καπιταλισμού, για να βλογάει και τα δικά της γένια. This way please.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τοπικός ιδιωματισμός στην περιοχή της Αιτωαλοακαρνανίας και της Ευρυτανίας. Πρόκειται για απαξιωτικό σχολιασμό, αντίστοιχο του ευρύτερα γνωστού «κολοκύθια». Ειδικότερα και όταν ο σχολιασμός αφορά άποψη του συνομιλητή, εκείνος ως κοντραπαξία της απαξίας μπορεί να απαντήσει «φλοκ».

Η ορθή εκφορά του φλιτς, απαιτεί το λι να λέγεται με το πλαϊνό κάτω μέρος του στόματος για οξύτητα και ένα ανεπαίσθητο ι να ακολουθεί τη λέξη. Αδύναμο στο χαρτί, το φλιτς στα χείλια ενός γηγενούς των ως άνω περιοχών ή ενός έμπειρου χρήστη της τοπικής διαλέκτου μπορεί, συνοδευόμενο από τραχείς μορφασμούς του προσώπου, να εκφράσει άμεσα και παραστατικά την απαξίωση και να προκαλέσει, εφόσον απευθύνεται στο συνδιαλεγόμενο, ανασφάλεια και στιγμιαία συναισθηματική ανισορροπία.

  1. - Τσ'έδωσα τα παπούτσια στου χέρ(ι). Άι σμάνασ καμάρμ πουμόχσ πρήξ(ει) τα σκώτια.
    - Και τώρα ρε μαλάκα, ποιόσθασμαζώσει τα παιδιά.
    - Ξέρου γω μωρέ μαλάκα. Η βάβωτσ.
    - Καλά μαλάκα, φλίτσ(ι)
    - Φλοκ μαλάκα, πθκάτσω με ντπαλιοπτάνα να μβγάλει καρκίνου.

  2. - Πόσο έηχει αυτό;
    - Πεντ'ευρώ.
    - Να σ'δώσω 3;
    - Φλίτσ(ι)

  3. - Ξέρουμε το δρόμο προς την Ιθάκη. Έχουμε χαρτογραφήσει τα νερά.
    - Φλίτσ(ι) μαλάκα, πόχεις χαρτουγραφήσει τα νιρά. Τ'αρχίδιασ χαρτουγράφσες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρέπεται έτσι μειωτικά το όνομα του κόμματος ΣΥνασπισμός ΡΙΖοσπαστικής Αριστεράς, ΣΥ.ΡΙΖ.Α., άκα ΣφΥΡΙΖΑ. Το αντικείμενο της ειρωνικής τροπής είναι η έφεση του συγκεκριμένου κόμματος στον καταγγελτικό λόγο και την διαμαρτυρία, τα οποία εκλαμβάνονται από αντιπάλους του ως απλή τσυρίδα (με ύψιλον μπαμπουινιστί εκ του συρίζω).

  1. Σκίζουν τα στριγκάκια τους στον τΣΥΡΙΖΑ για τους «Τούρκους» (Εδώ).

  2. Η ματαιοπονία του ΤΣΥΡΙΖΑ...
    Η σύμπτυξη των απόμαχων της ανανεωτικής κομμουνιστικής αριστεράς, των ανθρώπων (και αγωνιστών), που έχουν περάσει προ πολλού την κλιμακτήριο της ιδεολογικής και πολιτικής παραγωγικότητας, δημιούργησε το ΣΥΡΙΖΑ.
    Στην κύρια... συνιστώσα του, το Συνασπισμό, η απόπειρα να παντρευτούν η, ανεξίτηλη, ΚΝίτικη κουτοπονηριά, με το σύγχρονο life style, οδήγησε στην επιλογή του …Αλέξη. ( Είναι, περίπου, σίγουρο πως αν τον έλεγαν …Βρασίδα, δεν θα επιλέγονταν !...).
    Για μια σειρά λόγους – δεν είναι απαραίτητη η ανάλυσή τους σ΄ αυτό το σημείωμα – η λέξη και η μεταφορική έννοια «φούσκα», βρήκε σημείο αναφοράς της, εκτός από το χρηματιστήριο και στο όνομα Τσίπρας… (Εδώ).

  3. Κι ἐσὺ τέκνον Τσίριζα;
    syriza watch
    Τελικὰ δὲν εἶναι/ἦταν προνόμιο καὶ τακτικὴ ἀγῶνος μόνον τῶν τεταρτοδιεθνιστῶν! Ἀκροδεξιοὶ προφανῶς, ἔχουν μπουκάρει καὶ στὰ σεπτὰ μετερίζια τῆς Συριζᾶ.
    Διότι... δὲν ἐξηγεῖται ἀλλιῶς...
    Ποιὸς φασίστας ἐνεπνεύσθη τὴν ἀφίσσα αὐτὴ καὶ δὲν ἔβαλε κἄνα σκοῦρο χρωματάκι σὲ (κάποιο ἀπὸ τὰ) προσώπατα τῶν ἀνθρωπακίων-ψηφοφόρωνε; Ποιὸς ῥατσίστας τοὺς ἔκανε ὅλους λευκούς; Ποιὸς ἀποκλείει τοὺς ἀφροαφρικανούς, ἔγχρωμους, χαλκόχρωμους,ἐρυθρόδερμους, κίτρινους ἀπὸ τὸ γίγνεσθαι τῆς χώρας μας ἡ ὁποία τόσα χρωστᾷ σὲ αὐτούς; Ποιὸς προκρίνει τὴν πολιτικὴ γκετοποιήσης; Γιατὶ ἐνθαρρύνονται τέτοια σκοταδιστικὰ φαινόμενα ἐντὸς μάλιστα τοῦ τεμένους τῆς ἀνοχῆς τοῦ διαφορετικοῦ, τοῦ πολυχρονεμένου μας συριζᾶ; (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που παγίως χρησιμοποιείται αρνητικά, ή ερωτηματικά και εις τον μέλλοντα, για να χαρακτηρίσει την ιδιόμορφη πολιτειακή κατάσταση της χώρας μας, ως χώρας που δεν πρόκειται ποτέ να γίνει κράτος.

Πρωτίστως εκφέρεται ως διαπίστωση μετά από παρατήρηση ή σχολιασμό της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, του φορολογικού συστήματος, της χωροταξικής πολιτικής και κάθε παταγώδους έκφρασης της ανικανότητας και αναποτελεσματικότητας του κρατικού μηχανισμού, ο οποίος, μέσα την πάγια δυσλειτουργία του, επιβεβαιώνει προς τους πολίτες του ότι δεν πληροί τα ποιοτικά χαρακτηριστικά ενός σύγχρονου κράτους, όπως το επαγγέλλονται οι πολιτικοί του ή όπως το διεκδικούν οι πολίτες του. Περιγράφει τελικά μια νεοελληνική ου-τοπία, αυτό που δεν είμαστε και που δεν πρόκειται ποτέ να γίνουμε. Διατυπώνεται επίσης ως ρητορική ερώτηση: «πότε θα γίνουμε κράτος;», που εξυπονοεί - προκαλεί την απάντηση «ποτέ».

Ενίοτε κρίνεται κατάλληλη και για Βαλκάνιους γείτονες.

Μπορεί παραπέρα να χρησιμοποιηθεί, καταχρηστικά, ως σχόλιο για κάθε ανεπάρκεια, μειονεξία, αστοχία, σφάλμα, που πυροδοτεί τα νεοελληνικά συμπλέγματα κατωτερότητας, ή, σε σπάνιες περιπτώσεις (όταν εκφέρεται με το εσείς αντί για το εμείς), ανωτερότητας απέναντι στους γείτονες.

Ενδιαφέρον είναι ότι για την απόδοση του «etat, state, Staat» (=[καθ]εστώς) στα ελληνικά επιλέχθηκε η ρίζα «κρατ-» (δύναμη, ισχύς, Pouvoir, Power, Macht). Αλλά και το συνώνυμο (;) «πολιτεία», κατά πολύ εγγύτερο στην αρχαιοελληνική και δημοκρατική αντίληψη.

Δεν θα γίνουμε κράτος ποτέ-Δεν πάνε οι υπάλληλοι στο Σουφλί και μεταφέρουν την υπηρεσία!!! εδώ

Αστε,εμεις δεν θα γινουμε κρατος ουτε στην δευτερα παρουσια.
εδώ)

Αν πραγματι ισχυσει αυτη η διαταξη τοτε πραγματι ειμαστε για κλαμματα. Στο 2011 να ταλαιπωρουν συνταξιουχους η συγγενεις για να αποδειχθει οτι ο συνταξιουχος πραγματι ζει το θεωρω λιαν επιεικως απαραδεκτο. Μια ακομα αποδειξη οτι αυτοι που τοποθετουνται σε θεσεις για να λυνουν προβληματα του κοσμου ειναι ανεπαρκεις. Δυστυχως δε θα γινουμε κρατος ποτε.
εδώ

Και αν ποτε γινουμε κρατος να με χ@@@εις....
εδώ

Ως προς τους Βαλκάνιους γείτονες ο λημματογράφος το έχει ακούσει από κάτοχο yugo, κάθε φορά που το σαραβαλάκι του έσβηνε κι αρνιόταν να πάρει μπρος: «Α ρε πούστηδες Σέρβοι, δε θα γίνετε κράτος εσείς!» (!!!).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η άβυζη γυναίκα που μοιάζει με αγόρι στην προεφηβική ηλικία. Χαρακτηρίζεται επίσης «τάβλα».

Το παίζει και σέξι, η παντόφλα!!

Βλ. και πλάκα, κόντρα πλακέ, απλώστρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κόμμα τού Πάνου, άκα οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες».

Συνθέτει, μαζί με το ΣφΥΡΙΖΑ, τα Χρυσά Αυγά και Το Κόμμα, ένα αρραγές αντιμνημονιακό μέτωπο που θα στειλει τους τροϊκανούς πίσω στην Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία και θα μάς φέρει την ισότης.

- Ξαφνικά πετάγεται μία τσουτσού, ιδρύει κόμμα μέσω του fb (trenty) και τσουπ, να ο σωτήρας, να ο μεσσίας, να όλα τα κανάλια πάνω του, να και 45.000 Έλληνες να κάνουν «Like».... Φυσικά όλοι αυτοί δεν είναι απλά Έλληνες, είναι Καμένοι Έλληνες... (εδώ)

- ΤΙ ΔΕΝ ΕΚΑΝΕ ΣΤΑ 19 ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΙΕΡΑΣ ΚΑΙ ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΤΩΡΑ; ΚΑΙ ΑΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΤΑ ΚΑΝΕΙ ΤΩΡΑ, ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΤΑ ΕΚΑΝΕ ΕΠΙ 19 ΧΡΟΝΙΑ; ΔΕ ΓΑΜΙΕΣΤΕ ΛΙΓΟ ΡΕ ΚΑΜΕΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ; ΟΡΝΙΑ Ε ΟΡΝΙΑ....
(εκεί)

- ΧΑ, καμενοι Ελληνες, ΝΔουλικα, υποστηριζουν την αμεση ανακυρξη της ΑΟΖ. (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα ηλικίας άνω των 55 με προκλητική παρουσία (οριακά porn), με εμφάνιση συνήθως που είναι αποτέλεσμα αισθητικής χειρουργικής επέμβασης (αλλά με όχι τόσο καλά αποτελέσματα). Συνώνυμο: βλ. γριόνι. Συναντάται συνήθως σε παρακμιακά σκυλάδικα, αλλά και σε αριστοκρατικούς κύκλους.

Τρελή γρέτζω η Λάτ..η, έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ηλίθιος, ανόητος στη ντοπιολαλιά της περιοχής των Ιωαννίνων. Προέρχεται από τη λέξη ταγάρι, αλλά άγνωστο παραμένει το γιατί αυτό σηματοδοτεί τον ανόητο.

- Να, βλέπεις, δεν παίρνει μπρος το καβουρδιστήρι!
- Αφού ρε ταγάρα έχεις κλειστό το διακόπτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified