Δηλώνει της ταλαιπωρίας τη φάση, καθώς και τον ταλαίπωρο (5ο παράδειγμα).
Δηλώνει της ταλαιπωρίας τη φάση, καθώς και τον ταλαίπωρο (5ο παράδειγμα).
Got a better definition? Add it!
Αυτός που σε συνθήκες πόλωσης δεν τάσσεται με τη μία από τις δύο πλευρές, αλλά επιμένει να έχει την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να μείνει ουδέτερος ή με διάφορες αλχημείες και ναιμεναλλιές να προσπαθεί να μην πάρει σαφή θέση αλλά να παίζει τον κουλ τύπο, που είναι και καλά υπεράνω, είναι νηφάλιος, αντικειμενικός κ.τ.λ. Όπως είναι αναμενόμενο, και όπως του αξίζει άλλωστε, κατά κανόνα τα ακούει τελικά και από τις δύο πλευρές, ιδίως στη θερμόαιμη Ελλάδα μας. Κυκλοφορεί και ως ισαποστασάκιας, αλλά τις τελευταίες μέρες (Ιούνιος 2015) με την πόλωση μεταξύ μενουμευρώπηδων και συριζανέλ το βλέπω να κάνει μια καριέρα και ως ισαποστασίτης. Ορισμένες φορές οι ισαποστασίτες κατηγορούνται ότι δεν είναι απλά γενικά ισαποστασίτες, αλλά ότι είναι ισαποστασίτες για τακτικούς λόγους μόνο για ένα θέμα που δεν τους συμφέρει, ενώ λίγο μετά ξεσπαθώνουν και μιλάνε με πάθος για άλλο θέμα που τους συμφέρει.
Got a better definition? Add it!
Δεν αναφερόμαστε στα μεγάλα ποιητικά αριστερουργήματα επιφανών Πασόκων ποιητών, όπως ο Τηλέμαχος Χυτήρης, αλλά σε μία από τις πολλές εις -ποίηση λέξεις, η οποία όμως έχει αποκτήσει σημασία λόγω του ότι κάνει σημαντική διεθνή καριέρα ως Pasokification (βλ. στο άρθρο του Ν. Σαραντάκου για πλήρη ανάλυση).
Στην Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να δηλώσει το πώς ένα αριστερό ριζοσπαστικό κόμμα βάζει νερό στο κρασί του, ότ-αν αναλάβει την εξουσία, και μετατρέπεται σε σοσιαλδημοκρατικό, και εντέλει σε ένα κόμμα που απλώς εναλλάσσεται με τη Δεξιά χωρίς μεγάλες διαφορές, ιδίως στη σύγχρονη διάσταση της Τίνας. Όπως λέγεται προσφυώς, η εξουσία είναι η λυδία λίθος που μετατρέπει ένα αριστερό κόμμα σε ΠαΣόΚ.
Η νεώτερη σημασία όμως αφορά στο πώς σε ένα περιβάλλον πάλι Τίνας, είναι μοιραίο ένα σοσιαλιστικό με την έννοια του κεντρώου σοσιαλδημοκρατικού κόμμα να συνθλιβεί, γιατί δεν θα έχει να προτείνει κάτι διαφορετικό από τη Δεξιά, οπότε ο μεν κόσμος που θέλει την πεπατημένη θα πάει στη Δεξιά που δεν θα χάσει τα πελατάκια της, ως το Ρήαλ θινγκ, οι δε κοντρα-Τινίστας θα πάνε σε ένα πιο ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα ή σε ένα ακροδεξιό. Ο όρος πασοκοποίηση, λοιπόν, εκφράζει την εξαφάνιση του Κέντρου σε περιόδους πόλωσης.
Για τη διεθνή εξέλιξη του όρου:
Ο όρος πασοκοποίηση έχει βρει το αντίστοιχό του στα αγγλικά, στον όρο pasokification [...] Σε πρόσφατο άρθρο βρίσκουμε τον ορισμό του, μαζί με μιαν αναφορά στον δημιουργό του όρου: This phenomenon – the rapid capitulation of a social democratic heavyweight in times of austerity – has been called ‘Pasokification’ by James Doran, and it’s a trend we may well see beyond Greece. Δεν ξέρω αν όντως ο James Doran είναι ο πρώτος που έπλασε τον όρο, πάντως συμφωνώ στον ορισμό. Στα αγγλικά, ονομάστηκε Pasokification η εκλογική κατάρρευση ενός κραταιού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος όταν δεν μπόρεσε να δώσει απαντήσεις στη λιτότητα. Ο όρος, βέβαια, δεν χρησιμοποιήθηκε μόνο για το ΠΑΣΟΚ ή κυρίως για το ΠΑΣΟΚ. Ακούστηκε πάρα πολύ στη Βρετανία, μετά την εκλογική ήττα των Εργατικών, και ιδίως μετά τη συντριβή του Εργατικού Κόμματος στη Σκωτία. Μάλιστα, ο όρος pasokification έχει προταθεί για καταχώρηση (ή καταχώριση, αν είστε από την αντίπαλη φράξια) στο λεξικό Collins, με ορισμό την εκλογική καθίζηση του βασικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της χώρας λόγω της εμφάνισης ενός ριζοσπαστικότερου κόμματος στα αριστερά του. Όπως σημειώνεται εκεί, Pasokification has already happened to Scottish Labour.Να σημειωθεί ότι ο όρος έχει περάσει και στα ισπανικά, όπου γίνεται λόγος για Pasokificación del Psoe, του Σοσιαλιστικού κόμματος, μια και εκεί υπάρχει η απειλή του Podemos. Ο όρος, που τον λάνσαρε ο Χουάν Κάρλος Μονεδέρο, βγάζει μερικές χιλιάδες γκουγκλιές.
Συνεχίζουμε με μία ινσέψιο, ήτοι με μία πασοκο-ποίηση για την πασοκοποίηση από έναν τραυματισμένο ironic πασοκτζή στο Φέισμπουκ:
Είδα ένα κόμμα να γκρεμίζεται μπροστά μου/ είδα να γίνεται γιαπί το
κίνημα μου/ για το καλό μου.
Είδα τα έργα που καμάρωνα κομμένα/ σε
φορτηγό τα όνειρά μου φορτωμένα/ για το καλό μου.
Για το καλό μου για
το καλό μου ώσπου δεν άντεξε στο τέλος το μυαλό μου/ πήρε ανάποδες
στροφές για το καλό μου/ κι είμαι στο ΚΙΔΗΣΟ ξανά για το καλό μου/ στην
ηρεμία για να βρω τον εαυτό μου.
Είδα τον Άκη μου να κλαίει απελπισμένα/ τον Χριστοφοράκο να φεύγει για τα ξένα για το καλό μου Για το καλό % μου για το καλό μου έχει μουδιάσει το κορμί και το μυαλό μου/ ενέσεις
χάπια ηλεκτροσόκ για το καλό μου σήμερα πήρανε στο ΣΥΡΙΖΑ τον διπλανό
μου ενώ παλεύω για να βρω τον εαυτό μου
κι έχω κρυμμένο τον Πανταγιά
για το καλό μου
Στην πολιτική επικαιρότητα τώρα, οι δύο διαφορετικές σημασίες της πασοκοποίησης φαίνεται ότι συνδέονται, όπως καταδεικνύει ο Νίκος Σαραντάκος στο άρθρο του, καθώς ένα αριστερό κόμμα που ανεβαίνει στην εξουσία και συμβιβάζεται μοιραία θα συνθλιβεί στο κέντρο για να δώσει τη θέση του σε ένα άλλο πιο ριζοσπαστικό κόμμα, σύμφωνα με ένα διαλεκτικό προτσές που αναπτύσσεται σε συνθήκες ΤΙΝΑΣ και αντιδράσεων (ίσως μάταιων αλλά ποτέ δεν ξέρεις) σε αυτήν. Ο σύριζας, ή έστω ψηφοφόροι του, φοβούνται και τα δύο, ήτοι μήπως σε μία πρώτη φάση υποστούν πασοκοποίηση με την έννοια της μετατροπής σε ένα κατεστημένο αστικό κόμμα εντέλει μάλλον μνη, που θα σημάνει σε δεύτερη φάση την εξαφάνισή του.
Όμως από ό,τι βλέπω στον γούγλη, την πασοκοποίηση με την έννοια της πολιτικής εξαφάνισης τρέμει και η νουδούλα.
Τελικά, αν όλοι πασοκοποιηθούν, ποιος θα μείνει απασοκοποίητος; Οι δυστοπίες περί πασοκοποιήσεως των πάντων πλην κάποιων που θα είναι υπερβολικά σκληροί για να πεθάνουν γίνουν Πασόκ, έχουν αρχίσει να δίνουν και να παίρνουν. Σε ένα πρόσφατο μυθιστόρημά του με τίτλο Υποταγή, ο Michel Houellebecq περιγράφει ένα δυστοπικό μέλλον της Γαλλίας, όπου όλα τα δεξιά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα θα έχουν πασοκοποιηθεί με μοναδικούς επιζήσαντες αφενός τους ακροδεξιούς και αφεδύο ισλαμιστικά κόμματα τ. "Αδελφοί Μουσουλμάνοι". Στην Ελλάδα με τα χρυσαύγουλα οι δυστοπίες έχουν ήδη ξεκινήσει προφητικά για την υπόλοιπη Ευρώπη αν και το μέλλον παραμένει άδηλο.
Σε αυτό το ψυχικό και πολιτικό τοπίο επανέρχομαι κυκλικώς σε μία πασοκο-ποίηση, ήτοι στο υπέρτατο μεσσιανικό αριστερούργημα του Τηλέμαχου Χυτήρη:
Δεμένος τρυφερός αλλιώτικος
Δεμένος στο κατάρτι μου.
Τόσα νερά στο δωμάτιό μου!Ας έρθουν οι σύντροφοι
Ας έρθουν οι σειρήνες
Ας έρθει - έστω - ένας υδραυλικός.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που είναι κιτς (για την ενδιαφέρουσα ετυμολογία δες εδώ), κιτσάτος, καρακιτσαριό, καρακίτσος, κιτσογκόμενα, σκουπίδω και που σε ορισμένες περιπτώσεις το αναλαμβάνει αυτό ως κάγκουρας και το αισθητικοποιεί. Λ.χ. στα παραδείγματα το βλέπω να αναφέρεται σε ορισμένες περιπτώσεις χαρντ-ροκάδων, σε φουτουριστές ή σε πλουσιέξ. You get the idea, αφήνω να μιλήσουν τα παραδείγματα του γούγλη, που τα βρίσκω αποκαλυπτικά.
Got a better definition? Add it!
Είναι αυτή που τα χώνει, χωρίς να μασά τα λόγια της. Ο θηλυκός μάγκας που ξεσπαθώνει και απειλεί το φαλλοκρατικό δικαίωμα της αντιμιλιάς και του τελευταίου λόγου (του άντρα του πολλά βαρύ που το κέφι του θα κάνει και θα πει και μια κουβέντα παραπάνω, βρε αδέρφι, αυτού που από την κοινωνία αναμένεται να είναι χώστης κι αυτός αλλά μόνον αυτός ρυθμιστής της συμπεριφοράς ασκώντας μέσα από το χώσιμο κοινωνικό έλεγχο). Είναι ανώτερη της γλωσσούς, κινείται βέβαια στο ίδιο μήκος κύματος, γιατί και άποψη έχει και μπορεί να κλείσει μια κουβέντα με το δικό της λόγο ως τελευταίο με επιχειρήματα που βαρούν κατά θανάτου, βροντερά που στήνουν στον τοίχο αυτόν με τον οποίο τα βάζει/ έχει τη λογομαχία.Τα λέει τσεκουράτα, έξω από τα δόντια και τα χώνει αδρά χωρίς αβρότητες, λεπτότητες ή τακτ. Η ειλικρίνειά της αγγίζει τα όρια της ωμότητας, αφοπλίζοντας φίλους κι εχθρούς που θα βρεθούν στο πέρασμα της ορμητικής της λάβας: ειδικά όταν είναι οργισμένη κινδυνεύουν με φωτιά τα παντζάκια τους. Χτυπάει όποιον βρει, όπου βρει ως παρενέργεια που έχει πάνω της η τρομερή άτις. Σε ακραίες περιπτώσεις μπορεί να πάρει και τη μορφή της Δευτέρας Παρουσίας της ίδιας κι αυτό προκρίνεται από το βαθμό στην κλίμακα οργής που κατέχει στην εκάστοτε περίπτωση. Η χώστρα τα χώνει έχοντας ισχυρό εφαλτήριο. Κάποιο περιστατικό που τη θίγει προσωπικά, στην ευαίσθητη τιμή της, δεν είναι ένα τσουτσέκι που απλώς τη λέει, όπως μπορεί να είναι η γλωσσού. Είναι άτομο υψηλού ηθικού φρονήματος, τιμιότητας και τιμά τα παντελόνια που φορεί όσον αφορά στην επαναφορά της τάξης από την ξεστρατιθείσα γνώμη αυτού που της άναψε φωτιές. Ο απώτερος στόχος του χωσίματός της δεν είναι απλώς το ξεφτιλίκι, αλλά μια πρόκληση υπέρβασης ορίων προς το καλύτερο γι' αυτόν που το δέχεται. Στήνει απέναντί του τον καθρέφτη των αδυναμιών του και αυτές υποδεικνύει προς βελτίωση, αλλαγή, εξάλειψη. Ηθικοπλαστική, με ηθικά διδάγματα γνώμη κυρηγμάτων επί της ουσίας, ο λόγος της. Αλλιώς και άγγελος τιμωρός.
-... Και τότε του είπα πως όταν λογοδοτήσει για τη ζωή του τί θα έχει να πει όταν θα παραδίδει την ψυχή του; Πως έφυγε όπως ήρθε, του κουτιού! Με τη ζελατίνα του ανέγγιγη. Το μόνο που έχει να πει, συνοψίζεται σε 5 λέξεις: Πιπί, κακά, μαμ, σεξ και νάνι! Κουραδομηχανή και τίποτε άλλο... Και για το μόνο που μπορεί να παινευτείς είναι για το ότι σαν αποτυχημένος ήταν πολύ πετυχημένος!
- Πω... Κι αυτός τί σού' πε;
- Τίποτα... Τί να μου πει..
(μορφασμός με συνοφρυωμένη κλαψομούνικη έκφραση και χείλη ελαφρώς ανοιγμένα, στρόγγυλα σε θέση "Ουουου") Καθόταν και με κοίταζε... Σαν το κλαμμένο μουν!...
- Ε, μα! Είσαι κι εσύ... Τα χώνεις γερά...
- Τί να πω... Είμαι κι εγώ... Χώστρα!
Got a better definition? Add it!
Συνηθισμένος υβριστικός χαρακτηρισμός για τον οπαδό ή μέλος της Χρυσής Αυγής, για το χρυσαύγουλο. Αυτοί που το χρησιμοποιούν μάλλον τοποθετούν έτσι τους χρυσαυγίτες στην ιστορική συνέχεια των χαρακτηρισμών ταγματαλήτης και ασφαλήτης, ή γενικότερα κάθε αλήτη.
Got a better definition? Add it!
Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πλυντηριάδωνε:
Πρώτη κατηγορία πλυντηριά: φυλή "επιχειρηματία" που ξεπλένει χρήματα από παράνομες ή μαύρες δραστηριότητες, όπως πορνεία, ναρκωτικά, τζόγο, λαθρεμπόριο όπλωνε, κ.ταλ., επενδύοντάς τα σε νόμιμες εταιρείες-βιτρίνες άκα πλυντήρια.
- Και μια υγιής εταιρεία προσελκύει πολύ πιο εύκολα στρατηγικούς επενδυτές και ουχί πλυντηριάδες… (εδώ)
- Εχουν εντοπίσει, λέει, τις εταιρίες και τις οφ σόρ εξωτερικού που διαφέντευε ο Λαυρέντης και έχουν βάλει «λυτούς και δεμένους», για να βρούν ποιοί διεθνείς «πλυντηριάδες» βρώμικου χρήματος, βρίσκονται πίσω από τον Λαυρέντη και με όχημα τις επιχειρήσεις του, άλωσαν τον ελληνικό Τύπο και τα ΜΜΕ και όχι μόνον (εκεί)
Δεύτερη κατηγορία πλυντηριά: πιο δόκιμα, ο ιδιοκτήτης ή εργαζόμενος σε πλυντήριο αυτοκινήτων ή άλλο βιομηχανικό πλυντήριο.
- Είτε γυαλίζεις για να φύγουν οι γρατζουνιές είτε παίρνεις κάτι να στις καλύψει όπως ακριβώς έκανε ο πλυντηριάς αλλά θα σου εμφανίζονται μετά απο λίγο καιρό (εδώ)
- Παρήγγειλα νέο σκιάδιο οδηγού γιατί κάποια βλακεία θα έκανε ο πλυντηριάς στη βάση της και έσπασε το πλαστικό στη βάση στήριξη της (εκεί)
Και κλείνουμε την αποψινή μας βραδιά με λίγο ινσέψιο: στην τηλεοπτική σειρά Breaking Bad ο "πλυντηριάς" Walter White γίνεται και πλυντηριάς αγοράζοντας ένα πλυντήριο αυτοκινήτων για προσωπικό του "πλυντήριο".
Got a better definition? Add it!
Καλιαρντή λέξη σύνθετη εκ του τουρλώνω και του λιγούρα. Σύμφωνα με τον Ηλία Πετρόπουλο (Τα Καλιαρντά, 1971) σημαίνει τον πρωκτό, ενώ τουρλολιγούρης είναι ο κολομπαράς.
Την πούλη, την τουρλολιγούρα μου, παντάπασι τη φιστικώνει και θα μου κατεβεί μουνόπασχα προώρως! (Μπουντουσουμού).
Βρίσκω πάντως στο Διαδίκτυο κι ένα παράδειγμα που δηλώνει μάλλον κατάσταση ή ψυχική διάθεση, χωρίς να είμαι σίγουρος για το τι εννοείται, μάλλον κάτι ή σαν κατάσταση κώλος, ή σαν διάθεση πρεμούρας, όπως όταν σε πιάνει λιγούρα για τουρλοκώλη/α, ή αντιστρόφως μια κωλοκαψίδα, αλλά σε ένα πιο μεταφορικό επίπεδο.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που χτυπάει γκόμενες κατά συρροή, που αλλάζει τις γυναίκες σαν τα πουκάμισα, ο Καζανόβας, ο Δον Μήτσος Κιλώτης, ο Τζέμης Μποντ τ. fuck and let die, ο φαρμακοψώλης, ο σκοτώνω. Γενικά το τελικό συστατικό -φονιάς προσδίδει σεξιστικώς ένα είδος ανδρισμού, γιατί άντρας που δεν είναι γκαζοφονιάς, ρακοφονιάς, ή, γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, και μπαζοφονιάς, δεν είναι άντρας. Σημειωτέον ότι στο -φονιάς μπορεί να υπάρχει και μια ελαφρά μειωτική χροιά, λ.χ. ο γκαζοφονιάς να είναι αυτός που πατάει γκάζι σαν ούγκανος εις βάρος της πχοιότητας της οδήγησης, έτσι κι ο γκομενοφονιάς μπορεί να είναι και -φονιάς ως σαβουρογάμης ό,τι κάτσει ή ως κάποιος που χάνει ευκαιρίες για πχοιοτικές σχέσεις μέσα στη φούρια του. Θα μπορούσαν να ειπωθούν πολλά ψυχανάλατα για τη σχέση σεξ και θανάτου, τόσο της ερωμένης, όσο και του ερώντος, αλλά προτιμώ να δώσω τον λόγο στα παραδείγματα.
Got a better definition? Add it!
Είδος συμμαθητή/συμφοιτητή που ευδοκιμεί στις εξεταστικές περιόδους. Πρόκειται για τον τύπο που συνεχώς κάνει προβλέψεις για το περιεχόμενο των θεμάτων που θα εξεταστούν και επαναλαμβάνει συχνά τη φράση "θα πέσει". Ο θαπεσάκιας πέφτει κατά κανόνα έξω στις προβλέψεις του αλλά αυτό δεν τον πτοεί στο να συνεχίσει την εκνευριστική του συνήθεια.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified