Σταμάτα να μιλάς (πιο ευγενικό από το σκάσε).
Από το σκάσε + σταμάτα.
Σκαμάτα πια! Μας ζάλισες!
Σταμάτα να μιλάς (πιο ευγενικό από το σκάσε).
Από το σκάσε + σταμάτα.
Σκαμάτα πια! Μας ζάλισες!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Προέρχεται από τις λέξεις σταφ και «φίλοι». Αναφέρεται στην ομαδική κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών, κυρίως χασίς.
Παράγωγα: σταφυλιάζω, σταφύλιασμα, πάτημα σταφυλιών (αναφέρεται στο στρίψιμο τσιγάρου με χασίς)
- Πσιτ,Μάκη, πάμε για... σταφύλι; (κλείσιμο ματιού)
- Έλα ρε φίλεε... Πάτημα σταφυλιών κι έτσι; Το 'ψησα!
Got a better definition? Add it!
Νεολογισμός που χαρακτηρίζει τον ψηλό, αγέρωχο, γυμνασμένο, άγριο, βορειοευρωπαϊκής κατατομής και ψυχοσύνθεσης άνδρα, που έχει φανερά και κρυφά χαρίσματα, όπως ηγετικές ικανότητες, ανεξάντλητες δυνάμεις κ.ά. Προέρχεται από την καύλα και τον Αλάριχο.
- Σήμερα έσκισα τρεις γκόμενες.
- Ποιος είσαι ρε, ο Καυλάριχος;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
«Υποκοριστικό» της λέξεως πρετζόνι, που προφανώς σχηματίζεται από την λέξη πρεζόνι μαζί με το «τζ» από την αγγλικάνικη ομόλογη της λέξη junkie.
Συνώνυμη με τις: πρέζονας, ζακιπρέ, ζέο, ζάκι.
Σε αντίθεση με τις προαναφερθείσες λέξεις που χρησιμοποιούνται, ως επί το πλείστον, για άτομα που κάνουν χρήση πρέζας (βλέπε και ζαμπόν, ζουζού, κ.τ.λ.) η συγκεκριμένη χρησιμοποιείται κυρίως για να κοροϊδέψει ή να ειρωνευτεί κάποιον (πως αυτά που λέει δλδ είναι αποτέλεσμα χρήσης ουσιών) όταν αυτός είτε είναι μπουρδολόγος- παπαρολόγος με την καλή έννοια, είτε το μυαλό του (λέμε τώρα) έχει πνεύσει τα λοίσθια, με αποτέλεσμα αυτά που λέει να σε κάνουν να μην την παλεύεις, να βαράς ενέσεις.
(συζήτηση μεταξύ σλάνγκου κ «φιλομπαμπανιώτη»)
-…..αφού το έγραψε και ο Μπαμπινιώτης σε λέω. Είναι σίγουρο ρε…
- Εεε άμα το ’πε κι ο Μπάμπης αλλάζει το πράγμα… Δεν μας χέζεις ρε Τζόνι λέω 'γω; Άντε κόψε τα ληγμένα να ησυχάσουμε όλοι μας.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σύνθεση δύο ανεξάρτητων βου-που-δοσλανγκικών εκφράσεων των αρχών της δεκαετίας του 90. Η 1η «τα λέμπελ» εχρησιμοποιείτο για καθορισμό σημείου συνάντησης της μαθητιώσας νεολαίας έξω από το γνωστό συνώνυμο φαστφουντάδικο της Αγ. Παρασκευής, ως σύντμηση της φράσης «τα λέμε στα λέμπελ». Η 2η προέρχεται από τον γνωστό και μη εξαιρετέο αγγλικό τύπο «σι γιου λέιζερ», του οποίου η σημασία είναι προφανής και δεν κρίνεται σκόπιμη η πλήρης ανάπτυξή της στο παρόν πεδίον.
Ως εκ τούτου, η φράση «θα βρεθούμε ύστερα έξω από τα λέμπελ» υποκαθίσταται , πολύ χαριτωμένα θα έλεγα (φαντάσου να το λέει ένα 16χρονο καβλοράπανο έξω από το ντηρί, τότε; ε; ε;) από το «τα λέμπελ λέιζερ».
- Μάριον; Πού είσαι μωρύ; Σε ψάχνω!
- Άσε μωρύ μαλάκω, ο γέρος μου με έχει φρικάρει τελείως! Τέσπα, άμα ξεμπερδέψω, τα λέμπελ λέιζερ...
βλ και τα λέμε λέιζερ
Got a better definition? Add it!
Άλλη έκφραση για το ονοματεπώνυμο, για το «όνομα και επίθετο» κυριολεκτικά. Προφέρεται ως μια λέξη, ενώ δεν υφίσταται στον γραπτό λόγο. Μάλλον άχρηστη λεξιπλασία που, ως κύριο στόχο, έχει την αύξηση των λημμάτων του σλανγκρ, αλλά, οπωσδήποτε μπορεί να σπάσει λίγο τη μονοτονία των ερωτήσεων σε δημόσιες υπηρεσίες, εφορίες, ΟΑΕΔ, ΙΚΑ κλπ. Μπορεί, δηλαδή, ο υπάλληλος, αντί να ρωτάει συνέχει «Ονοματεπώνυμο;», να λέει πού και πού «Ονομακιεπίθετο;», κάνοντας μια ευχάριστη έκπληξη στον ταλαιπωρημένο πολίτη, φορολογούμενο, άνεργο ή ασφαλισμένο.
Υ.Γ.
Λανθασμένα, αναφέρεται και ως ονοματεπίθετο. Αυτό δείχνει χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, έλλειψη κουλτούρας.
Πες το ονομακιεπίθετό σου.
Εύκολο είναι, συμπληρώνεις τα στοιχεία σου, ονομακιεπίθετο, αριθμό ταυτότητας, ΑΦΜ κλπ. και το πας στο γκισέ.
Got a better definition? Add it!
Λέγεται εναντίον οπαδών της ΑΕΚ, δηλονότι εκ του φλώρος και του ορίτζιναλ που χαρακτηρίζει την ΑΕΚ.
Ασίστ: John Black.
ΔΙΚΕΦΑΛΕ ΣΕ ΕΚΑΝΑ ΛΑΓΟ ΦΛΟΡΙΤΖΙΝΑΛ ΠΑΝΤΟΥ ΣΕ ΚΥΝΗΓΩ ΣΟΥ ΕΧΩ ΚΑΨΕΙ ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΚΑΙ ΕΧΩ ΜΠΕΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΕΙΧΑΤΕ ΡΟΥΦΙΑΝΟ ΠΡΟΕΔΡΟ ΚΑΙ ΕΧΕΤΕ ΣΤΟ ΠΑΓΚΟ ΒΑΤΡΑΧΟ...
ΤΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΒΑΖΕΛΟΧΑΝΟΥΜΑ,ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΟΙ(ΛΑΓΟΙ-ΚΟΥΝΕΛΙΑ) Η ΦΛΟΡΙΤΖΙΝΑΛ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΤΕΣ ΤΟΥ ΟΝΕΙΡΟΥ;;;;ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΕΝΑ ΣΤΟΧΟ ΔΥΝΑΤΕΣ ΦΩΝΕΣ.
Got a better definition? Add it!
Εκ των χύσαμε και όλοι. Ηχοποίητη λέξη με προφανές σεξουαλικό περιεχόμενο.
Σημαίνει συνήθως εδέσματα ή ποτά άθλιας ποιότητας.
- Χθες βράδυ μας είχε τραπέζι η Γεωργία.
- Τι σας τάισε;
- Χυσαμόλι! Τι να μας ταΐσει ρε μαλάκα αυτή; Την ξέρεις να μαγειρεύει;
- Μμμμ, πείνασα. Έχει τίποτα;
- Ναι, άνοιξ' το ψυγείο, έχει χυσαμόλι! Τι να 'χει μωρή μαλάκω, αφού δε μαγείρεψες τίποτα.
Got a better definition? Add it!
Ο σπασαρχίδης πιανίστας.
Εκ του πρήζω + Richter (Ρώσος πιανίστας διεθνούς φήμης).
-Αν πρόκειται να είναι και ο μαλάκας ο πρήχτερ στη συναυλία, δεν πατάω με τη καμία.
Got a better definition? Add it!
Το πουλί μου. Μάλλον κρατάει από Λάρισα μεριά. Λέγεται είτε χαριτολογώντας σαν αντικατάσταση της προσφώνησης «πουλί μου» ή «πουλάκι μου», είτε πιο χυδαία σαν αντικατάστατο του γενετήσιου μορίου.
Το λένε πιο συχνά οι γιαγιάδες στα εγγονάκια τους, οι κοπέλες σε φίλους / φίλες, αλλά και οι σταρχιδιστές για όλους.
- Έλα πλιμ να φας το αχλαδάκι που σου καθάρισα.
- Άσε με ρε γιαγιά, έχω ήδη φάει 2 κοτόπουλα, μισή κατσαρόλα πατάτες, 3 χωριάτικες, 1 τζατζίκι, 4 τυριά, μισό καρπούζι, 2μισυ πεπόνια, μία γαβάθα μανταρίνια και 9 κάστανα.
- Στην ανάπτυξη είσαι πλιμ. Πώς θα μεγαλώσεις αν δεν τρως;
- 23 χρονών είμαι ρε γιαγιά.
(σχόλιο κάτω από φωτογραφία στο facebook μίας κολλητής στην άλλη):
- Α ώστε έτσι πλιμ! Εσύ έκανες τα μπανάκια σου ωραία και καλά, κι εγώ δούλευα στο γραφείο... Σε μισωωωώ!
(σχόλιο από blog)
- Ρε δεν γαμιέστε όλοι; Ένα έχω να πω εγώ... ΤΟ ΠΛΙΜ!!!
Got a better definition? Add it!
Λέξεις που προκύπτουν από τον συνδυασμό του ήχου/μορφής και της σημασίας δυο άλλων λέξεων π.χ. Μερκοζί (Μέρκελ+Σαρκοζί), συριζαυγίτης (συριζαίος+χρυσαυγίτης)