Further tags

Πρόκειται για ελεύθερο αυτοσχεβιασμό πάνω στη λέξη «προβοκάτσια».

Ως τέτοιος, ανήκει θα λέγαμε στην πολιτική πτέρυγα των «προσδιδόντων γελοιότητα στο λόγο» (κανά δυο ακόμα στο λήμμα τουλάστιχον, επίσης τα αφεδύο, σωστόστ)...

Ή μάλλον, για να είμαστε πιο σωστοί και για να είναι πιο ακριβής η αναλογία, θα λέγαμε ότι ανήκει στην στρατιωτική πτέρυγα, αν θεωρήσουμε ότι... άστο, αρχίδει και κουράδει.

Eτυμολογίες και ψευδοtrivia:

Προβοκάτσια [ρωσ. provokatsija (με βάση το λατ. provocatio=πρόκληση)].

Προβατοκάτσικα: σημαίνει αμνοερίφια και με την ευκαιρία, μια διασκευή που πάντα μου άρεσε είναι η εξής (δεν είναι δική μου):

Αγάπη μου επικίνδυνη
φοβάμαι και τη σκιά σου
ερίφιο με κατάντησες
με τον άπιστο τον έρωτά σου

- Η 11η Σεπτεμβρίου είναι προβοκάτσια των Αμερικανών...
- Προβατοκάτσικα....
- Δε βαρέθηκες να τη λες αυτή τη μαλακία..;
- Όχι... Και η ανθρωπότητα είναι μια προβοκάτσια των δεινοσαύρων για να στραφεί ο υπόλοιπος πλανήτης εναντίον των θηλαστικών....
- ...
- Νομίζω;
- Είσαι απλά μαλάκας.

Μια απλούστερη παραλλαγή του λήμματος στο 0:33. (από patsis, 08/11/09)(από jesus, 06/07/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H λέξη αυτή προέρχεται από τον ομώνυμο παραδοσιακό χορό και χρησιμοποιείται, όταν θέλουμε να πούμε σε κάποιον, κατά τη διάρκεια παιχνιδιού, ότι τον εξευτελίσαμε, ή να πούμε ότι κάποιος εξευτέλισε κάποιον.

- Ο Γκασόλ, τι παιχταράς είναι!
- Εντάξει, καλός είναι.
- Μόνο καλός; Στους τελικούς του NBA, τον Γκαρνέτ, τον έχει χορέψει κάτι καρσιλαμάδες...

Καρσιλαμάς - λέμε τώρα. (από poniroskylo, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ γηραιός πολιτικός που εξακολουθεί να δεσπόζει στο πολιτικό προσκήνιο.

Ο όρος ήταν πολύ της μοδός στα πρώιμα '90ς, που κυριαρχούσαν οι τρεις υπερεβδομηκοντούτεις Καραμανλής, Παπανδρέου, Μητσοτάκης, με τον τελευταίο να τους θάβει όλους τους (μας).

Σήμερα, κυριαρχούν ανιψιός, γιος και κόρη. Δεν ξέρεις τι είναι χειρότερο!

Είναι καιρός να αποσυρθούν οι δεινόσαυροι και να έρθουν στην εξουσία οι σαραντάρηδες.

(από GATZMAN, 20/09/09)(από Khan, 15/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγκεκομμένη εκδοχή του ασφαλίτη, δηλαδή του αστυνομικού που υπάγεται στον Κλάδο Ασφάλειας και Τάξης (βλ. και το οργανόγραμματης ελληνικής αστυνομίας) και ειδικότερα στη Διεύθυνση Δημόσιας Ασφάλειας ή στη Διεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας. Συνήθως αναφέρεται στον undercover ασφαλίτη, ντυμένο με πολιτικά, που τρουπώνει όπου υπάρχει έγκλημα, δια να συλλέξει πληροφορίες εκ των έσω και να το πατάξει.

Η λέξη ασφαλίτης δεν αποδίδει ιδιαίτερη χροιά, αφού ασφαλίτες είναι και οι αστυνομικοί του Τμήματος Οικονομικών Εγκλημάτων. Αλλά ο λίτης προκαλεί τη λαϊκή μήνιν, μιας και ποτέ δεν τρουπώνει στα άντρα της μεγάλης κομπίνας και του μεγάλου ξεπουλήματος (κομματικά γραφεία, μεγάλες επιχειρήσεις, τράπεζες - to name a few), αλλά προτιμά να φύεται σε πορείες και να φακελώνει τους Εχθρούς του Έθνους, όπως όσους ασχολούνται με πολιτική εξ αριστερών και δώθε (και μόνο) ή όσους πίνουν κάνα μπάφο πού και πού. Ή τουλάχιστον, έτσι λένε στην πιάτσα.

Γράφεται άλλοτε με -ι- και άλλοτε με -η-, επειδή μπορεί να προέρχεται εξίσου από τον ασφαλίτη ή από τον αλήτη αντιστοίχως, μιας και ως γνωστόν πρόκειται για το ίδιο πράγμα. («Αλήτες! Είναι! Τα ΜΑΤ κι οι ασφαλίτες!»)

Σημειώνουμε και το παλιό συγκρότημα Λήτης+Τρικ, με το θρυλικό άσμα «Ποδανά», αν και θεωρείται ότι ο συγκεκριμένος Λήτης είναι ο αλήτης (με την καλή έννοια) και ουχί ο ασφαλίτης, βεβαίως βεβαίως.

Ετυμ.: ασφαλίτης < ασφάλεια < αρχ. ασφαλής < α στερητ. + σφάλλομαι (= σκοντάφτω, τρικλίζω)
αλήτης < αρχ. αλάομαι (= περιφέρομαι εδώ κι εκεί)

  1. (τυπική προειδοποίηση από indymedia)
    Προσοχή! Έχουν κατέβει 4 διμοιρίες στα Εξάρχεια, κλούβα στην Ακαδημίας και λίτες στη Χαριλάου Τρικούπη! Όποιος κατέβει να κρατάει ταυτότητα!

  2. - Αυτός ο μακρυμάλλης ο αξύριστος τι ρόλο βαράει; Δεν τον έχω ξαναδεί.
    - Λήτης είναι. Το νου σου.

Οργανόγραμμα ΕΛ.ΑΣ. (από Pirate Jenny, 12/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι ακούγεται από διάφορες ηχητικές πηγές.

Τα χρόνια που δεν υπήρχε τύπος, ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά μέσα διάδοσης πληροφοριών, ο μόνος τρόπος για να μαθευτούν τα νέα ήταν ο ντελάλης. Ο άνθρωπος με την δυνατή φωνή που περνούσε και διαλαλούσε ό,τι τον είχε διατάξει ο άρχοντας. Φυσικά τότε η λογοκρισία ήταν στο φόρτε της, γιατί αλίμονο στο κεφάλι του ντελάλη που θα ντελάλιζε κάτι διαφορετικό από αυτό που τον είχαν διατάξει. Τα νέα δηλ. ήταν ακούσματα.

Σήμερα μπορείς να ακούσεις ντελάλη, τιμής ένεκεν, την ημέρα έναρξης του πατρινού καρναβαλιού. Ακούσματα επίσης είναι και οι φήμες, τα νέα ράδιο αρβύλα.

Τοκ τοκ χτυπάει η πόρτα. Κατίνα τρέχα να σου πω ακούσματα. Ανοίγει την πόρτα η Κατίνα σκουπίζοντας τα χέρια στην ποδιά της γιατί τηγάνιζε ψάρια. Τα έμαθες για την κόρη της παπαδιάς; μπλα μπλα μπλα... Αχ Φρόσω τι μου έκανες! Τα ακούσματά σου μου έκαψαν τα ψάρια...

seti (από pavleas, 10/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φάρμακο. Βασικά, είναι νέας μορφής ασπιρίνη. Χρησιμοποιείται από ανθρώπους που πραγματικά τους πρήζουν τα αρχίδια.

- Μαλάκα! Τι γίνεται; Τελευταία, όλοι έχουν πέσει πάνω μου. Οι γονείς με πρήζουν για το διάβασμα, η γκόμενα γκρινιάζει γιατί δεν με βλέπει και οι φίλοι μου με βρίζουν γιατί βλέπω την γκόμενα και όχι αυτούς. Θα πάρω μια γραψαρχιδίνη, μου φαίνεται, να ησυχάσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή τα μάτια του ροφού είναι χαρακτηριστικά μεγάλα, συνηθίζεται κατά δημώδη έκφραση ως ροφοί να χαρακτηρίζονται ομοίως άτομα με σακουλιασμένα, μεγάλα μάτια και γουρλωτά. Άτομα με αίσθηση μοσχαρίσιας απλανησιάς βλέμματος.

Παράδειγμα: Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, «το μετέωρο βλέμμα του ροφού».

Clopy paste Wikipedia, Mes, Hank, GATZMAN.

- Πώς να δεις το φως, όταν κυβερνά ροφός... (για την περίοδο 90-93, ο λόγος)

(από Dirty Talking, 10/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γεωμετρικό σχήμα με τρεις πλευρές και τρεις γωνίες (ορθογώνιο, ισοσκελές, ανισοσκελές, σκαληνό κ.λπ.).

  2. Γλυκίσματα σε σχήμα τριγώνου, συνήθως σιροπιαστά. Τα πιο γνωστά και δημοφιλή είναι τα τρίγωνα Πανοράματος.

  3. Ο άνθρωπος έχει αχαλίνωτη φαντασία και, στο βωμό της ηδονής, την άφησε ελεύθερη να οργιάσει. Έτσι κατάφερε να κάνει πράξη και τις δύο αυτές σημασίες του τριγώνου, οργανώνοντας πάρτυ με ούζα τριών ατόμων, δημιουργώντας περιβάλλον με όλων των ειδών τα τρίγωνα και γλύκα περισσότερη αυτής των τριγώνων Πανοράματος. Τα σχήματα των τριγώνων δεν είναι αρκετά για να ικανοποιήσουν την όρεξη και, βάζοντας πάντα την φαντασία να οργιάζει, ο άνθρωπος κατάφερε να μετατρέπει το τρίγωνο σε τετράγωνο, πεντάγωνο κ.λπ., κατάφερε δηλ. να κάνει ένα απλό γεωμετρικό σχήμα σε πολυμορφικό.

Σημείωση: τα τρίγωνα Πανοράματος και γενικά τα γλυκά τριγωνικού σχήματος, κατασκευάστηκαν πολύ αργότερα της οργάνωσης των πάρτυ με ούζα, αλλά κολλάνε ωραία...

Το βράδυ θα βγω με την Λίλιαν. Είσαι να μας κάνεις παρέα, να κάνουμε φροντιστήριο γεωμετρίας; Η Λίλιαν γουστάρει πολύ την πρακτική εξάσκηση στα τρίγωνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που αποδίδεται στα μακριά και αδύνατα πόδια, κυρίως γυναικών και καλαθοσφαιριστών.

Προέρχεται από το βυζαντινό «καννίον» [κανί στα νεοελληνικά], εκκλησιαστικό σκεύος που προσομοιάζει στο καλάμι.

Συγγενής λέξη είναι η γνωστή κάννη των όπλων.

Καλά μας δουλεύεις; Έσκασες μύτη με τη γκόμενα που είχε τα κανιά στο ίσωμα, για να τή γνωρίσεις στη μάνα σου; Εσύ δεν παίζεσαι φιλαράκο... Η γυναίκα θα έχει σχηματίσει την καλύτερη άποψη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified