Επίθημα της αργκό και καθομιλουμένης, που κοτσάρεται συνήθως σε ουσιαστικά για να προσδώσει ειρωνεία.
Από το αγγλικό παραγωγικό επίθημα -ation.
Στα παραδείγματα, ήδη καταχωρισμένα λήμματα στο σάιτ.
Επίθημα της αργκό και καθομιλουμένης, που κοτσάρεται συνήθως σε ουσιαστικά για να προσδώσει ειρωνεία.
Από το αγγλικό παραγωγικό επίθημα -ation.
Στα παραδείγματα, ήδη καταχωρισμένα λήμματα στο σάιτ.
Got a better definition? Add it!
Κοροϊδευτικά το συγκρότημα Active Member, προφανώς λόγω του εύσωμου(;) τραγουδιστή τους.
Τι διάολο βρίσκεις σε αυτούς τους Active Burger δεν μπορώ να καταλάβω. Βάλε κανα Ζαμπέτα να γουστάρουμε!
Got a better definition? Add it!
Το αέρα πατέρα στα αγγλικά. Χρησιμοποιείται μαζί με την ελληνική εκδοχή ή και μόνο του για να τονίσει ακόμα περισσότερο το «αερητζίδικο» του πράγματος.
Όνομα ανύπαρκτης αεροπορικής εταιρείας, που προέρχεται από πιστή μετάφραση της γνωστής φράσης «αέρα πατέρα». Χρησιμοποιείται χάριν αστεϊσμού μεταξύ κολλητών, για να υπερτονίσει το ανύπαρκτο ή το ανέφικτο μιας κατάστασης.
(Διάλογος μεταξύ κολλητών)
- Και του έκοψες και απόδειξη για τα πράγματα που του πούλησες;
- Καλά μαλάκας είσαι;
Air father σου λέω, αέρα πατέρα πως το λένε... Μιλάμε για εντελώς μαύρα λεφτά.
-Και με ποια αεροπορική εταιρεία θα πετάξετε;
-Με την air father! Ποια εταιρεία και μαλακίες ρε, με λεωφορείο θα πάμε τελικά!
Got a better definition? Add it!
Μπορεί να χαρακτηριστεί μπαμπαδισμός και σεφερλισμός, πάντως ακουγόταν στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Προφανώς από το are you serious;
- Θέλω το αυτοκίνητό σου να πάω σε έναν γάμο στην Κόρινθο.
- Are you syrious or palestinious;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το μουνί. Από το παλιό σλόγκαν διαφήμισης του προϊόντος «ό,τι καλύτερο για τον άντρα». Ασφάλουσλυ, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τον κώλο.
- Μου προσέφερε το Axe της.
Got a better definition? Add it!
Όρος, μεταξύ άλλων, του TikTok, είναι η μόδα που εμπνέεται από το μπαλέτο.
Η ταινία του Λάνθιμου έχει balletcore στοιχεία.
Got a better definition? Add it!
To αντώνυμο του woke.
Σήμαινε αρχικά το να είσαι ο εαυτός σου και να μη νοιάζεσαι για το πώς σε βλέπουν οι άλλοι. Στην αρχή στην αφροαμερικανική σλανγκ σήμαινε το να συμπεριφέρεσαι σαν να έχεις εθιστεί στο κρακ. (Δες).
Έχω βαρεθεί το woke ξέπλυμα, θα γίνω based πάλι.
Got a better definition? Add it!
Ο θλιβερά χοντρός τύπος, ο μαν που κατεβάζει μια Πίτσα Χατ για πλάκα (όταν λέμε Πίτσα Χατ, εννοούμε το μαγαζί ολόκληρο).
-Χαλάρωσε ρε Τάσο, 10 μπριζόλες μονοκοπανιά έχεις κατεβάσει από το πρωί, big smoke θα γίνεις!
Βλ. και liposan, αβοκάντο, αρκούδα, βόιδαγλας, βους, βυζόχερος, εύχοντρος, ζελές, θωρηκτό Ποτέμκιν, ιπποπόταμος, κινητό χασάπικο, κουμπαράς, κρεοπωλείο η αφθονία, Μπίλιας, μπόγος, ντουλάπα, ξίγκι, Οβελίξ, πατσοκοιλιάς, σμπόκος, χοντρολίπαρος, χοντρομπαλάς
Got a better definition? Add it!
Πέραν του γνωστού πρωτοκόλλου ασύρματης σύνδεσης ηλεκτρονικών συσκευών σε ακτίνα 10 μέτρων, ο όρος τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται για να περιγράψει, πολύ εύγλωττα είναι αλήθεια, αυτό που τις περασμένες δεκαετίες περιέγραφε ο όρος «πρασινοφρουρός». Πέρασαν τα χρόνια, έφυγε το ΠΑΣΟΚ, ήρθε η ΝΔ και η ψηφιακή σύγκλιση, οπότε το πάλαι ποτέ «δόντι» που χρειαζόταν για να μπεις στο δημόσιο σε συνδυασμό με το «γαλάζιο» χρώμα της νέας διακυβέρνησης οδήγησαν αναπόφευκτα στη χρήση του αθώου bluetooth για την περιγραφή του φαινομένου.
- Και βλέπω ποιον, αν έχεις το Θεό σου, ρε μαλάκα; Τον Βρασίδα, τον άχρηστο, τον ΙQ ραδικιού, στο γραφείο με γραμματέα, ταμπελάκι μπροστά με τ' όνομά του, μεγαλεία πράματα. Και μετά μου λες ΑΣΕΠ και μαλακίες τούμπανα. Bluetooth αγόρι μου, bluetooth.
- Ναι, όταν τα έκανε το ΠΑΣΟΚ 20 χρόνια με τους πρασινοφρουρούς καλά ήταν.
Βλ. και δόντι, βύσμα κονέ, χαυλιόδοντας. Σχετικά: ρουσφέτι, ρουσφετοπωλείο.
Got a better definition? Add it!
Ο έχων βύσμα συνδεδεμένο στην κονσόλα της κυβερνητικής παράταξης. Με άλλα λόγια, όταν έχεις δόντι στο νυν κυβερνητικό κόμμα.
- Έχω του κόσμου τα πτυχία, αλλά δεν μπορώ να διοριστώ.
- Ναι αλλά ουκ εν τω πολλώ το ευ φίλε μου. Έχεις παρωχημένη τεχνολογία φίλε μου. Σου λείπει το μπλου τουθ.
Got a better definition? Add it!