Further tags

Πάσσαλος πρόσδεσης σκάφους ,δέστρα. Μπορεῖ νὰ βρίσκεται στὸ μόλο (φωτ.1) ἤ πάνω στὸ σκάφος (φωτ.2) (τονοδέτης, δέστρα επί του πλοίου, κίονας, κίονας πρόσδεσης σχοινιών, κιονίσκος μπαμπαδέλι ἐδῶ)

Πριν δέκα μήνες, στις 16 Αυγούστου 2001 βρισκόταν στην πρύμη του πλοίου και κατέβαζε τους καταπέλτες, όταν πάνω στο ρεμέτζο στην Παροικιά της Παρου κόπηκε σύρριζα η μεσαία μπίντα (τονοδέτης), δίχως μάλιστα να κοπεί ο κάβος, και τον σκότωσε ακαριαία. ἐδῶ

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ

Ἀπὸ τὸ Ἀγγλικὸ bitt: δέστρα σκάφους, "μπαμπάς", μπίντα ἐδῶ

Εἶχα ὑπ' ὅψιν μου καὶ μιὰν ἄλλην ἐτυμολογία, ἀπὸ τὸ Ἰσπανικὸ pinta:βαμένη, ἀλλὰ μετὰ τὴν πρώτη (ποὺ βρῆκα στὸ διαδίκτυο) ἡ δεύτερη μᾶλλον δὲν πρέπει νὰ εἶναι σωστὴ.

φωτ. 1φωτ. 2

Ἡ ἴδιες ὀνομασίες ἰσχύουν καὶ γιὰ τὰ παραδοσιακὰ ξύλινα σκάφη, ὅπου φυσικὰ οἱ δέστρες εἶναι ἀπὸ ξύλο, ποὺ οἱ παλιοὶ καραβομαραγκοὶ σκάλιζαν στὸ χέρι μὲ πολὺ μεράκι φτιάχνοντας κομψοτεχνήματα. Ἐδῶ μπίντες ἔλεγαν τὶς κεντρικὲς δέστρες ποὺ ἦταν τοποθετημένες στὴν πλώρη καὶ στὴν πρύμη τοῦ καϊκιοῦ καὶ ἦταν γερὰ στερεωμένες μὲ χοντρὲς βίδες (στριφώνια) στὸν κεντρικό ἄξονα τοῦ σκελετοῦ τοῦ σκάφους. Ἐνῶ μπαμπάδες ἔλεγαν τὶς μικρότερες δέστρες ποὺ ἦταν τοποθετημένες στὶς δυὸ πλευρὲς τῆς πρύμης καὶ τῆς πλώρης καὶ ἦταν στερεωμένες στὸν πλευρικὸ σκελετὸ τοῦ σκάφους. Σὲ μικρότερα σκάφη, ἰδιαίτερα στὰ ἁλιευτικὰ, οἱ μπαμπάδες ἦταν "φυτευτοὶ" στὶς κουπαστὲς γιὰ ν' ἀφαιροῦνται ὅποτε ἐμπόδιζαν τὸ ρίξιμο ἤ τὸ σήκωμα κάποιων ἁλιευτικῶν ἐργαλείων (δίχτυα, παραγάδια, τράτα κλπ).

Μεταφορικῶς λέγεται καὶ γιὰ χαζοὺς, ἄμυαλους ανθρώπους. Ἄν δὲν μὲ ἀπατᾶ ἡ μνήμη μου τὴν ἔχω διαβάσει σὲ κάποιο πεζὸ τοῦ Καββαδία.

Καλὸ παιδὶ, δὲ λέω, ἀλλ' ἀπὸ μυαλὸ σκέτη μπίντα!

Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ ἄς αναφερθοῦμε καὶ στὸ "μπίντα γιάλα" ρεμπέτικο τοῦ Παναγιώτη Τούντα ἠχογραφημένο το 1932 μὲ τὴ Ρόζα Ἐσκενάζυ καὶ το 1933 μὲ τὸ Στελλάκη Περπινιάδη, μὲ παραλλαγμένους στίχους ποὺ κατὰ κάποιον τρόπο ἀπαντοῦσαν στὸ ἐρωτικὸ κάλεσμα της πρώτης ἠχογράφησης. Ἀπὸ σχετικὴ ἔρευνα στὸ διαδίκτυο, ἐνῶ βρῆκα τὴν ἐτυμολογία τοῦ γιάλα (Τουρκικὸ yallah προτρεπτικὸ ἐπιφώνημα: ἐμπρὸς!, ἄντε! ἐδῶ), δὲν βρῆκα κάποια πιθανὴ ἐτυμολογία τοῦ μπίντα. Πάντως στὴν πρώτη ἠχογράφηση ἡ Ρόζα λέει μπίντι γιάλα καὶ, ὅπως βρῆκα ἐδῶ ...η λέξη "bint" στα αραβικά σημαίνει "κόρη" και "κορίτσι" και "binti" σημαίνει "κόρη μου", "κορίτσι μου".

ΜΠΙΝΤΑ ΓΙΑΛΑ

Τὸ τραγούδι πάντως καθιερώθηκε ὡς Μπίντα γιάλα καὶ ἔγινε μάλιστα καὶ προσωνύμιο τοῦ παραδοσιακοῦ μουσικοῦ Νίκου Καλαϊτζῆ, ἀπὸ τὸ Μεσότοπο τῆς Λέσβου ποὺ ἔγινε γνωστὸς ὡς Μπινταγιάλας ἐδῶ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που όταν κοιμάται, ροχαλίζει (πολύ). Τόσο όσο δεν περνά (εύκολα) απαρατήρητο και μπορεί να καταντήσει εκνευριστικό, όσο και οι συνέπειες από την αϋπνία μετά.


- Κομμένο σε βλέπω σήμερα...
- Μ' άφησες όλη νύχτα να κοιμηθώ, βρε μαλάκα; Και με φλόμωσες και μου ροχάλιζες... Τί είσαι συ ρε πούστη μου;
- Χαχαχα! Έλα τώρα... Μήπως υπερβάλλεις λιγάκι;
- Τί υπερβάλλω, ρε; Είσαι συ ένα ροχαλιστήρι και πορδοκλανιριτζίδι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Νίκος Φίλης, ο νυν υπουργός της παιδείας (;) μας. (βλ. κατελισμός)


Βλ. εδώ κι εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1.Pas question! Ούτε συζήτηση! Ούτε (να τολμήσεις) να το διανοηθείς. Αποθάρρυνση που λειτουργεί αποτρεπτικά για τον αποδέκτη και ο,τι πρότεινε ή είπε με έντονα επιπληκτική διάθεση. Χρησιμοποιείται αντί της προστακτικής ενεστώτα "ξέχνα το", μετριάζοντας την επιθετικότητά της, αλλά αναβαθμίζοντας το δασκαλίστικο ύφος της. Ο φρονιμότερος (ίσως και μεγαλύτερος σε ηλικία) βάζει μυαλό και θέτει όρια στον υπό την επίβλεψή του συνομιλητή που συνήθως των χαρακτηρίζει μια τάση ελαφρότητας παραπάνω. Τα πράγματα εδώ για τον επιπλήττοντα είναι αδιαπραγμάτευτα και δε χαρίζει κάστανα.


- Και είπαμε με τα κορίτσια να πάμε στη συναυλία των motörhead. Να, εδώ δώσαμε ραντεβού αύριο τ' απόγευμα...
- Αυτοί οι παλιοροκάδες σας κάψανε! Με τα μαλλιά μέχρι το πάτωμα και τα μυαλά στα κάγκελα! Να πας και να μου πάρεις και τίποτα ναρκωτικά;
- Έλα ρε μάνα, μη γίνεσαι σπαστικιά... Εγώ φταίω που έρχομαι και σ'τα λέω και τα καρφώνω... Ήθελα να'ξερα πιο παιδί άλλο κάνει τέτοιες βλακείες, να του τη σπάνε και να τ'ακούει κι από πάνω... Ένα συγκρότημα είναι, πώς κάνεις έτσι!...
- Δεν το'ξερα πως έπρεπε να συμφωνήσω και να συνεργαστώ! Άκου να σου πω, επειδή έχεις σηκώσει μπαϊράκι αλλά αυτά δεν τα σηκώνω εγώ, είμαι η μάνα σου και πρέπει να μ'ακούς. Τα παράπονά σου στις φίλες σου! Δε θα πας, πάει και τελείωσε. Βγάλ'το απ'το μυαλό σου. Ξέχασέ το.

2.Δεν υπάρχει, είναι απίστευτο, είναι άφθαστο, τέλειο και για άνθρωπο: είναι τσακάλι και δεν πιάνεται, είναι ικανότατος στα όρια της ιδιοφυίας και του θαυμασμού που προξενείται από έντονο δέος, συστολή και ταπεινότητα προς αποδοχήν του ανωτέρου που αναγνωρίζεται η αξία του χωρίς περιθώριο για μικροπρέπειες και μικροψυχίες. Αυτός που επιβάλλεται ως ο καλύτερος και το κερδίζει με τα τσαρούχια. Απαλάξου λοιπόν από την έγνοια του μπελά σου, γιατί ο Μεσσίας ο ανυπέρβλητος θα σε σώσει και θα καθαρίσει για σένα. Απλώς ξέχασέ το κι ασ' τον εκείνον να κάνει τη δουλειά. Εσύ κοιμάσαι και η τύχη σου δουλεύει από τον "ξέχασέ το", ΤΗΝ αυθεντία... Δε χωρεί αμφιβολίας περί τούτου μη με λες Ασημίνα, Λαμέ, Λαμέ να με λες.


- Πω ρε φίλε... Ασ'τα γιατί είμαι να με κλαιν οι ρέγγες. Δεν ξέρω τί σκατά έπαθε το τάμπλετ μου... Τρία χρόνια απ'τη ζωή μου έχω κει μέσα, εργασίες, αρχεία, χώρια τις φωτογραφίες και δεγκζερωγωτί... Μού'ρχεται να πάω να πεθάνω... Απ'όπου και να με πιάσεις, θα σκάσω! Γαμώ την τύχη μου...
- Πώς κάνεις έτσι! Θα πω του Αντωνάκη και να δεις θα τη βγάλει την άκρη... Είναι διάολος σ'αυτά. Έννοια σου...
- Αλήθεια; Είναι τόσο καλός;
- Ξέχασέ το.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τον έχουνε μπανίσει. Αν ισχύει το αξιοζήλευτον της παρακολούθησής του και το άκρως σκανδαλιστικό εις τα ιδιαίτερά του με νεγκλιζέ ή άλλου είδους ελλιπή περιβολή λόγω κατάστασης - ειδικού περιβάλλοντος(π.χ. μαγιό, μπικίνι, τρικίνι και πλέον και τόπλες) κατ' επέκταση είναι ο γουστόζικος, ο τραβηχτικός τα βλέμματα, ο ωραίος. Απαντάται στο ουδέτερο γένος στην έκφραση "μπάνικο μωρό" συχνότατα.Το μπάνικο παρόλα αυτά αφορά σε κάτι άψυχο, σε κάτι που αντιμετωπίζεται ως αντικείμενο προς απόκτηση και επίδειξή του ως τρόπαιο, έστω κι αν δεν είναι και ως κάτι που οπωσδήποτε αναμένεται να αναβαθμίσει το κύρος του κατόχου του.


1.- Πω, ρε φίλε... Κοίτα με τρόπο ένα μπάνικο μωρό που περνάει μόλις τώρα... με τρόπο ρε κάφρε, μην καρφωθούμε!
2.- Κοίτα μαλάκα τι μπάνισα!... Με δύο σιμ, λειτουργικό γουίντοουζ, 4πύρυνο στα 1200 MHz, κάμερα 5mp μόνο 60 ευρουλάκια! Λέω να το τσιμπίσω... Τα αντρόιντ σ' αυτά τα λεφτά είναι τραγικά - ειδικά οι οθόνες τους δε βλέπονται...
- Μαλάκα, είναι όντως μπάνικο; Γιατί εμείς τα πληρώνουμε μετά με τη γκρίνια σου, "μου βγήκε τό' να άχρηστο, μου βγήκε τ' άλλο σάπιο"... Ξέρω' γω... Πάρ' το και βάλ' το στον κώλο σου όμως μετά, σε προειδοποιώ...Άντε να μου χαθείς, Μπιλ Γκέιτς - τρομάρα σου! Εσύ και τα γκάτζετ σου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασσικός τύπος εργασιακού συναδέλφου, ο οποίος έχει την ενοχλητική συνήθεια να παρεμβαίνει απροκάλυπτα και να διαλύει τη ρομαντική ατμόσφαιρα που πιθανόν να έχει δημιουργηθεί μεταξύ δύο άλλων συναδέλφων που "συνεργάζονται" στενά.

Ότι είχα καθίσει δίπλα της και δουλεύαμε μαζί στον υπολογιστή, τσουπ ήρθε ο Κώστας ο χαλάστρας και άρχισε να μας λέει τις παπαριές του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαϊκή παραφθορά του Amber Alert, μια κοινοποίηση που γίνεται στα ΜΜΕ σχετικά με παιδιά που έχουν εξαφανιστεί ούτως ώστε να βοηθήσει το καναπεδοκένταυρο φιλοθεάμον κοινό στην εύρεσή τους.

Ο όρος αμπελαλέ είναι διγενής: και το αμπελαλέ και ο αμπελαλέ. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ισοδυναμεί με το ότι κάποιος εξαφανίστηκε εξ αδοκήτω, έγινε μπουχός.

Δια την ιστορίαν, Άμπερ λεγόταν το πρώτο κοριτσάκι που χάθηκε στο Αμέρικα και αλέρτ είναι ο συναγερμός στην αγγλική.

Ο Τάκης Τσουκαλάς, γνωστός και ως «δύο χέρια, τρία πόδια» που έκανε τον νεκρό σε κάτι κάδους, αυτός ο ρηξικέλευθος νεολογιστής της ελληνικής, ο οποίος λοιδορείται με την πρώτη ευκαιρία από τους ανφαγκατέδες ψευδοφύλακες της αστικής γλωσσικής ορθότητας που λίγη σχέση με την πραγματική (από μια κοινωνιογλωσσολογική σκοπιά τουλάχιστον) γλώσσα έχει, παραδομένος σε μια αισθητηριακά συγκρητική παρόρμηση χρησιμοποιεί τον όρο «αμπελαλέ» ακούσια συνενώνοντας δύο άγνωστες και ανύπαρκτες γι'αυτόν λέξεις για να δείξει ότι κάποιος εξαφανίστηκε ξαφνικά και τον ψάχνουνε.

Επίσης, το αμπελαλέ μπορεί να σχετιστεί με το σίλβερ αλέρτ, το οποίο αφορά εξαφάνιση ηλικιωμένων, οπότε έχουμε και δεύτερη ποδοσφαιρική κατηγόρια.

- Ο ένας παίκτης που ήθελε να πάρει ο ΠΑΟΚ, τον ψάχνουνε στο αμπελαλέ.

- Τι;

- Πώς το λένε αυτό; Αμπελαλέ δεν το λένε;

- Ποιο;

- Το αμπελαλέ, Άκη (σ.σ. έτερος σύγγαυρος μα όχι και λεξιγεννήτωρ), του Αντένα, εκεί που λέει χάθηκε ο άλλος και τον ψάχνουνε, αα (σ.σ. ακατάληπτο), ειδοποιήστε στο αμπελαλέ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διεθνής και υπεραιωνία κατηγορία πότη που καταναλώνει μόνο ουίσκι και δεν καταδέχεται άλλο ποτό. Ο χαρακτηρισμός αυτός έχει κύρος, σε αντίθεση με το ουισκάκιας που δηλώνει τον ντεμέκ ουισκά, ή τον φτηνιάρη ουισκά, τον ουισκά που κατρακύλησε από την υπερκατανάλωση, τεσπα όχι τον ουισκά με πεντιγκρί.

Και για άλλα ποτά παίζει η κατάληξη -άς (κονιακάς, μπυράς) αλλά πολύ πιο σπάνια, νομίζω.

  1. Διαβάζοντας τα διάφορα δελτία τύπου που έχουν ήδη γραφτεί για το Double Black ξεχωρίζω κάποιες κοινές λέξεις ανθρώπων του marketing όπως, κομψότητα, μυστήριο, σκοτεινός χαρακτήρας, υψηλών απαιτήσεων και κάποια ακόμη. Μπερδεύομαι λίγο με όλα αυτά και για να πω την αλήθεια, μιας και είμαι ουισκάς, δεν μου πολυαρέσουν. Πίνω ένα διπλό σκέτο Double Black ακούγοντας Τζαζ. Τότε ακούγοντας την μυστηριώδη φωνή της Billie Holiday στο P.S. I Love You σε μουσική του Gordon Jenkins και στίχους του τεράστιου Johnny Mercer σε μια ηχογράφηση του 1954 βλέπω το φως το αληθινό! Αυτό είναι το Double Black. Ένα ταξίδι σε άλλη εποχή. Δεν μπορείς να το πιεις στην κουζίνα σου που φτιάχνεις και τον φραπέ σου. Δεν μπορείς να το πιεις σε ένα καναπέ γεμάτο κουτάκια μπύρας, κουτιά πίτσας και τσαλακωμένες εφημερίδες. Δεν μπορείς να το πιεις ακούγοντας φασαριόζικη μουσική. ... Είναι το ουίσκι του Humphrey Bogart στην ταινία The Big Sleep του 1946. ... Το Double Black ανοίγει νέα κεφάλαια αναμνήσεων από άλλες πιο κλασάτες εποχές.

  2. Αυτό το έχω πει με μερικά καλά μολτ (τι καλά; Θεϊκά. Τι θεϊκά; Ημίθεα!). Για τα καλύτερα απ' αυτά, έλεγα «Τύφλα να 'χουνε τα μπράντια, τα κονιάκια κι όλα τ' άλλα τα φαρμάκια». Ωστόσο, από ευρωπαϊκά ποτά, είμαι μάλλον ουισκάς (για κάποιες άριστες μπράντες τουλάχιστον) παρά κονιακάς.

  3. Εσύ είσαι ουισκάς, ε? ή θυμάμαι λάθος?.. Ναι ουισκάς είμαι, αλλά το καλοκαίρι φέρνει πολύ ζέστη το ουίσκυ..

Όλα από το νέτι, στα πρώτα αποτελέσματα της αναζήτησης της λέξης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που έχει στόμα χάρβαλο, που βρίζει ακατασχέτως.

Πέραν του πρώτου, φρεσκότατου παραδείγματος ο γούγλης δεν δίνει τίποτα άλλο, αλλά, όπως έχουμε ξαναπεί, δε μας χέζει κι αυτός ο μαλάκας, να πα να γαμηθεί ο ξεφτίλας, πετάγεται σαν την πούτσα το κάθε μαλακισμένο να μας πει πώς θα κάνουμε τη δουλειά μας μη χέσω, ε ρε βίτσα πούτσα και στενά παπούτσα που θέλουνε κάτι καρακαργιόλια...

-Καλό παιδί ο εγγονός σου κυρά Πολυξένη.
-Ναι καλός. Μόνο που είναι λίγο χαρβαλόστομος.
Εννοούσε ότι βρίζει.
Όλα αυτά πριν καμιά εικοσαριά χρόνια.

εδώ, σχόλιο 162

Οι χαρβαλόστομοι ταγματασφαλίτες άρχισαν να γαμοσταυρίζουν και να σκατολογούν τ' αντάρτικο.

Από μνήμης, από τον Καπετάν Άρη του Κωστή Παπακόγκου, εκδ. Παπαζήση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πιώμας, ο μπεκρούλιακας, αλλά σε city φάση. Δηλ. αυτός που πάει σταθερά και την πίνει σε ένα μπαράκι ή στο σπίτι του, αλλά δεν του φαίνεται τόσο. Ο αλκοολικός, ειρωνικά και εξευγενισμένα συγχρόνως.

Ως λέξη ανήκει στην νέας κοπής κατηγορία χαρακτηρισμών τ. αριστερούλης κττ.

(ντισκλέιμερ: προσώπικλυ την σιχαίνομαι την κατάληξη αυτή)

- Ρε δεν ήξερα ότι ο Αντρέας την έπινε χρόνια ολόκληρα στο Λώρας!
- Ναι ρε συ, μέγας ποτούλης λέμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified