Further tags

Ύστερα από την εισβολή των τροϊκανών, ασημικά είναι η περιουσία του Δημοσίου που καλείται να εκποιηθεί (κατ' άλλους να «αξιοποιηθεί», στην καλύτερη των περιπτώσεων, αν τα καταφέρουμε), προκειμένου να καλυφθεί μέρος του δημοσίου χρέους. Η μεταφορά είναι προφ από το ζευγάρι ή οικογένεια που, σε δύσκολες στιγμές, όταν δεν έχει τι άλλο να δώσει, εκποιεί τα οικογενειακά ασημικά, προικιά κ.τ.λ. για να σωθεί. Τα ασημικά, όταν μιλάμε για μια χώρα βέβαια, είναι γαίες, ακίνητη περιουσία, κρατικές υπηρεσίες και επιχειρήσεις, πακέτα μετοχών και πολλά άλλα. Το κάψαμε το λίπος πατριώτη!

  1. «Ασημικά» αξίας 50 δις ευρώ πουλά η κυβέρνηση. (Δες).

  2. Η συνταγή του ΔΝΤ: Σε δανείζω, δεν πληρώνεις, πουλάς κοψοχρονιάς και αγοράζω τα ασημικά.. (Δες).

  3. Μου 'φαγες όλα τα δαχτυλίδια (γιατί τ' ασηµικά δεν έφτασαν) (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ανπιστεύταμπλ, ανπιστέφταμπλ

Είναι η ελληνοποιημένη απόδοση του αντίστοιχου αγγλικού «unbeliavable» και σημαίνει «απίστευτο»!

Ωχ!!! Πώς το κανες αυτό ρε φίλε;; ανπιστεύαμπλ!!!

You\'re unpisteftable (από Vrastaman, 11/02/11)

βλ. και unpisteftable, unpisteutable, απιστεύταμπολ και το συγγενές καταπληκτικμάν. Δες και ανπιστεύταπολ στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιφώνημα που εκφράζει απειλή και σκοπό έχει να τρομοκρατήσει τον αντίπαλο σε τέτοιο βαθμό ώστε να τα κάνει πάνω του. Προφέρεται δυνατά, ενώ έχετε πάρει μια τρομερά απειλητική έκφραση σμίγοντας τα φρύδια και σφίγγοντας τα δόντια γέρνετε το σώμα σας ελαφριά μπροστά για να νιώσει την εν λόγω απειλή ο αντίπαλος.

(σε ελεύθερη απόδοση)
Ιππότης 1: -Είμαστε οι ιππότες που λένε «Νι»!
Ιππότης 2: -Νι!
Ιππότης 3-ΝΙ!
Ιππότης ν-Νι!
Αντίπαλος (απομακρύνεται τρέχοντας και πανικόβλητος) -Αααααααα!

Οι ιππότες που λένε "Νι" (από Doctor, 27/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προφανώς, εκ του αγγλικού «free».

Ως επίρρημα, χρησιμοποιείται με τις ακόλουθες έννοιες:

  1. Ανερυθρίαστα, ασύστολα.
  2. Απρόσεκτα, απερίσκεπτα.
  3. Ανέμελα, ξέγνοιαστα.

Ως επίθετο, περιγράφει τον χαβαλέ και τον σταρχιδιστή.

  1. Και μπαίνει μέσα φρι και αρχίζει να κατεβάζει χριστοπαναγίες χωρίς κανένα λόγο.

  2. Πέρασε φρι τον δρόμο, και - όπως ήταν φυσικό - παραλίγο να τον χτυπήσει ένα αμάξι.

  3. Περνάω πολύ φρι τον τελευταίο καιρό - έχει τελειώσει η εξεταστική και είμαι στην ξάπλα.

Φρί στο Φρύ (λιμάνι+χώρα Κάσου).  (από GATZMAN, 23/01/11)(άκυρο...) (από Τσακ εις την μέσην, 23/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Προειδοποίηση: μη βαράτε χρονιάρες μέρες!)

Άγνωστης σημασίας και ετύμου αγγλιά, η οποία εδώ και μερικά χρόνια εμφανίζεται ως όνομα βάρκας στην Αίγινα και έχει παραξενέψει κάποιους μπλογκεράδες, όπως θα δείτε με ένα απλό γουγλάρισμα -για να μην σας πήζω στα λυνξ.

Εμένα μου κάνει για φάση γούτσου, αλλά κάποιος από σας μπορεί να ξέρει κάτι παραπάνω.

Καθισμένοι σε κάποιο από αυτά τα παγκάκια μπορείτε να δείτε στο λιμανάκι, την «Ελένη» να φλερτάρει κουνιστή και λυγιστή με τον ...«Μπουσμπουρέισον»...
από δω

(από ironick, 31/12/10)Svalutation από τον μεγάλο Adriano Celentano (από allivegp, 08/11/12)

Δες και -έισον, -έισιον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οκ δεν είναι slang, per se αλλά κάποιοι μυημένοι στο pulp fiction το λένε κατά κόρον.

Αναφερόμαστε φυσικά στην τελευταία σκηνή του έργου όπου λαμβάνει μέρος η επική στιχομυθία, μέρος της οποίας παραθέτω αυτούσια.

Αυτός που κάνει γουόκ δη έρθ, στην ουσία δεν έχει κανένα πλάνο, απλά υπάρχει χωρίς να έχει προγραμματίσει τίποτα. Είτε από βαρεμάρα, είτε από στάση ζωής (βλ. χίπης*), είτε απλά λόγω συγκυριών, περιφέρεται σε μια αφηρημένη (abstract) κατάσταση χωρίς στόχο και προορισμό.

VINCENT
So if you're quitting the life, what'll you do;

JULES
That's what I've been sitting here contemplating. First, I'm gonna deliver this case to Marsellus. Then, basically, I'm gonna walk the earth.

VINCENT
What do you mean, walk the earth;

JULES
You know, like Caine in «KUNG FU». Just walk from town to town, meet people, get in adventures.

VINCENT
How long do you intend to walk the earth;

JULES
Until God puts me where he want me to be.

VINCENT
What if he never does;

JULES
If it takes forever, I'll wait forever.

VINCENT
So you decided to be a bum;

JULES
I'll just be Jules, Vincent - no more, no less.

VINCENT
No Jules, you're gonna be like those pieces of shit out there who beg for change. They walk around like a bunch of fuckin' zombies, they sleep in garbage bins, they eat what I throw away, and dogs piss on 'em. They got a word for 'em, they're called bums. And without a job, residence, or legal tender, that's what you're gonna be - a fuckin' bum!

(Τηλεφωνική συνομιλία για κανόνισμα)

- Έλα ρε, τι λέει;
- Τίποτα έδω, μαλακίες...
- Τι θα κάνεις;
- Τίποτα ρε. γουόκ δη έρθ, δεν έχω πλάνο
- Κλασικός Κώστας....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μποτιλιάρισμα ή αμφορεάρισμα των αυτοκινήτων, έτσι ώστε να ακινητοποιούνται πλήρως και να θυμίζουν τουτού στοιβαγμένα σε πάρκινγκ. Λέγεται και φωτογραφία. Άμα είσαι σεντανάκιας, ας πρόσεχες...

Πάσα: Αγκού.

- Πάλι πορεία στο κέντρο έχει και την κάνανε πάρκινγκ την Κηφισίας, γαμώ τον Τσίπρα μου μέσα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μάλιστα κύριε είναι ό,τι για τους Αγγλοσάξονες ο yes-man, δηλαδή ο υποτακτικός και δουλοπρεπής υφιστάμενος. Έχω την εντύπωση ότι όταν χρησιμοποιείται στα ελληνικά ως ουσιαστικοποιημένο, (πιο συχνά πρόσφατα) γίνεται κατά αναλογία προς την αγγλική έκφραση.

Ρουμάνος: Δύο πράγματα απεχθάνομαι: Αυτούς που φέρνουν αντιπαραγωγικές αντιρρήσεις, και τους μάλιστα κύριε.

(από Khan, 15/12/10)(από jesus, 15/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό lag (αργοπορώ, καθυστερώ, μένω πίσω, χασομερώ, χρονοτριβώ και γενικά ακολουθώ με διαφορά φάσης).

Συντάσσεται πολύ συχνά με ποσοτικά επιρρήματα και τα: αισχρά, τρελά, άπειρα, τίγκα.

Χρησιμοποιείται:

  • Κυρίως για Η/Υ (και σχετικά συμπράγκαλα π.χ. ποντίκια, εικόνα στην οθόνη), δίκτυα Η/Υ, ήχο που ανεβαίνει ή κατεβαίνει απ’ το νέτι αλλά και κινητά (συχνότατα στο πρώτο πρόσωπο αντί του τρίτου), σημαίνοντας πως το πρόγραμμα που χρησιμοποιεί ο χρήστης, το παιχνίδι που παίζει ονλάιν ή η σύνδεση του δικτύου (μπορεί και να μην είναι απαραίτητα το νέτι) κολλάει, ανταποκρίνεται αργά ή άσχημα μ’ αποτέλεσμα να συφιλιάζεται ο χρήστης. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε μικρή RAM, φορτωμένο επεξεργαστή, χαμηλή ποιότητα σύνδεσης πρόβλημα στην κάρτα γραφικών, μη ενημερωμένο λογισμικό κλπ. Κυκλοφορεί και το τρώω λαγκ με την ίδια έννοια.
  • Επίσης, σε σχέση με μηχανές κάθε είδους αλλά κυρίως με κινητήρες αγωνιστικών αυτοκινήτων, οπότε σημαίνει πως καθυστερεί ή δεν γίνεται ομαλά η μετάβαση από μια ταχύτητα σε ψηλότερη, πως η απόδοση δεν είναι ικανοποιητική.
  • Λιγότερο, με πρόσωπα, οπότε σημαίνει πως το άτομο (περισσότερο συγκυριακά παρά μονίμως) κολλάει, δε στροφάρει, τα χάνει, κωλώνει, δεν αντιδρά όπως πρέπει λόγω συναισθηματικής φόρτισης, αφηρημάδας, κούρασης, φόβου.
  • Σπάνια, με ιστορίες, διηγήσεις, άρθρα, οπότε σημαίνει πως κάτι μπάζει, δε στέκει, δεν έχει συγκρότηση, δεν κυλά μ’ αποτέλεσμα να μην πείθει.

1α. «…έχω E8400 στα 3.4ghz 6gb ram και 5770 κάρτα γραφικών παίζω σε 1980 (όλα φουλ εκτός antiliasing) και λαγκάρω άσχημα το cpu χτυπά όλο 100αρια...., λαγκάρει κάνεις άλλος; όχι λαγκ ονλαιν και στο campaing που παίζω λαγκάρω. Τώρα που το δοκίμασα και με 1280 λαγκάρω....» (αγορασμένο)

1β. «Τώρα εγώ φαντάζομαι να έχω κινητό με windows mobile και να λαγκάρει μέχρι να δείξει το μήνυμα και να πεθάνω από τις μ******ς της microsoft.» (αγορασμένο)

2α. «…από 1η σε 2α βλέπω λαγκάρει λίγο και αργεί να φουσκώσει αν δεν κάνω λάθος το παρατήρησα και εγώ...Λογικό το άγχος όλοι άνθρωποι είμαστε και όλοι πάντα θέλουμε να είμαστε νικητές…» (αγορασμένο)

2β. «…Επιπλέον στο dyno μετράς με μια σχέση και όχι όλες όπως σε μια κόντρα, που σε κάθε αλλαγή λαγκάρει το αμάξι λόγω ανοιχτού τύπου σκάστρα και χάνεις δύναμη…» (αγορασμένο)

3α. «…ποιο αστείο; …ναι τώρα που το ξαναδιάβασα με άλλο σκεπτικό, τώρα το κατάλαβα...γαμώτο ήταν καλό... εντάξει λαγκάρω λίγο. Πειράζει;;;» (αγορασμένο)

3β. «–Γιατί δεν έρχεσαι εσύ ρε κότα; Κάθε βράδυ στην πλατεία θα με βρεις. Αν έχεις κότσια πέρνα να σου γαμήσω ό,τι έχεις.
– Σταμάτα να δέρνεις γιατί λαγκάρω.» (αγορασμένο και προσαρμοσμένο)

  1. «…Το άρθρο λαγκάρει. Αφ' ενός, περιέχει ένα μάτσο μπούρδες, όσον αφορά την χρήση της γλώσσας, την λεξοπλασία, κτλ. Αφ' ετέρου, η πλειονότητα των χρηστών έχει εγκαταλείψει…» (αγορασμένο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

GFE = Girl Friend Experience.

Λέξη από τη διάλεκτος των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως κοπέλες σου (με κουβεντούλα, ρομαντισμό) και έτσι.

- Φίλε, πήρα τη Μόνικα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! Σε αποτελείωσε;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ gfe κατάσταση. Μου θύμισε την πρώην μου, τη Λίτσα.
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified