Further tags

Αυτός που συνέχεια λέει και περηφανεύεται για κάτι αλλά ποτέ δεν το αποδεικνύει.
Καικαλάς = υποκριτής = ψευτόμαγκας.
Από το και καλά.

Ο καικαλάς ο Κώστας πάλι μίλαγε για το όταν πλάκωνε τον αδερφό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φοιτητής γεωλογίας σε προχωρημένο έτος, συνήθως μεγαλύτερο/ίσο με 7 χρόνια. Τυπικό παράδειγμα «γεωhumor».

- Καλά, ποιοι είναι όλοι αυτοί που ήρθαν να δώσουν;
- Άσ' τα, με τους πτυχιόσαυρους θα γράψουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πολύ γραμμωμένος σφίχτερμαν. Προφ επειδή τα σκυλιά δεν έχουν λίπος και (στα άτριχα τουλάστιχον) διαγράφονται με ακρίβεια οι μύες.

Επίσης αζ γουή νόου σκυλί είναι η γκόμενα με το ωραίο στεγνό σώμα και το άσχημο πρόσωπο. Στον άντρα που το ωραίο πρόσωπο δεν μετράει και τόσο πολύ - λέμε τώρα - σκύλος σημαίνει απλά με πολύ στεγνό σώμα.

Πάσα: Jeanoir.

Πιάσε το σκύλο εκεί που παίζει ρακέτες! Αν πετάξεις ένα κόκκαλο στον αέρα δεν θα προλάβει να πέσει στην άμμο!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σκηνοθέτης που κάνει ταινίες μικρού μήκους, κατά κύριο λόγο συστηματικά. Δεν είναι μικρομηκάς δηλαδή κάποιος που απλά έκανε και μία μικρού μήκους.

  1. από εδώ: Μικρομηκάς εναντίον Γκερέκου: «Το χρήμα δεν είναι φίμωτρο»
  2. από εδώ: Είσαι μικρομηκάς; Να η ευκαιρία σου!
  3. από εδώ: Ο μικρομηκάς Τέρι Γκίλιαμ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τον δόκιμο καρνάβαλο βλ. λ.χ. εδώ, εδώ και εδώ.

1.Αυτό που μας ενδιαφέρει εδώ είναι ότι χρησιμοποιείται γενικότερα για να δηλώσει κάποιον/αν που έχει στην εμφάνισή του μια εξτραβαγκάντζα, που ντύνεται προκλητικά, επιτηδευμένα σαν προσοχοπουτάνα, κάγκουρας ή καγκούρω, για να τραβήξει όλη την προσοχή πάνω του/της. Και που γενικότερα συμπεριφέρεται με τρόπο γελοίο. Βλ. και καρναβάλι, καρναβαλιστής.

Beyonce: Mε καυτό σορτσάκι και 12ποντο που πας στο σκάφος σαν καρνάβαλος;

Beyonce

Σαν καρνάβαλος εμφανίστηκε ο Ντάνι Άλβες στο Καμπ Νου. Θέμα συζήτησης έχει γίνει ο Βραζιλιάνος δεξιός μπακ της Μπαρτσελόνα, Ντάνι Άλβες με την ενδυμασία με την οποία επέλεξε να εμφανιστεί μετά το τέλος του αγώνα της ομάδας του με την Έλτσε στη μικτή ζώνη του Καμπ Νου. Ο ποδοσφαιριστής εμφανίστηκε φορώντας ένα… πορτοκαλί σακάκι, καπέλο, στρογγυλά γυαλιά και ένα ζευγάρι sarouel σανδάλια. (Εδώ).

Ντάνι Άλβες

Και τα φρύδια και το πρόσωπο και τα χείλη κι ο λαιμός της με μυστρί μπογιατισμένα, σαν σουβάς, όπως και τώρα, κι έμοιαζε καρνάβαλος μεθύστακας. (Από διήγημα του Χάρη Μεττή).

2.Ειδικότερα χρησιμοποιείται για γκέι, και κυρίως για τραβεστί και τρανσέξουαλ, που έχουν ένα αλμοδοβαρικό ζενεσεκουά. Σύγκρινε με: επιτάφιος.

Φοβερος καρναβαλος η Χαρά η τρανς αλλα μυριζει φολα (Από μπουρδελοσάη)

Καρνάβαλος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτικό μπινελίκι συνώνυμο του δουλοπρεπούς μάλιστα-κύριε, του τσανακογλείφτη, του σκυλακίου, του κάθε καρυδιάς -τσολιά. Ξαδερφάκι του μαντρόσκυλου, αλλά συνήθως χωρίς δόντια.

Φοριέται κυρίως σε πολιτικά ντισκούρ (οΘντκ).

Αγγλιστί: lapdog.

- Στο κλείσιμο της διαδικασίας, ο Ανδρεας Λοβέρδος ακούστηκε να φωνάζει "αυτό το κατοικίδιο ζώο", φράση που όπως εκτιμάται αφορούσε τον κ. Διαμαντόπουλο (εδώ)

- Ο Βενιζελος κωλογλυφεται στον Γερμανο αφεντη του σαν δουλικο και προσπαθει να εκμαιευσει κατηγορια κατα του Τσιπρα! Τέτοιο πιστό κατοικίδιο δύσκολα βρίσκει κανείς! (εκεί)

- Η φωτογραφία είναι από το newpost, σάιτ που ανήκει στο γνωστό κατοικίδιο του ΣΚΑΪ, οικόσιτο της ακροδεξιάς, αγράμματο κρατικοδίαιτο δημοσιογραφίσκο και παράσιτο της δημοκρατίας, Τάκη Χατζή... ΦΤΟΥ ΣΟΥ ΞΕΦΤΙΛΑ, ΤΣΟΥΛΑ ΤΗΣ ΝΟΥΔΟΥ! (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εθισμένος σε ενέσιμες ναρκωτικές ουσίες πρεζάκιας που έχει γεμίσει με τρύπες το σώμα του επειδή βαράει ενέσεις, ο τοξότης.

  1. ΤΡΥΠΑΚΗΔΕΣ, ΧΑΠΑΚΗΔΕΣ, ΧΟΡΤΑΡΑΚΗΔΕΣ. Υπερπροστατευμένα παιδιά μικροαστικών γονέων. Μεγάλωσαν με αυτόματο πιλότο βλέποντας τον νευρωτικό περίγυρο να προσκυνά μια την Εκκλησία και μια τον Μαμωνά. Δε δούλεψαν ποτέ στη ζωή τους, τα πάντα τα εύρισκαν και τα βρίσκουν έτοιμα, ας είναι καλά η αγία ελληνική οικογένεια με το κυριακάτικο ροσμπίφ της και το γενναίο χατζιλίκι στα τεμπέλικα κωλοπαιδαράκια της, με τα επώνυμα ρούχα και τα android κινητά τους. Ας είναι καλά επίσης το Σύστημα , που τους παρέχει την άνεση για έκτακτες "απαλλοτριώσεις", για τις ανάγκες του Αγώνα για την απελευθέρωση των μαζών. Ηλίθιοι των ηλεκτρονικών παιχνιδιών και της Θύρας Τάδε, τρυπάκηδες, χαπάκηδες, χορταράκηδες, διψούν για αίμα και καταστροφή, νομίζοντας ότι έτσι δίνουν νόημα στο υπαρξιακό κενό τους, ότι βάζουνε λίγο χρώμα στην απόλυτα άχαρη ζωή τους. (Εδώ)
  2. ρε μαν πώς την παλεύεις, εγώ και την ημέρα σκιάζομαι να πάω στην πρεζόπιατσα. Χώρια που ξενερώνω με τους τρυπάκηδες, μου κόβουν την διάθεση για σέξ. (Από το θρεντ "Ρομαντικές αφηγήσεις της πιάτσας" σε μπουρδελοσάη).
  3. Συγκρίνεις συγκρότημα το οποίο έχει άφταστο κοινωνικο-πολιτικό στίχο, πάρα πολύ καλές παραγωγές (το ξέρουμε για τα κλεμμένα, το ξέρουμε...), το οποίο έχει χαράξει πορεία πάνω σε αυτό που λέγεται ρημαδοελληνικό χιπ χοπ, με τους τζέρτζελους χασισομέθυσους κοκάκηδες τρυπάκηδες ΖΝ. Υπάρχουν κάποια πράγματα που είναι ανόμοια και δεν γίνεται σύγκριση μεταξύ τους. (Από το hiphop.gr).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ερωτικός, ο προκλητικός ερωτικά με τη θετική έννοια, αυτός που προβαίνει σε πρωτόβουλο ερωτικό κάλεσμα, σε αντίθεση με τον χλιμίτζουρα, τον χλεχλέ, τον ξενέρωτο.
Το επίθετο προέρχεται από δημιουργική παράφραση του επιφωνήματος "ζαμπουζάμπου ζαμπουζά", το οποίο χρησιμοποιήθηκε από την Ελένη Βλαχάκη στο επεισόδιο 37 της γνωστής σειράς "Κωνσταντίνου και Ελένης". Είναι μία ακόμα λέξη από αυτές με τις πλούτισε το λεξιλόγιό μας η εν λόγω σειρά.

Ενίοτε χρησιμοποιείται και το επίθετο "ζαμπουζιάρικος" που αναφέρεται σε αντικείμενα/καταστάσεις.

1)Πώς περιμένεις ρε να ρίξεις γκόμενα με αυτή τη φάτσα. Γίνε λίγο ζαμπουζιάρης!
Βαρέθηκα ρε φίλε τη ξινίλα της Μαρίας. Πάμε να βρούμε καμιά ζαμπουζιάρα γκόμενα να κάνουμε παιχνίδι.
2)Καλά η γκόμενα φόρεσε χθες ζαμπουζιάρικα εσώρουχα και με έστειλε!
Τρέλα αυτό το ζαμπουζιάρικο περπάτημα!

η φάση είναι στο 13:37

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση σημαίνει είμαι άκρως επιφυλακτικός, φοβάμαι και τον κώλο μου. Την πρωτάκουσα προς το τέλος της δεκαετίας του '80, όταν ο φόβος για το AIDS είχε φτάσει σε επίπεδα υστερίας.

Τώρα με το AIDS, μαλακία ...και με καπότα!

(Όπως την πρωτάκουσα από το Μανώλη, έναν αυθεντικό λαϊκό άνθρωπο με έμφυτο χιούμορ, χωρίς επιτήδευση και "δήθεν".)

Μιλάμε για πολύ χέστη. Φοβάται και τον ίσκιο του το άτομο. Κατάσταση "μαλακία με καπότα"!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πουλημένος, αυτός που παίρνει αποφάσεις και συμπεριφέρεται με κάποιο τρόπο επειδή τα έχει πιάσει, έχει πάρει λεφτά και είναι ρουφιάνος. Χρησιμοποιείται αρκετά για δημόσια πρόσωπα, όπως πολιτικούς, διανοουμένους, δημοσιογράφους κ.ά. που θεωρείται ότι είναι "εξωνημένα όργανα" κιέτς.

Βλ. και πουλητάρι κι εξαφανιζόλ, όπου φαίνεται να έχει τη σημασία αυτού που σε πουλάει.

1.ΤΕΛΙΚΑ ΚΙ Ο ΤΣΙΠΡΑΣ ΠΟΥΛΗΤΑΡΙ, ΣΕ ΟΛΑ ΝΑΙ, ΔΙΚΟΣ ΤΟΥΣ ΚΙ ΑΥΤΟΣ, ΣΥΝΕΝΝΟΗΜΕΝΟΙ ΝΑ ΤΟΥ ΑΝΟΙΞΕΙ Ο ΣΑΜΑΡΑΣ ΤΟ ΔΡΟΜΟ ΚΑΙ ΝΑ ΤΑ ΠΕΡΑΣΕΙ ΟΛΑ. (Φωνακλάς σε σόσιαλ μήντια).

2.«Πουλητάρι». «Πουλητάρι». Η λέξη δεν υπάρχει στο επίσημο λεξικό της ελληνικής γλώσσας. Αυτές τις μέρες όμως έχει γίνει από τις πλέον διαδεδομένες λέξεις ανάμεσα στις καμαριέρες των ξενοδοχείων της Αθήνας. Τη χρησιμοποιούν μόλις βλέπουν πρώην συναδέλφισσά τους που κάποτε ήταν μάχιμη αλλά σήμερα - καθώς στο μεταξύ έχει δει «το φως το αληθινό» - έχει περάσει στην απέναντι όχθη, έχοντας κάνει στόχο ζωής να χτυπηθούν οι κομμουνιστές στο σωματείο ξενοδοχοϋπαλλήλων Αθήνας, για να προωθήσει έτσι, λέει, την «ενότητα στη δράση». Η φράση «καλά, τώρα στα γεράματα βρήκες να γίνεις και συ πουλητάρι;» που λένε μόλις τη βλέπουν οι καμαριέρες, συνοδεύεται και με μια κίνηση που δεν είναι κόσμιο να περιγράψουμε. «Πουλητάρι»! Ακριβέστατο. (Από τον Ρίζο).

3.Bρέθηκε κι άλλο πουλητάρι. Λέγεται ..., είναι Ιούδας και αποστάτης και ψήφισε για Πρόεδρο-μαριονέττα-Τι έγινε τι σου χουν τάξει οι Μασόνοι; Γελοίοι όλοι και παραδόπιστοι-Πουλάνε τη μάνα τους για 10 ευρώ. (Από το Μακελειό).

4.Γερμανοτσογλάνια! Πουλητάρια του κερατά! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified