Further tags

Συνθετη λέξη: μπάτσος + οξυζενέ.
Απότελεί απαξιωτικό χαρακτηρισμό για γυναίκες τηλεδημοσιογράφους του αστυνομικού ρεπορτάζ, με κοινό χαρακτηριστικό το ξανθο βαμμένο μαλλί, όπου κάθε "ρεπορτάζ" που παρουσιάζουν είναι απλά το αντίστοιχο δελτίο τύπου της αστυνομίας με αλλαγμένα τα λογια.

- «Τα ΜΑΤ καθόντουσαν ήσυχα-ήσυχα σε μια γωνία πίνοντας το φραπέ τους, όταν γεροντάκια διαδηλωτές τους πλησίασαν, και άρχισαν να τους πουλάνε τσαμπουκά, βρίζοντας και απειλώντας...
Οπότε, όπως αντιλαμβάνεστε και εσείς, αγαπητοί τηλεθεατές, δεν υπήρχε άλλη λύση απο την (περιορισμένη) ρίψη ξύλου, χημικών και 14 προσαγωγές».
- Άκου ρε τί ψέμματα λέει η ξεφτιλισμένη... Και θέλει να λέγεται και ρεπόρτερ.. Αλλαξε σε παρακαλώ το κανάλι να μη την ακούω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μαϊντανός, η γλάστρα, αυτός που δεν κολλάει πουθενά αλλά παρόλα αυτά δεν πτοείται.

- Είναι ήδη ο Σωκράτης με τις κοπέλες;
- Όχι τώρα πάει, θες να πάμε εμείς να τις βρούμε;
- Τι λες ρε, τι είμαστε τίποτα φιάκες, αφού δεν τις ξέρουμε σχεδόν καθόλου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ιδιοκτήτης ηλεκτρονικού καταστήματος (e-shop). Συνήθως διατηρεί παράλληλα και κλασσικό κατάστημα αλλά διείδε νέες ευκαιρίες στο ιντερνέι και άνοιξε και ηλεκτρονικό.

Μέχρι και ο κυρ-Μήτσος με τις παντόφλες την έχει δει σοπάς και μετέτρεψε το μαγαζί του σε αποθήκη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς ο πούστης άντρας, σύνθετος ορισμός γαμώ + κώλος, δηλαδή ο εκφραστικός όχι κατά βάση θηλυπρεπής άντρας που θα έρθει με αφορμή την παρέα να σου κωλοτριφτεί.

Κοίτα ένα γαμοκώλη να δεις, δε του έφτανε η μαλακία που μας έπαιξε, έπρεπε να μας γαμήσει και από πάνω το μουνόπανο.

Δες καιγαμο-.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που το παίζει τσίφτης αλλά η μαγκιά του φτάνει μέχρι να στίψει λεμόνια.

Πειράζει που είναι μάγκας και τσίφτης και λεμονοστίφτης στην Ελλάδα αλλά όταν πάει έξω παίρνει συνέχεια πίπες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που είναι άξεστος, αστοιχείωτος, ακαλλιέργητος, αγράμματος, αμόρφωτος, ανίδεος, απολίτιστος. Όχι απαραίτητα τόσο όσο να τον πεις κάφρο, αλλά ίσως και να είναι καθοδόν προς αυτήν την κατεύθυνση.

Η λέξη βγαίνει βέβαια από το στερητικό α- και το κουλτούρα. Κοντινής σημασίας λέξεις είναι βλάχος και χωριάτης, γιουρούκι, κάγκουρας, ντουβλούκι, και όπως είπαμε, και κάφρος (προσέξτε πώς όλες τους προσεγγίζουν την ίδια έννοια με τρόπο θετικό, χωρίς δηλαδή στερητικό άλφα). Κάποιον που κάθε άλλο παρά ακούλτουρος είναι, θα τον πούμε από κουλτουριάρη έως και ψώνιο αν θέλουμε πάλι να τον ειρωνευτούμε, ή γνώστη και ότι τό 'χει, αν θέλουμε να δηλώσουμε τα σέβη μας.

Μια και μας διαβάζουν πολλοί (φίλοι και εχθροί) να τους αφιερώσουμε κάτι κουλτουριάρικο. Έτσι, μη μας πούνε και ακούλτουρες. >:D

από φόρουμ

Μετά απ’ όλα αυτά, έρχεται η συγγραφεύς Δημουλίδου (αναλαμβάνω την ευθύνη να αυτομαστιγωθώ δημοσίως, δηλώνοντας ο ακούλτουρος ότι δεν το ήξερα το κορίτσι μέχρι σήμερα) και διαμαρτύρεται για τις δανειστικές βιβλιοθήκες, διότι ο δανεισμός του βιβλίου κάνει κακό στις πωλήσεις, όπως καλή ώρα η πειρατεία στη μουσική.

από ιστολόι

Δεν γίνεται, όμως, να προσπεράσω αυτήν την άκρως ελιτιστική αντιμετώπιση των φερόμενων ως «έργα τέχνης» ως public art, μίας ιδιαίτερης έκφρασης δηλαδή της τέχνης. Η οποία, κατά την άποψή τους [...] είναι φτιαγμένη για τον «πολύ» κόσμο. Ο οποίος τι; Είναι ηλίθιος, ακούλτουρος, καταλαβαίνει την τέχνη μόνο όταν είναι τσάμπα;

από ιστολόι

Η καγκουριά που έχει ο ακούλτουρος έλληνας φέρι αφενός 56%ΦΠΑ αγορά κράνους και αφετέρου τους καγκουροδηγούς δικύκλου να δυσφημούν το δίκυκλο με την νοοτροπία τους και την συμπεριφορά τους επηρεάζοντας την κοινή γνώμη ότι η μηχανές είναι σκοτώστρες (σαν τον chack noris)

από φόρουμ

- Και να ρωτήσω το αυτονόητο.Γιατί δεν είσουν με τις Τσέχες αλλά τις Εσθονές..? :? (χμμ...) (χμμ χμμ...)
- Χα, δν έχεις δει εσθονές γι'αυτό ρωτάς. Όπως και να 'χει απλώς γνωριστήκαμε εντελώς άκυρα και ήταν γαμώ τα παιδιά και μπορούσες και να μιλήσεις μαζί τους. Οι Τσέχες που γνώρισα γενικά ήταν πιο ακούλτουρες και είχαν πιο συγκεκριμένα πράγματα στο μυαλό τους τα οποία εγώ και η μονογαμική φάση μου δν μπορούσαμε να εκτιμήσουμε.

από φόρουμ

Σε λιγότερο, αλλά πάντα κακόσημες χρήσεις, το ακούλτουρος δεν αναφέρεται απαραίτητα σε φυσικά πρόσωπα και εκφράζει έλλειψη οτιδήποτε ενδέχεται να σημαίνει κουλτούρα στα εκάστοτε συμφραζόμενα. Στα παραδείγματα, έλλειψη συγκεκριμένης νοοτροπίας και (ειρωνικά) έλλειψη ανάπτυξης / τριτοκοσμικότητα.

Ο λαός επικροτεί, λέει η τηλεόραση, τη συνεργασία, ο λαός έδωσε εντολή, λέει η τηλεόραση, για συνεργασία, ο λαός μας δεν μπορεί άλλο ακυβέρνητος, υπογραμμίζει η τηλεόραση. Είναι τέτοια η δίψα της κουλτούρας για συνεργασία που, αμέσως μετά το κλείσιμο της κάλπης και τα πρώτα επίσημα αποτελέσματα που έδειχναν νικητή το κεντροδεξιό συνονθύλευμα, ασκήθηκε πίεση από τους οικοδεσπότες των συζητήσεων στους εκπροσώπους του Σύριζα για συμμετοχή στο (εθνικό) κυβερνητικό σχήμα [...] Ο Σύριζα δεν ενέδωσε, ακούλτουρος συνεργασίας. Θέλει να αναπαυτεί στη βολική θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ανεύθυνος καθώς ήταν πάντα και είναι και σήμερα, άρχισαν να σχολιάζουν τα νέα φυντάνια της Ιπποκράτους.

από ιστολόι

κάτι μου λέει πως στις χώρες της κεντρικής Ευρώπης, τις πτωχές και ακούλτουρες, οι εργοδότες δεν ασχολούνται μόνο με τη λεύκανση οδοντοστοιχιών και τα βιτριολικά “Ξέρει Ποιος”.

από εδώ

Την λέξη την πρωτάκουσα τη δεκαετία του 2000 και θα μου έκανε έκπληξη αν είναι πολύ παλιότερη.

Σε άλλες γλώσσες: philistine (αγγλικά), Banause (γερμανικά), που δεν είναι κι αυτές κουβέντες για αμιγώς αργκοτικά περιβάλλοντα. Όπως και το ακούλτουρος θα το πει συχνά ο κουλτουριάρης, έτσι και το φίλιστιν θα το πει συχνά κάποιος που θα πάρει αφορμή για να σου μιλήσει για τον Σαμψών και τη Δαλιδά, ή το μπανάουζε κάποιος που ξέρει ότι ετυμολογείται απ' το ελληνικό βάναυσος. Κάποιος σαν εμένα δηλαδή. hά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο ειδικός ιατρός για τα ανδρικα γεννητικά όργανα, ο ουρολόγος (υποτιμητικά)
  2. Αυτός που λέει συνεχώς πούτσες, μαλακίες, παπαριές

- Άσε ρε φίλε, έχει βγει μια κοκκινίλα στο πούτσο μου από χθες, με έχει πεθάνει...
- Ε, να πας σε πουτσολόγο τότε, μην το αφήσεις.

Να το μαλάκα, έρχεται... Τι 'ναι αυτός ρε! Όποτε ανοίξει το στόμα του, μαλακία θα πετάξει... Πουτσολόγος με πατέντα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι αυτός που με την δράση του νομιμοποιεί, βγάζει καθαρούς, ξεπλένει λαμογιές και λαμόγια που επιθυμούν μια έξωθεν καλή μαρτυρία, ένα ξεκάρφωμα βρε αδερφέ.
Με απλά λόγια, αυτός που κάνει ξέπλυμα βρώμικου λήμματος.

  1. Γιατι αν κατι ειναι χειροτερο στον κοσμο τουτο απο τον ολοκληρωτισμο, ειναι το να σαι ξεπλενης αυτου ... ΕΔΩ

  2. -μαλάκα θυμάμαι σε μια εκπομπή είχε εκπροσώπους από όλη την ακροδεξιά. ΝΔ, ΑΝΕΛ, ΛΑΟΣ και ΧΑ.
    -ξεπλένης των φασιστών είναι ρε, όπως όλοι αυτοί ... ΕΔΩ

  3. Βίζες θα μπορούν να αγοράζουν αλλοδαποί εκατομμυριούχοι στη Βρετανία αν δεσμευτούν να επενδύσουν. Λέγεται και κάλεσμα στην ξεπλένης United. ΕΔΩ

  4. Αυτη η χωρα δεν θα σωθεί ποτέ όσο υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν σοβαρά πως ενας ξεπλένης σκοπευει να τους χαρισει 600 δις ΕΔΩ

  5. ΑΓΓΕΛΙΑ ΓΑΜΟΥ ...
    Δημόσιος Υπάλληλος σε ξωτικιά χώρα, με ειδικότητα «φακελλάκιας-γρηγορόσημος» και με εταιρία «μαϊμού-μπαμπουϊνο» στο όνομα της τρίτης αξαδέρφης του, που πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες στην ίδια του την περεσία (φυσικά με την έγκριση και την υπογραφή του ιδίου), κονομημένος, με πολλά ακίνητα στην οφσόρ «Ο Ξεπλένης» και πάμπολλα γκαφρά στην «Μασουρι-Μπανκ» στα νησα «Καϋμενα Αϊλαντς», ζητάει σοβαρή σκέση, με ζουζουνοκατάσταση και γουτσου-γουτσου, με σκοπό το γάμο. Η υποψήφια πρέπει να ναι νοικοκυρά και πομονετικιά, να περιμένει μαζί με τον καλό της, το «μπαμ», που θα σοπεδώσει τη ξωτικιά χώρα και μετά ο νοών-νοείτω με τοση περγιουσία στα ξωτερικά και στις οφσόρες, τα φέραμε μέσα και μαζέψαμε όλο το κεχρί.
    Πληροφορίαι: Κον Παμεινώντα, κατά τας εργασίμους ημέρας του δημοσιοπαλληλικού ωραρίου. ΕΔΩ

  6. Ὑπάρχει πιό …«ξεπλένης» ἀπό τόν «ποτάμη»; Πιὸ ξεπλένης-τσιράκι τῶν τραπεζῶν, γίνεσαι ἀρχηγὸς κόμματος, ποὺ τὰ χώνει μεγαλοεργολάβος. ΕΔΩ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν και από το λήμμα του Γκατσανδρός στα Λιντλ σε ψωνίσανε;, τα καταστήματα Lidl προσφέρουν προϊόντα σε χαμηλές τιμές, πολύ χαμηλότερες από όλα τα άλλα. Ένας από τους τρόπους που το καταφέρνουν είναι, μεταξύ άλλων, και το ότι διάφορα προϊόντα τα προσφέρουν όχι σε κάποια γνωστή μάρκα που είναι ακριβότερη, αλλά σε κάποιες φτηνότερες μάρκες ή και σε δικές τους συσκευασίες.

Ο πάντα καχύποπτος Έλληνας θεωρεί ότι "το φτηνό είναι και ακριβό", άρα για να είναι τόσο σκανδαλωδώς φτηνά τα προϊόντα πρέπει οπωσδήποτε να είναι πολύ κακής πχοιότητας. Κυκλοφόρησαν μάλιστα και σχετικά ανέκδοτα, συνήθως πολύ κακής ποιότητας, κυριολεκτικά ανέκδοτα από τα Λιντλ (ινσέψιο). Μια ακόμη διάσταση του φαινομένου Λιντλ είναι ότι πρόκειται για εταιρεία γερμανικών συμφερόντων, οπότε έχει εμπλακεί στη γενικότερη διαμάχη μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας στον καιρό του Μνημονίου, που θεωρείται από κάποιους ότι ευνοεί τα γερμανικά συμφέροντα.

Το σλανγκικό ενδιαφέρον της έκφρασης έγκειται κυρίως στο παρακάτω: Όταν λέμε ότι κάποιος/κάτι είναι από τα Λιντλ εννοούμε ότι είναι σαν να μοιάζει με κάποιον/ κάτι άλλο, μόνο που είναι πολύ χειρότερης ποιότητας. Είναι δηλαδή κακέκτυπο, κακή απομίμηση, σαν να είναι μαϊμού του άλλου. Υποτίθεται ότι έχει παρόμοια λειτουργία με κάτι άλλο, είναι όμως πολύ κατώτερης αξίας. Στην εποχή των Μνημονίων η έκφραση μπορεί να συσχετιστεί και με τα περίφημα γενόσημα, δηλαδή φάρμακα που κάνουν περίπου την ίδια δουλειά, όντας λιγότερο ακριβά, ή και τα ισοδύναμα μέτρα (όχι ακριβώς το ίδιο, αλλά τέσπα). Λ.χ. ένας πολιτικός που για να το παίξει αντισυμβατικός έρχεται στη Βουλή με μηχανή, όμως είναι χοντρός, πατσοκοιλιάς με διπλοσάγονο και χωρίς την ιδιαίτερη σαγήνη του Yanis λέμε ότι είναι Βαρουφάκης από τα Λιντλ.

Κατά μία ευρύτερη χρήση η έκφραση μπορεί να δηλώσει ο,τιδήποτε κακής ποιότητας, χωρίς κατ' ανάγκην σύγκριση με κάτι άλλο.

Μπορούν βεβαίως να προκύψουν και δυσκολίες κατανόησης, όταν λ.χ. διαβάζεις τον τίτλο είδησης "ανθελληνική πρόκληση από τα Λιντλ" δεν καταλαβαίνεις αν έχουν κάνει τα Λιντλ κάποια πρόκληση ή αν έχει κάνει ανθελληνιά κάποιος Μέτερνιχ ή Σόιμπλε από τα Λιντλ.

Ανθελληνική πρόταση από τα Λιντλ. (Εδώ. Ceci n'est pas παράδειγμα της σλανγκ χρήσης).

Έχουμε επίσης και μερικά ενδιαφέροντα ινσέψιο. Λ.χ. ο αντιμνημονιακός αγώνας που επικεντρώνει στο μποϊκοτάζ των γερμανικών προϊόντων από τα Λιντλ μπορεί να χαρακτηριστεί ως

Αντιμνημόνιο από τα Λιντλ. (Σλανγκ χρήση και ινσέψιο εδώ).

Ενώ το κτήριο των Λιντλ που καταστρέφεται αμέσως με τον πρώτο σεισμό ή πλημμύρα είναι Λιντλ από τα Λιντλ κ.ο.κ.

Ινσέψιο

Άλλα (μη ινσέψιο) παραδείγματα:

  1. Προφυλακτικά από τα Lidl..γιατί τα παιδιά είναι ευτυχία! (Χιούμορ από τα Λιντλ εδώ).
  2. ΑΠΟΚΑΛΟΥΝ ΤΟΝ ΧΑΙΚΑΛΗ "ΒΑΡΟΥΦΑΚΗ ΑΠΟ ΤΑ LIDL!!! "Aνασχηματισμός από τα LIDL". (Κουρδιστό Πορτοκάλι).
  3. Διακοπές από τα Lidl!! (Τατζικιστάν) (Εδώ).

Περισσότερα παραδείγματα στα μήδια.

Βλ. και κινέζικο, κινεζιά (κυρίως το σχόλιο εδώ) και μέιντ ιν τσάινα, αλλά και μάρκα μ' έκαψες, φόλεξ, περιπτερέημπαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριστικό φολκλοροεπίθημα που δακτυλοδεικτεί τις δυσμενείς συνθήκες υπό της οποίες κάποιος "πιάστηκε" - δηλαδή έγινε η σύλληψή του - και τις υποτιθέμενες δυσάρεστες ιδιότητες που συνεπάγονται.

Το σάη ήδη καλύπτει τα:

Προσθέτουμε και μερικά ακόμα, σίγουρα υπάρχουν κι άλλα:

  • Διαβολόπιασμα, διαολόπιασμα: παιδί προερχόμενο από κακούς γονείς, με αποτέλεσμα το ίδιο να είναι δύστροπο και κακιασμένο.

- Ποιος άλλος θα την έκανε την ζημιά από το διαβολόπιασμα του Κωνσταντή... (Δημήτρης Τσαφαράς, Λαγκαδινό Λεξικό, Εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη, 2013, σ. 52).

- Άκουσα και το «παλαιάς κοπής» "κερατοπιάσματα"... (εδώ)

- Σήμερα Νικόλα, σου την έφερε ο ταβερνιάρης και αλήτης και πουτανόπιασμα με τον όνομα Μπέος. Εσύ και ο άλλος με τα πούρα, ο Ανδρέας. (εδώ)

- εσένα καραγκιόζη ο νταλάρας ούτε να χέσει δεν καταδέχεται ... σκατόπιασμα έπιασες και τον νταλάρα στο στόμα σ (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified