Further tags

Αναζητώ διέξοδο ντεκομπλεξέ, έχω κομπλεξίματα, γιατί.

Κατά το ντεκαφεϊνέ, ντεκαβλέ

  1. Τόσα χρόνια δεν είχαμε δει το πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο της Δεξιάς στους δρόμους. Τώρα με την "Πρώτη φορά αριστερά" κυβέρνηση, ήρθε μάλλον η ώρα να ζήσουμε την αντιπολιτευτική τάχα μου ντεκομπλεξέ δεξιά, που τη μία μέρα ανεβάζει σέλφις από την "Πρώτη φορά συγκέντρωση στο Σύνταγμα" και την επόμενη σέλφι με φαγητάρες, ποτάρες και μνημόσυνα caprice, με τις απαραίτητες λεζάντες τρόμου για "δελτία τροφίμων". ΑΥΘΟΡΜΗΤΑ-ΑΚΟΜΜΑΤΙΣΤΑ-ΕΥΡΩΠΑΙΚΑ (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αφρόκρεμα από κάφρους, η ελίτ της αλήτ.

  1. Ήταν η μέρα που τα υπερήφανα κι αγέρωχα τανκς εισέβαλαν στη Ρούμελη και σήκωσαν την ελληνική σημαία ξεριζώνοντας εκείνη του Λιούις Άρμστρογκ (Τσατατάγκας στο επίθετο) και χαρίζοντας στο γαλατικό χωριό την πολυπόθητη ελευθερία (Αρβανιτάκη στο επίθετο) οδηγώντας σε μαζικές γκιλοτίνες και δημόσιο κατούρημα την καφρόκρεμα της τότε πολιτικής ηγεσίας. (Φρικηπαιδεία).
  2. Φέτος τα πρώτα τραπέζια του Ρέμου μάλλον θα τα κλείσουν ντόπιοι επιχειρηματίες και η πολιτική καφρόκρεμα. (Εδώ).
  3. Η καφρόκρεμα των bookcrossers ήταν εκεί. (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάλι με γριές τραβιέται ο Γιαννάκης. Όλοι τον φάγανε ότι σιγά σιγά γίνεται ζιγκολάκιας.

Ο μικρός σε ηλικία ζιγκολό. Ο άνθρωπος που κάνει τα πρώτα του βήματα στο να αποσπάει χρηματικά ποσά από μεγαλύτερες ηλικιακά γυναίκες ως αμοιβή για σεξουαλικές πράξεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει μπασκλασαρία, δευτεράντζα, διαλογής.

Μπορεί και να προέρχεται από τον βαθμό συγγένειας "τρίτος/ τέταρτος ξάδερφος" -όπως φαίνεται στο 1ο παράδειγμα, που χρησιμοποιείται στην κυριολεξία για να δηλωθεί πολύ μακρυνή/καμία σχέση.

  1. και ο σκελετος της Αμφιπολης να ειναι κανενας τριτοτεταρτος ξαδερφος του Μ.Αλεξανδρου απο το σοι της μανας του (εδώ)

  2. Ειλικρινά δεν κατανοώ τον χαρακτηρισμό τριτοτέταρτη τσοκαρία (εδώ)

  3. Τα ψώνια όταν αυτοκτονούν πέφτουν από τον πρώτο για να μην τους πει κανένας τριτοτέταρτους

  4. Κούκλα μου επειδή έβαλες ένα προκλητικό φόρεμα δεν έγινες μοδάτη....
    Τρίτοτέταρτη γκομενα θα είσαι μια ζωή (εδώ)

  5. "Ο ωραιοπαθής άντρας είναι χειρότερος κι από την πιο τελευταία τριτοτέταρτη γκόμενα". Κομφούκιος (εδώ)

Η οριζόμενη σημασία δεν έχει σχέση με τους βαθμούς συγγένειας. Στο εν λόγω παράδειγμα όντως χρησιμοποιείται με αρνητική σημασία, απλά και μόνο γιατί η εύρεση του τάφου ενός μακρινού συγγενούς ενός σημαντικού προσώπου είναι ήσσονος σημασίας εύρημα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει την μπασκλασαρία, τη λαϊκουριά με μια υποψία ηθικής έκπτωσης γιατί βέβαια, κατά την -κούνια που σας κούναγε- ταξική γνώμη των υβριστών, η προστυχιά πάει μαζί με τη φτώχεια. Παλιότερα, τα ξύλινα τσόκαρα, όχι του Dr. Scholl αλίμονο, τα φορούσαν οι πλύστρες και γενικά όσες δούλευαν μέσα σε νερά.

Συνώνυμα: Τσόκαρα, κλατσάρες.
Σλανγκασίστ: Deinosavros, εδώ

  1. Ελλάδα η χώρα που η τσοκαρία δεν έχει οικονομική τάξη αλλά διαχέεται κάθετα στον κοινωνικό ιστό. Πάντα ασορτί.
    Από δω
  2. Λείψανα αγίων, μαυρογιαλούροι, αυτοδιοικητική τσοκαρία. Συνήλθα με αυτό Bach: Piano Concerto No. 1 / Schiff https://youtu.be/TLOrt63CbIE (εδώ)

  3. Και η πασοκογενής αριστερή τσοκαρία πόσο υποκριτικά επικαλείται το σύνταγμα οταν ανέχτηκε να γίνει λάστιχο χάριν του σοσιαλισμού παλιότερα (εδώ)

  4. τσοκαρο, λαικογκομενα, τσοκαρια ραχηλ μακρη, τι ηταν αυτες οι εκλογες του 12 ρε πουστη μου, με λοταρια να εκλεγονταν καλυτεροι θα βγαιναν.. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος που έχει ευφυία και τρόπους που παραπέμπουν σε απολίτιστο βάρβαρο, σε πρωτόγονο, πιθανόν εκ του επιφωνήματος ουγκ, γιατί θεωρείται ότι μόνο έτσι μπορεί να επικοινωνήσει. Συχνά τον φανταζόμαστε και ως μυώδη, ντουλάπα και μπιλντέρι. Στα παραδείγματα του γούγλη βλέπω ότι χρησιμοποιείται συνηθέστατα για τα μέλη της Χρυσής Αυγής. Εκτός από τα χρυσαύγουλα χρησιμοποιείται αρκετά για αναρχικούς μπαχαλάκηδες, μεταλλάδες και ψεκασμένους.

Χρυσαυγίτης ουγκ

  1. Άνθρωπος γεννιέσαι, ούγκανος γίνεσαι, Κασιδιάρης καταντάς. (Εδώ).
  2. Αρνηθηκε να απαντησει στις ανακριτριες ο νεοναζι ουγκανος της χρυσης αυγης. (Εδώ).
  3. Γιατί άλλο αναρχικός και άλλο απολιτίκ μπαχαλο-ούγκανος. (Εδώ).
  4. Βλέπω από την άλλη τόσους φιλελέ (βλ. παρέα Δράσης κλπ) να κινδυνολογούν ασύστολα, να βρίζουν τον κόσμο που τολμά να εκφέρει διαφορετική άποψη στους τοίχους τους και να χλευάζουν τους «ουρακοτάγκους συριζοψεκασμένους», εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι όποιος ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ είναι δημόσιος υπάλληλος ή αγράμματος ή αναρχικός ούγκανος ή κάποιος συνδυασμός αυτών. (Πιτσιρίκος).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός,-η,-ό που παραπέμπει σε τρολ, όπως το ορίζουν τα σκανδιναβικά ήθη κι έθιμα. Αναφέρεται σε άτομο αντίστοιχων ιδιοτήτων, με αντίστοιχη έκφραση στο πρόσωπο, δηλωτικής του άι κιου του πράγμα που συμπεραίνεται από τα λεγόμενα και τα πεπραγμένα του. Η σύγχρονη μόδα απαιτεί μια παρέα να έχει οπωσδήποτε ένα τρολίκι σε ρόλο γελωτοποιού για να σπάνε οι άλλοι πλάκα με τα καμώματα και τα φερσίματά του(Παρ.2). Κάποιες φορές όμως ο συνωστισμός τους είναι ενοχλητικός, όταν τρολίκια =/> (ίσα ή μεγαλύτερα) άτομα παρέας(Παρ.1). Εξαρτάται το αν είναι ευπρόσδεκτα ή όχι αναλόγως των επικοινωνιακών περιστάσεων. Αυτοί συνίσταται να είναι παρόντες για πλάκα. Σε σοβαρά μητινγκ μπορούν να σε ξεφτιλίσουν. Ο αριθμός συσσώρευσής τους παίζει σημαντικό ρόλο ως προς το ζητούμενο παραγόμενο αποτέλεσμα. Η σημασιολογική χροιά της λέξης κυμαίνεται από βρισιά έως αστειότητα. Συνώνυμα: μόγκολα, πίκπα.


1.- Θά' ρθεις σήμερα σινεμά; Θά'ναι η Καίτη, ο Βρούτος, ο Μπομπ ο Σφουγγαράκης και ο Πάτρικ... Είσαι;
- Άσε με μωρέ, που θα βγω με τα τρολίκια...
2.- Πω, ρε ο Στέφανος δεν παίζεται... Να τον πάρεις στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου!
- Έλα ρε, φέρ'τονα σήμερα το παλιοτρολίκι να γελάσουμε... Θα κόψουμε φλέβα απόψε με τους ψευτοκουλτουριάρηδες που φαγώθηκες να βγούμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκική διατύπωση που δηλώνει τον αναρχικό μηδενιστή. Συνήθως χρησιμοποιείται από άλλους πολιτικούς χώρους (μαζί με τους όρους μπάχαλοι, φρικιά), αλλά και από αναρχικούς άλλων αποχρώσεων. Αλλιώς λέγονται και νετσαγιεφικοί, από τον Ρώσο αρχιμηδένι Νετσάγιεφ.

  1. Όλα πήγαιναν καλά στην πορεία μέχρι που σκάσανε κάτι μηδένια και κάψανε ένα περίπτερο
  2. Μηδένια επιτέθηκαν σε συντρόφους στην Πάτρα (από εδώ)
  3. - Πρόσεξε σήμερα μπορεί να έρθουν καβλωμένα μηδένια..
    - Μα εγώ τα αγαπάω τα μηδένια... τα γλυκούλια με τις μολότοφ τους και τις φωτιές τους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κλαρινογαμπρός, αλλά μάλλον σε πιο ελαφρά, φλώρικη εκδοχή και με τόνο περισσότερο ειρωνικό. Υποθέτω επειδή το κλαρινέτο είναι η παραλλαγή του κλαρίνου στην ορχήστρα κλασικής μουσικής.

  1. Δεν τον βλέπεις, μαλλί, ντύσιμο, υφάκι; Πρόκειται για κλασικό κλαρινέτο.

  2. Από "φιλικό" σχόλιο για διαδυκτιακή φωτογραφία του "διάσημου" ποδοσφαιριστή Νίκου Παντίδου):
    "H φωτό όπου ο παλίκαρος-κλαρινέτος της καρδιάς μας ρομαντζάρει ανέμελα στην πισίνα με τον έναν όρχι συμπιεσμένο από το "τράβα-το-τερμα-πάνω-να-φανεί-τετρακέφαλος" μαγιό και φόντο την κιλότα της θείας Μαρίκας στην απέναντι μπουγάδα, πρέπει να κορνιζαριστεί σε όλα τα σχολεία δίπλα από τα εικονίσματα".

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλώνει της ταλαιπωρίας τη φάση, καθώς και τον ταλαίπωρο (5ο παράδειγμα).

ταλαίπα

  1. Λονδίνο: υποψήφια Πρωτεύουσα Ταλαίπας 2014

  2. Το πρώτο smartphone της μάνας μου...αυτή η ταλαίπα!

  3. Για κυριακή πολύ κούραση, πολύ ταλαιπα. Αλλά χαρούμενος είμαι αφού

  4. Μην τρώτε ταλαιπες, φάτε μια φέτα καρπούζι

  5. ηθελες να παίξεις και στην ΑΕΚ ρε ταλαίπα (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified