Selected tags

Further tags

Στη φράση «(δουλεύω με) μπλοκάκι» ή «δουλεύω μπλοκάκι». Εννοείται το μπλοκάκι των αποδείξεων παροχής υπηρεσιών.

Αναφέρεται στην σχετικά νέα μορφή ελαστικής εργασίας, κατά την οποία ο εργαζόμενος ουσιαστικά δουλεύει για μια εταιρεία (πλέον ακόμα και μικρού μεγέθους), δηλαδή βαράει ωράρια και στην ουσία είναι εργαζόμενός* της, της οποίας όμως δεν είναι προσειλημμένος υπάλληλος, αλλά κόβει απόδειξη παροχής υπηρεσιών.

Δουλειά με το κομμάτι, δηλαδή, και καπιταλισμός 19ου αιώνα, για πρώην καλομαθημένα παιδιά του συστήματος όπως μηχανικοί, ή απόλυτη εξαθλίωση και ακραία εργασιακή ανασφάλεια για εργαζόμενους πχ στην καθαριότητα, λέγε με Κούνεβα.

*απασχολείται κατά το Σημίτειο νιούσπηκ, λες και η δουλειά είναι παιδικός σταθμός, να απασχολείται δημιουργικά το παιδί, να μαθαίνει και τίποτα, όχι μόνο τηλεόραση και ύπνο.

- ...και πού δουλεύεις ρε συ; Εταιρεία ή γραφείο;
- Εταιρεία.
- Πρόσληψη κανονικά;
- Είσαι σοβαρός ρε; Μπλοκάκι. Ποιος προσλαμβάνει μηχανικό. Όλοι μπλοκάκι δουλεύουνε.

(από Vrastaman, 27/08/12)(από Vrastaman, 27/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο φιλάργυρος και συμφεροντολόγος άνθρωπος που εκμεταλλεύεται τους αδύναμους. Λέξη τουρκικής προελεύσεως < çιfιt, σημαίνει τσιγκούνης και φιλάργυρος.

- Ήρθε ο παλιοτσιφούτης ο ιδιοκτήτης για το ενοίκιο σήμερα. Μου είπε ότι έτσι και δεν το πληρώνουμε την πρώτη μέρα του μήνα, θα μας κάνει έξωση. Απίστευτος μαλάκας!

βλ. και τσιαφούτης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εκμετάλλευση στα κομμέ, -δεν ξέρω αν είναι αυθεντικό κομμέ, είναι περισσότερο κάτι σαν το ψυχανάλα, θεωρείται κάπως πιο μαγκίτικο να κόψεις αυτή την κατάληξη που καθιστά τη λέξη κάπως λόγια.

Το βρίσκουμε ήδη (1954) στο άζμα σε στίχους Χρήστου Γιαννακόπουλου και μουσική Μιχάλη Σουγιούλ "Σβήστε με απ' τον χάρτη".

Σβήστε μ’ απ’ το χάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
μια γυναίκα αγάπησα και μου βγήκε σκάρτη
Είμαι για κρεμάλα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλλα
για φιγούρα μ’ ήθελε και για εκμετάλλα
Είμαι για κρεμάλα

Μιχάλης Σουγιούλ

Ασφαλώς έχει και πολιτικοοικονομική διάσταση "εκμετάλλα αθρώπου από άθρωπο" κτλ. Γενικά είναι μεν παλαιός μαγκίτικος σχηματισμός, αλλά λέγεται και σήμερα για να αποφορτίσει μια συζήτηση μαγκίτικα να μη φανεί ότι χρησιμοποιούμε υπερβολικά τεχνικούς όρους ξέρωγω.

  1. Kαι έρχομαι εις το θέμα αποκομιδή σκουπιδιών. Kαλά, εδώ είναι που πέφτει η χοντρή η εκμετάλλα, καθότι το σκουπίδι, σκουπίδι είναι και ως σκουπίδι να πούμε, η ευαισθησία μεγαλύτερη, όπερ κι η εκμετάλλα μεγαλύτερη. Eκμετάλλα και παραπληροφόρησις. (Χάρρυ Κλυνν σλανγιωτατίζων εδώ).
  2. Δύσκολο πράμα να το καταλάβει ο εργατάκος, και ακόμα πιο δύσκολο να καταλάβει ότι στο σύστημα που ζούμε πέφτει εκμετάλλα. (Από Κομμουνιστικό Ιστολόγιο Ενημέρωσης).
  3. Με τους καταδότες και τους ψευτόμαγκες, τους γιαλαντζί αρσενικούς αγαπητικούς, τους μπασκίνες, τα χασίσια, τη βρομιά, την εκμετάλλα. (Ιστορία της Τρούμπας).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιάνω την καλή, έχω το οικονομικό μου πρόβλημα λυμένο, είτε επειδή έχω εξασφαλισμένο εισόδημα είτε επειδή ζω παρασιτικά σε βάρος άλλων. Χρησιμοποιείται με μειωτικό τόνο, χωρίς την έλλειψη ζήλιας και κρυφής επιθυμίας του λέγοντος να είχε κι εκείνος την ίδια τύχη.

Το έτυμον προφανές: ενώ οι πολλοί δουλεύουν δώδεκα μήνες το χρόνο για να τα φέρουνε βόλτα, στον αποδέκτη του σχολίου αρκεί ένας για να καλύψει τους υπόλοιπους έντεκα. Η έκφραση χρησιμοποιείται ευρέως από ανθρώπους με καταγωγή από την Ήπειρο.

  1. - Τον είδες το Δημητράκη, διακοπές στην Ελβετία, βίλα στην Εκάλη και BMW. Οικονομική κρίση σου λέει ο άλλος.
    - E, καλά, αυτός κληρονόμησε ένα σωρό ακίνητα απ' το μπαμπά του. Βρήκε το μήνα που θρέφει τους έντεκα.

  2. - Με το γεροπαραλή που τύλιξε η Μπουμπούκα, βρήκε το μήνα που θρέφει τους έντεκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη προέρχεται από τα γαλλικά (marqué(e) που σημαίνει σηματοδοτημένο, κατηγοριοποιημένο, ταμπελαρισμένο). Στην ανωτάτη ελληνική μαστορική σλανγκ μαρκέ σημαίνει «για τον συγκεκριμένο τύπο». Ο χαρακτηρισμός μαρκέ πάει συνήθως σε εργαλεία και ανταλλακτικά. Κάποιες φορές (λανθασμένα κττμγ) υπονοεί και το «κατά παραγγελία» (custom made).

Όπως λέει και ο σύντροφος Μαρξ, σκοπός κάθε εταιρείας είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους, και ύστερα όλα τα άλλα. Οπότε οι μεγάλες εταιρείες θέλοντας να βγάλουν και από την μύγα ξίγκι, πατεντάρουν μηχανισμούς και εξαρτήματα των τελικών βιομηχανικών ή καταναλωτικών προϊόντων τους. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, όταν αυτά τα μηχανήματα χαλάνε, ή όταν χρειάζονται συντήρηση, να αναγκάζουν τον ιδιοκτήτη να απευθύνεται στην ίδια εταιρεία (ή στο συμβεβλημένο συνεργείο, που ο μηχανικός του ακολουθεί συγκεκριμένα σεμινάρια και ο ιδιοκτήτης του πληρώνει νταβατζιλίκι στην μαμά εταιρεία). Άρα κονομάνε και από εκεί. Βεβαίως οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι το κάνουν αυτό για την ασφάλεια του τελικού χρήστη, ώστε να μην ανοίγονται τα μηχανήματα από άσχετους και άλλα τέτοια φίδια...

Ένα παράδειγμα για να γινόμαστε πιο κατανοητοί: Τα μεγάλα επαγγελματικά εργαλεία της γερμανικής BOSCH (κομπρεσέρ π.χ.), για να τα λύσεις, έχουν γύρω στις δέκα ασφάλειες, που συγκρατούν τα εξαρτήματα μεταξύ τους. Κάποιες από αυτές είναι επίτηδες καλυμμένες ή περιπλεγμένες, δυσκολεύοντας ή καθιστώντας αδύνατον για κάποιον να τις απασφαλίσει (με τα κανονικά εργαλεία). Η BOSCH βέβαια παράγει και πουλάει (ακριβά) στα συμβεβλημένα συνεργεία, ένα εργαλείο (μαρκέ), ακριβώς για την αφαίρεση αυτών των ασφαλειών.

-Μάστορα, ψάχνω ένα εργαλείο για αυτό εδώ το παξιμάδι.
-Για δώσ' το εδώ. (βάζει γυαλάκι πρεσβυωπίας) Μπα δεν το 'χουμε. Είναι μαρκέ. Νομίζω ότι έχω δει ξανά τέτοια τετράγωνα μπουλόνια. Πρέπει να είναι από εξωλέμβια.
-Δίκιο έχεις, αλλά που θα βρω;
-Θα πάρεις τηλέφωνο στην εταιρεία από όπου την πήρες, και ή θα σου το πουλήσουν, ή θα σε στείλουν σε κάποιο συνεργείο εξειδικευμένο. Το μόνο που μπορώ να κάνω, είναι αφότου τα βγάλεις, να έρθεις εδώ και αν δεν είναι μαρκέ και τα μπουλόνια, να σου δώσω κάποια συνηθισμένα, να μην παιδευτείς την επόμενη φορά.
-Μερσί αφεντικό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σεβαστό ποσό χρημάτων που ο ιδιοκτήτης απαιτεί μαύρα πριν από την κατάρτιση της μίσθωσης καταστήματος. Στα ένδοξα χρόνια του ελληνικού υπαρκτού σοσιαλισμού και στις αρχές της 10ετίας του 1990, που οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις γνώριζαν άνθιση και τα καταστήματα προς ενοικίαση είχαν μεγάλη ζήτηση, ήταν ευρέως διαδεδομένη πρακτική. Σήμερα αμφιβάλλω αν διατηρείται πουθενά. Πιθανά, ίσως, στους πολύ κεντρικούς δρόμους μεγάλης εμπορικότητας Αθήνας και Θεσσαλονίκης.

-Και πόσο είναι το ενοίκιο;
-200.000 δρχ. το μήνα και 2.500.000 αέρα.
-Ωραία, τον αέρα θα τον πληρώσω με επιταγή.
-Τι λε ρε φίλε, έχει κι άλλα έξυπνα παιδιά η μάνα σου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιοι μεγαλοπαράγοντες που είναι μέσα στα πράγματα έχουν βαλθεί να μας πείσουν ότι ζούμε κοσμοϊστορικές εποχές, ότι πολλά πράγματα που ξέραμε έχουν δήθεν ήδη αλλάξει και πρέπει λέει να τα ξεχάσουμε και να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα.

Έτσι επιμένουν ότι πλέον το να δουλεύεις δεν σημαίνει απαραίτητα και ότι θα πληρώνεσαι, υπάρχει δήθεν και καλά και τάχαμου τάχαμου και η εκδοχή να δουλεύεις στο τζαμπέ και πάλι ευχαριστημένος πρέπει να είσαι, αφού δεν θα θεωρείσαι άνεργος. Και δεν πα να λέει η ρημάδα η απλή λογική ότι χίλιες φορές καλύτερα άνεργος παρά απλήρωτος εργαζόμενος.

Η φράση του λήμματος λοιπόν λέγεται σε αντιδιαστολή με την υπό καθιέρωση ύποπτη έννοια της εργασίας χωρίς μισθό. Αποτελεί ευνοϊκό υποτίθεται ξεκαθάρισμα των εργασιακών όρων μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου, αφού ο τελευταίος θα έχει το ειδικό προνόμιο !!!! να πληρώνεται για την εργασία του.

Ακούγεται και ως δουλειά πληρωμένη, σε αντιδιαστολή με την απλήρωτη.

Από όποιον και αν το ακούσετε, η δέουσα αντιμετώπιση είναι αυτή του παραδείγματος.

- Έχω έξι μήνες απλήρωτος. Φεύγω, δεν πάει άλλο. Ξέρεις για καμιά δουλειά;

- Δουλειά με λεφτά; Γιατί χωρίς λεφτά ξέρω πολλές.

- Ναι ρε τρόμπα, με λεφτά, με λεφτά, και σάλτα και γαμήσου και φέρε μου τα ρέστα στην τελική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεταφορική έκφραση, σλανγκοπαραλλαγή του κλασικού «με ξένα κόλλυβα μνημόσυνο».

Σημαίνει ότι προσπαθώ δολίως:
1. Να πάρω τα εύσημα για τους κόπους κάποιου άλλου (εδώ ταυτίζεται απόλυτα με την παραπάνω αρχική μορφή της).
2. Να φορτώσω σε κάποιον άλλο μια πολύ δύσκολη ή επικίνδυνη, πάντως σίγουρα ανεπιθύμητη δουλειά, περιοριζόμενος στο εύκολο κομμάτι της προσπάθειας και με την υστεροβουλία να ιδιοποιηθώ το συνολικό αποτέλεσμα.

Αξίζει να σημειωθεί πως η προσβολή του ανδρισμού, που ενυπάρχει ως ιδέα στην έκφραση, λειτουργεί μόνο μεταφορικά. Το να χρησιμοποιήσεις, δηλαδή, τον κώλο σου για να γίνεις πούστης, όχι μόνο δεν δηλώνει από τον ομιλούντα κάτι μεμπτό, ίσα-ίσα, φέρει το σημασιολογικό φορτίο ενός οποιουδήποτε επίπονου εγχειρήματος, ακόμα και του πιο «αντρικού».

  1. - Στο παλιό σου τμήμα πας καθόλου;
    - Δεν πατάω. Φοβάμαι μην δω τον καινούριο που βάλανε στη θέση μου και τον αρχίσω στις γρήγορες.
    - Τι σε κόφτει μωρέ, προαγωγή πήρες κι έφυγες, δε σου την έκλεψε τη θέση!
    - Ξέρεις τι κάνει αυτό το τσογλάνι; Πιάνει τους γενικούς και τους δείχνει νούμερα με δουλειές που έκλεισα εγώ πριν φύγω και τιμολογήθηκαν μετά.
    - Ε, θα το καταλάβουνε όταν δεν θα έχει δικά του ντηλ να δείξει. Χέσ' τον.
    - Όχι ρε, δεν το ανέχομαι! Με ξένο κώλο πούστης; Δεν θα μαζευτούμε σε κανένα μύτινγκ; Θα τον σκίσω!

  2. - Δεν είναι τίποτα Γιωργάκη, τριάντα σελιδούλες είναι, εσύ πληκτρολογείς και γρήγορα... Πόσο να σε πάρει, ένα απόγευμα;
    - Μη βιάζεσαι, δεν είναι μόνο δακτυλογράφηση, εδώ μου λες να κάνω διόρθωση, επικαιροποίηση, να βάλω φωτογραφίες... Τις προτάσεις πότε θα τις γράψουμε;
    - Τις προτάσεις θα τις γράψω εγώ, μην στενοχωριέσαι...
    - Για στάσου, για στάσου, και με χώνεις και θα μπει μόνο στο δικό σου πορτφόλιο η έκθεση; Δεν παίζεσαι ρε μεγάλε! Έτσι κάνεις δουλειές εσύ; Με ξένο κώλο πούστης;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τσιφούτης και κακομοίρης, ο μίζερος τσιγκούνης. Η λέξη προέρχεται από παλιά ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, στην οποία ο βασικός ήρωας είναι έμπορος λαδιού και απίστευτος τσιγκούνης, αν και υπερβολικά πλούσιος.

- Εντάξει, να νοικιάσουμε αυτοκίνητο, αλλά όχι το Hyundai, αφού είναι κατά 5 ευρώ ακριβότερο.
- Καλά ρε γερο-Λαδά, θα δώσουμε 5 ευρώ λιγότερα για να πάρουμε παλιό αυτοκίνητο σε πολύ χειρότερη κατάσταση; Μη τρελαθούμε τώρα... Με μισθό 3.500 ευρώ το μήνα, πώς μπορεί να είσαι τέτοιος γερο-Λαδάς;

Από τον ομώνυμο χαρακτήρα του μυθιστορήματος «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», του Νίκου Καζαντζάκη. Προφανώς ο φίλος εννοεί τη μεταφορά του βιβλίου σε σειρά στην κρατική τηλεόραση.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκμεταλλεύομαι κάποιον ή σκαρώνω σκευωρία σε βάρος κάποιου. Δηλαδή, τον βάζω να υποστεί τη δεινοπάθηση, να επωμιστεί το βάρος ή τις κυρώσεις/συνέπειες μιας πράξης ή κατάστασης κι εγώ καρπώνομαι τα οφέλη.

Για παράδειγμα, στον «Κόμη Μοντεχρήστο» του Αλ. Δουμά, οι τρεις συνωμότες Νταγκλάρ, Βιλφόρ και Μορέλο πήγαν να παίξουν μπιλιάρδο στην πλάτη του Εδμόνδου Δαντές και να του φάνε τη μεναγκό, χώνοντάς τον ταυτόχρονα στην ψειρού.

Συνήθως προφέρεται εν είδει ξεσπάσματος αγανάκτησης από τον παθόντα: «Μπιλιάρδο στην πλάτη μου, δεν θα παίξει κανείς!»

  1. από εδώ
    Οικονομολόγος δεν είμαι και, για να είμαι ειλικρινής, δεν καταλαβαίνω και όλους τους όρους που διαβάζω. Εκείνο που μπορώ να καταλάβω είναι ότι παρά τις προεκλογικές διακηρύξεις του Γιώργου ότι «υπάρχουν λεφτά», τέτοια όχι μόνο δεν υπάρχουν, αλλά οι δανειστές μάς «βάζουν» τα δύο πόδια σε μισό παπούτσι. Και όλοι παίζουν μπιλιάρδο στην πλάτη μας.

  2. κι από εδώ
    Όλοι οι ανίκανοι στο υπουργείο παίζουν μπιλιάρδο στις πλάτες των καπνοπαραγωγών χωρίς ντροπή.

Απαράδεκτοι, "Ποιητική βραδιά". Στο 23:03. (από patsis, 22/08/12)

Δες και δίνει πλάτη για τάβλι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified