Further tags

κεβεζές, κεβεζέας

Ο πολυλογάς, ο φλύαρος, ο φαφλατάς στα ποντιακά. Ετυμολογείται από το τούρκικο geveze (με τη σειρά του από το περσικό گپزن) που έχει την ίδια σημασία.

Τέρεν ακεικά, ο Θωμάν λαλία κι έβγαλε και ο Γιώργον άμον κεβεζές κι σταμάτησε να καλατσεύ'! (παναπεί, Δες κατακεί, ο Θωμάς δεν έβγαλε μιλιά και ο Γιώργος σαν φαφλατάς δεν σταμάτησε να μιλάει!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός όρος που ονομάζει τον πρωτοετή φοιτητή σε αει/τει. Χρησιμοποιείται κυρίως από φοιτητές μεγαλύτερων ετών αλλά και από φοιτητοπαππούδες. Ο όρος υπογραμμίζει το πόσο ψαρωμένος, χαζούλης και ευκολόπιστος είναι ο πρωτοετής φοιτητής, ιδιαίτερα αν προέρχεται από επαρχία.

1) - Βαριέμαι να πάω μάθημα σήμερα...
- Έλα ρε θα έχει μάθημα το πρώτο έτος, πάμε να ψαρέψουμε πρωτοετά!
2) Θα πω τρεις ατάκες του Αλτουσέρ και θα πέσει το πρωτοετό!
3) Πω ρε δικέ μου... Μερικές φορές σκέφτομαι πόσο χαζό πρωτοετό ήμουν, μέχρι και χάρτη Αθήνας είχα μαζί μου...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ηλικιωμένη που έχει πολύ έντονα πάνω της τα σημεία της φθοράς, νομίζω εκ του τουρκικού ρήματος çürür= φθείρω.

  1. Τη δουλειά της κάνει η τσουρογρια και για τα λεφτά που μας έχει δώσει και για τη θεσούλα της ενδιαφέρεται. (Από θάψιμο της Κριστίν Λαγκάρντ στο Φέισμπουκ).
  2. ΚΑΚΟΓΑΜΗΜΕΝΗ ΤΣΟΥΡΟΓΡΙΑ ΦΕΤΟΣ ΕΛΑ ΕΛΛΑΔΑ ΓΙΑ ΔΙΑΚΟΠΕΣ, ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ. (Ksipnistere με φωνακλά τζιλφάκια επίδοξο καλοκ-εραστή της Άγκελας Ζάουερ).
  3. δεν το ακουσα ολο το κομματι γιατι προτιμω να παω να παρω γλειφοκώλι σε καμια τσουρογρια παρα να το ακουσω. (Hip Hop).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το παρτάλι (< τουρκικό partal), που σημαίνει το φθαρμένο κουρελιασμένο ύφασμα και το -γκόμενα, σημαίνει τη γυναίκα που είναι εντελώς τελείως τελευταία, δεν βλέπεται, είναι χαμηλότατης κοινωνικής και πχοιοτικής υποστάθμης, που είναι μπάζο, σαβούρα, σκουπίδω, αλλά κυρίως που βγάζει μια κοινωνικο-πολιτισμική υπανάπτυξη. Που τέσπα για να πας μαζί της πρέπει να πιεις τόσο που τελικά δεν μπορείς να πας μαζί της ή με οποιαδήποτε άλλη φορ δατ μάτερ (το double-bind της παρταλογκόμενας).

  1. Ρε παπάρα που δεν σε χωράνε τα ρούχα απο το πάχος, που έχεις να γαμήσεις από την εποχή που ο Νώε μάζευε τα μαϊμούδια για να διασώσει το είδος σου, πας να το παίξεις γαμιάς και πλούσιος ρε ρετάλι από τελευταίο ύφασμα μαγαζιού σε εκποίηση στα παιδάκια εδώ μέσα και να αποδείξεις ότι αν έχει κάποιος λεφτά πηδάει κάθε παρταλογκόμενα ξεκωλοδευτεράντζα, σαν αυτές που συναναστρέφεσαι και βαπτίζεις "μουνάρα" στα βαθιά σου όνειρα μετά από χρήση των ψυχοφαρμάκων που ρουφάς; Ζώο!. Ούτε αυτές δεν σου κάθονται, που είναι οι φώτο ρε ταμτάκο που έταζες; (Από βρις-οφ στο μπου).
  2. Είναι μια παρταλογκόμενα που μόνο αν ήσουν 10 χρόνια ναυαγός σε νησί του Ειρηνικού θα σκεφτόσουν να την πηδήξεις. (Από βρισ-οφ σε σόσιαλ μήδεια).
  3. Η καθε παρταλογκόμενα που την κάνει από την Φλώρινα και πάει Ξεσσαλονίκη ειτε για Σ/Κ είτε για να σπουδάσει και μας σπάει τον πούτσο με Check Ins και φωτογραφίες από το πόσο γαμάτα περνάει και πόσο χαίρεται που είναι στην γαμώπολη, ας της πει κάποιος ότι πρώτον είναι σαν να την έκλασε δεινόσαυρος όταν κάνει ντάκφεϊς και γράφει από πάνω "με τα φρεντουλίνιαζ μου" (καλά μακράν χειρότερο είναι όταν βγάζει φωτό με φόντο τον Λευκό Πύργο και γράφει "Εμένα αγάπη μου, δεν θα με κάνεις ποτέ να κλάψω") και δεύτερον, να μην δείχνει πόσο αγάμητη παρθένα είναι και ήρθε στη Θεσσαλονίκη να γαμηθεί από το χωριό της το αρμενο-αμμοχώρι και κάθε φορά που βλέπει γκόμενο που δεν βρωμάει σαν στάβλος, στάζει το μουνί της μέλι. Γκόμενα της πούτσας που νομίζεις ότι έγινες κάποια, τράβα μωρή να πλύνεις κάνα πιάτο μωρή αρκουδιάρα. (Από κράξιμο στο Φέισμπουκ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην πολιτική σλανγκ επιρροή είναι ο άνθρωπος που ακολουθεί και επηρεάζεται από μία πολιτική οργάνωση χωρίς να είναι ενταγμένος σε αυτή. Για να χαρακτηριστεί κάποιος επιρροή μιας οργάνωσης δεν αρκεί απλά να τη συμπαθεί (συμπαθών) αλλά απαιτείται και ένας βαθμός σταθερής παρουσίας σε κινητοποιήσεις της. Πρέπει να σημειωθεί ότι η λέξη χρησιμοποιείται και για να δηλώσει πολιτικό επηρεασμό και από συγκεκριμένο άτομο, όχι απαραίτητα δηλαδή οργάνωση.

1) Αύριο έχουμε πορεία, να βρούμε από σήμερα όλες τις επιρροές μας!
2) Στο πανεπιστήμιο ήμουν επιρροή της ΠΑΣΠ. Τώρα σύριζα χαλαρά!
3) Μεγάλη μορφή ο Μήτσος, πρέπει να έχει πάνω από πενήντα επιρροές ο θεούλης

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αυτοκόλλητος φίλος, ο φιλάρας, ο δικέ μου. Το συντρόφι για τον αριστεριάρη, ο καρντάσης για τον διαμένοντα σε οικοδομή, το κολλητουμπινάκι για το θήλυ νέας κοπής, το μπρατίδι για τον μπιντιεσεμικό, ο φιλενάδος-μουνιενιές, το μπουμπουφού για το cyberπιπιναριό, ο σύντρολος για τον τρολεταριάτο, ο αδολφικός φίλος για την κασιδιάρα ψυχή, το λέει κι η λέξη.

- Όταν η Έλλη Στάη ήταν κολλητάρι με τη Βίκυ Σταμάτη (εδώ)

- ΕΞΩ και ο ΡΟΝΤΟΣ, το κολλητάρι του ΤΖΕΦΡΙ. Πλήρωσε 50χλιάρικα εγγύηση για τις Νάρκες που… έβγαζε στη Βοσνία. Λεφτά υπάρχουν (εκεί)

- Ο Σμπώκος, το κολλητάρι του Ακη, τον απαρνείται...(παραπέρα)

Εκ του κολλητός, περαιτέρω εκσλανγκισθέντος δια της προσθήκης του γαμοσλανγκοτέτοιου -άρι.

Αγγλικανιστί: mate (βρετανικούρα), buddy (αμερικλανιά) και homie (μελαψός αγγλοσαξονισμός).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα πραγματευτούμε τρεις (από τις πάρα πολλές) χρήσεις κι εφαρμογές του πελατακίου.


Η πρώτη μας έρχεται από την μπουρδελοσλάνγκ: πρόκειται για τον τακτικό θαμώνα πόρνης, μπουρδέλου, φραπενέ, ή άλλου ευαγούς ιδρύματος.

- Παρασκευή βράδυ και ήμασταν μισή ντουζίνα πελατάκια. Τεμαχια? Δεν έχω λόγια να τα κακοχαρακτηρίσω. Εκεί να δεις δράμα, μια Τζούλια απί Ρομανία ψιλοέσωζε την κατάσταση από τον εμετό που κινδύνευε οιοσδήποτε έβλεπε μέχρι και 50άρα χοντροτζίλφ που επέμενε ότι είναι από Ισπανία(!), μια ξανθιά αλβανόμορφη ρουμούνα και κάνα 2 άλλες που δε γυρνάς να κοιτάξεις καν. (από μουρδελοσάη)

- Με καλημέρισε και χωρίς διακοπή ενημέρωσε για το πρόγραμμά της: «Τσιμπουκάκι, μουνάκι, πάνω-κάτω, πισωκολλητό, 10 έουρω!» Υπηρεσία ήταν καποτούλα-χωρίς: «Έλα μωρό μου να περάσεις, θα γίνεις πελατάκι, έλα μωρό μου!» Η οποία, αφού της έδωσα το ακριβές αντίτιμο, με πέρασε στα ενδότερα: «Έλα από δω γιαβρί μου, ένα από δω!» (από μουρδελοσάη)

Αγγικανιστί: trick, john.


Η δεύτερη μας έρχεται από τον χρηματιστηριακό κόσμο: πελατάκια αποκαλούν τα μπροκεράκια τους πιστούς αλογομούρηδες πελάτες τους, οι οποίοι ακόμα και στις αρκουδιάρες αυτές μέρες στην αυγή του Δραχμαγεδδώνα παράγουν τζίρο. Οι προμήθειες από ένα και μόνο καλό πελατάκι είναι ικανές να συντηρήσουν μιαν ολιγομελή οικογένεια.

- Οι brokers είναι πάντα κερδισμένοι αν αρκούνται στις προμήθειες τους (αρκει να συντηρούν τα πελατάκια τους) (εδώ)

- Τα καλύτερα πελατάκια (παγκοσμια) είναι τα ασφαλιστικά ταμεία με ρευστά διαθέσιμα εκατοντάδων εκατομυρίων, ασφαλιστικές εισφορές κάποιων κακομοίρηδων, εσένα, εμένα, κλπ. (εκεί)


Η τρίτη και μακρύτερη αφορά στις συμβιωτικές πελατειακές σχέσεις στην πολιτική (αλλαξοκώλι βολευτών - ψηφοφόρων) και στην πουτάνα μπάλα (ασχήμειες τση παράγκας παραγόντων - οπαδώνε):

- Στριπτίζ για τα πελατάκια: Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές εκείνοι που έσκιζαν τα ιμάτιά τους στο όνομα των μεταρρυθμίσεων και μιας νέας αντίληψης για το κράτος δικαίου και τη σχέση με τους πολίτες, αρχίζουν το στριπτίζ σε μια προσπάθεια να κλείσουν το μάτι στην πελατεία τους (εδώ)

- Τα κόκκινα πελατάκια γουστάρουν ξανά ΤΣΟ κ ΛΟ ΚΑΙ στην Ευρωλίγκα! Για ακόμη μια φορά...(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

θείος, θεία

Ο άντρας και η γυναίκα μιας μέσης ή κάπως μεγάλης ηλικίας. Τόσο ουδέτερα, όσο και με κάποια μειωτική διάθεση.

Σε αντιστοιχία με τις λέξεις τύπος, τύπισσα, παππούς, γιαγιά. Στα χωριά και στις μικρές πόλεις, τουλάχιστον παλιότερα, ήταν μια απλή κλητική προσφώνηση των νεοτέρων προς μεγαλυτέρους, ανάλογα με την ηλικία αυτών.

  1. - Περίμενε λίγο θεία να περάσει ο μάστορας με τη σκάλα.
    - Τι φτιάχνετε εδώ παλικάρι μου;
    - Ε, βάφουμε.
    - Α, το δώσανε τελικά ε; Ποιος το πήρε το μαγαζί;
    - Καλά θεία, πέρνα εσύ και μετά θα περάσει κι η σκάλα.
  2. Από εδώ:
    Τι λεει ρε ο θείος???????? χαχαχαχαχα α τον λαμακα. Καμία ροή σκέψεις και έκφρασης . Τίποτα. Ρε ποιους ψηφίζουμε ρεεεεεεε!!!!
  3. Από εδώ:
    Υπηρετώντας τη θητεία μου στη Ρόδο το '91 σε κάποια επιστροφή εξοδούχων ήρθε ένας θείος και μου είπε ένα όνομα.Υπέθεσα οτι ήθελε να του φωνάξω το γιο του.Εχει σημάνει σιωπητήριο του λέω δε γίνεται να τον φωνάξω τώρα. Οχι παιδί μου μου λέει.Εγω είμαι και ήμουν εξοδούχος.Κάγκελο εγώ.49 ετων και υπηρέτησε για 4 μήνες...
  4. Από εδώ:
    το καλοκαίρι ήμασταν σε μια ερημική παραλία της Χαλκιδικής και ξαφνικά ήρθε ένας θείος και μας είπε πως πρέπει να φύγουμε από κει γιατί είναι ιδιωτική παραλία κι όταν ρωτήσαμε ποιανού είναι ήταν του [...]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το μειράκιο που παριστάνει τον μεγάλο, το μουστάκι του θυμίζει τρίχες απ' τ' αρχίδια, αφού.

Δες εδώ τον αρχιδομούστακο που μου θέλει και γκόμενα!

Σημείωση: Το παράδειγμα είναι από προφορική επικοινωνία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το τουρκικό καρα (=μαύρος) και το σλανγκοτέτοιο τέτοιος.
Το αρσενικό Καρατέτοιος (με κεφαλαίο Κ) χρησιμοποιείται για να υποκαταστήσει επίθετο ονόματος με πρώτο συνθετικό το καρα· Πχ Καραμανλής, Καρατζαφέρης, Καραπιάλης. Η υποκατάσταση συχνά έχει ειρωνική και αποδοκιμαστική χροιά:

  1. ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΟΥ ΚΑΡΑΤΕΤΟΙΟΥ ο καρατετοιος, πηγη φωτος και αληθειας, κυβερνουσε τον υπεροχο αυτο λαο επι πολλα χρονια. κυβερνουσε αταλαντευτα, με στιβαρο χερι, σεμνα και ταπεινα, με μηδενικη ανοχη στη διαφθορα. ηταν ασπιλος, αμολυντος, ατρομητος, περισπουδαστος, σοβαρος, μεγαλειωδης, δεν φοβοταν κανεναν, ουτε τους νταβατετοιους τους οποιους κατατροπωσε.
    ΣΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ καρατετοιε!
    κομανταντε (εδώ)

  2. […] Αγαπάει όμως ο θεός τον κλέφτη, αγαπάει και τον νοικοκύρη. «Στρατηγέ τι γύρευες στη Λάρισα Συ, ένας Υδραίος;». Ο Καρατέτοιος πάνω στον οίστρο του, ξέθαψε και τον «αρχολίπαρο», λέξη που τη χρησιμοποίησε τελευταίος στην πολιτική σκηνή ο καλλιεργημένος πολιτικός και αγωνιστής κατά της Χούντας Γιάννης Ζίγδης σε βάρος των Θανασοκανελλοπουλαίων αποστατών της ΕΔΗΚ [Οι μακαρονισμοί του κ.Καρα Τζαφέρη (=Μαυρογάϊδαρου) (Ροΐδη Εμμονές)
    οι ... κατατέτοιοι

  3. Α ρε βάζελοι ένας Καρατέτοιος έλειπε και μας τα πρήξατε στις αθλητικες εκπομπές! Άν παίζατε με τις δικές μας απουσίες θα σας ψάχναμε στην βαθμολογία να σας βρούμε! Άντε τώρα του χρόνου πάλι ξαναετοιμαστείτε να έρθετε στο ναό και να το ξαναπαλέψετε λαγοί! (εδώ)

ενδεικτική 'καρατέτοια'
Νά' ρθουμε στην "καρατέτοια" τώρα. Σχεδόν πάντα χρησιμεύει για να σε βγάλει απ΄την άβολη θέση να θέλεις να αποκαλέσεις κάποια, καραγούδα, καρακαηδόνα, καραμπαζάρα, καραμπιτσαριό και πάντως σάνβουαρ καρατσεκαρισμένη καραπουτάνα, αλλά να κωλύεσαι. Λες λοιπόν ένα "καρατέτοια" και καθάρισες, με τα ευκόλως εννοούμενα να παραλείπονται.

  1. Καρατέτοια πόσο ξεπουλημένη κόττα μπορείς να γίνεις; (εδώ)

  2. -ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑ της να γραφει οτι ναναι η καθε καρατετοια για την Αμφιπολη. και δεν μας νοιαζει αν παιρνει μια ή 100 αμοιβες για να πει τα ασυστολα σκοπιανα ψευδη της. ΚΑΠΟΙΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΝ ΣΤΑΜΑΤΗΣΕΙ δια της νομικης οδου ΔΙΟΤΙ ΨΕΥΔΕΤΑΙ ΜΕ ΔΟΛΙΟ ΣΚΟΠΟ ΠΑΡΑΠΛΗΡΟΦΟΡΙΣΗΣ και αποπροσανατολισμου (εδώ)

  3. - Agaphto Idrytiko melos na sou ypenthimisw oti p... ths Elladas den mporei na einai mia omada pou ta teleytaia 5 xronia exei parei ena double kai exei xasei 2-3 prwtathlimata ston ponto ;)
    -Ίσα ίσα καρατέτοιες της Ελλάδας είναι σε μια χώρα όπου παλεύουν 2-3 ομάδες για το πρωτάθλημα και βγαίνεις μονίμος 2ος. (εδώ)

  4. Η Τριπολιτσά έπεσε. Το Χάνι της Γραβιάς είναι παρελθόν. Μην ονειρεύεται κι ο Άδωνις την Περσεφόνη. Είναι μια καρατέτοια που ούτε λεφτά, ούτε πελατεία. Ας πουλήσει τίποτα ββλ με το κιλό πια. Για ανακύκλωση κατ’ ευθείαν, σα το τηλ. Κατάλογο του ΠΟΤΕ. (εδώ)

  5. Θυμιζουμε πως η Σπηλια δεν επεσε στην μλκ και την εμπαθεια που επεδειξαν ορισμένα Μπλογκς της .. αριστεράς, ο Θεός να την κανει, που εξαρχής εμφανιστηκαν βεβαιοι οτι ο ΣΤΡΟΣ ΛΑ ΚΑΝΤ ηταν .. ενοχος διοτι ηταν -ΛΕΕΙ- απληστος και κακός και 120 μερες των Σοδομων και αλλες απιστευτες μλι και φαντασιωσεις των εντελώς καρατετοιων και ΑΣΧΕΤΩΝ . Για ολους αυτους τους ΚΟΜΠΛΕΞΙΚΟΥΣ ΛΕΩ ΕΝΑ ΜΠΡΑΒΟ (εδώ)

Και για να κοελιοραμφιλοσοφήσουμε λιγάκι, τι είναι τελικά ο ανθρώπας, τι 'ν' κι η ανθρωπίλα του· απ' το να καραγουστάρεις την καραγκαγκάν καραμποντού, μέχρι να ελεεινολογείς περί τα καραπουτσαριά,
έ ν α
τ σ ι γ ά ρ ο
δ ρ ό μ ο ς
!

Καρα-lol!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified