Further tags

Ο κακόμοιρος. Αυτός που είναι τόσο γκαντέμης που μέχρι και το φτυάρι που είχε για να σκάψει τον λάκκο του, του έσπασε. Ηχητικά μοιάζει με τον τραγικό ήρωα Λάιο, που τον σκότωσε ο γιος του και μετά του πήδαγε την γυναίκα. Αυτό ακριβώς.

Πολλές φορές μπορεί να ακούσετε καμμιά γριά στα χωριά της ν. Ευβοίας να παραπονιέται: «Λάι κορμί...» για τα βάσανα που έχει περάσει.

- Ρε συ, τα έμαθες για τον Κώστα;
- Τι;
- Την ίδια μέρα τον έσκισε το ΣΔΟΕ, πάει στο σπίτι και βλέπει τον κουμπάρο να του σκίζει την γυναίκα.
- Ρε τον λάγιο τι του χρώσταγε η μοίρα του...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Κώστας Μήτρογλου. Αποκαλείται έτσι λόγω της δεινής ικανότητάς του στην επίτευξη γκολ αλλά και της κωλοπαιδίστικης εξω- και ενδο- γηπεδικής συμπεριφοράς του.

Ρε τί έβαλε πάλι το γκολόπαιδο!

(από allivegp, 16/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Eιρωνικά-περιπαιχτικά ο αλλοίθωρος στη Χίο (από τον ΝΔ άνεμο;;).

- Εσένα μιλούσε, εμένα κοίταζε, ο γιατρός. Μπάς και μού την πέφτει;
- Slow the eggs... Γαρμπής είναι. Την άλλη φορά θα κάτσουμε ανάποδα να δείς που θα κοιτάζει το παράθυρο...
- Νοστιμούλης πάντως...
- Ίσα μωρή!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιο σλανγκιάρικη εκδοχή του κλισέ (> γαλλ. cliché, στερεότυπο), με τη προσθήκη του γαμοσλανγκοτέτοιου -άρικο (βλ. π.χ. λιμπιντιάρικο, χασιάρικο, κασιδιάρικο).

Περιγράφει προβλέψιμες, τετριμμένες και ντεζαβού μανιέρες, τέχνες, λόγους και άλλοθι. Φοριούνται και αναπαράγονται ad nauseam λόγω βαρεμάρας, έλλειψης φαντασίας ή / και παιδείας, ή απλώς επειδή πουλάνε.

1. «Τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα του ΣΥΡΙΖΑ» Συγγνώμη για τον κλισεδιάρικο τίτλο του κειμένου. Το κείμενο εναλλακτικά θα μπορούσε να έχει τίτλο: Δεν είμαι αντι-ΣΥΡΙΖΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αντι-εγώ, αλλά δεν μου φάνηκε καλαίσθητο.

2.
Πράγματι δεν είναι υπάρχει πιό κλισεδιάρικο και ντεκαβλέ πράγμα απο τις τσόντες.

3. Οι περιοχές που επισκεπτόμαστε είναι κλισεδιάρικες όσο δεν πάει (μεσαιωνικά κάστρα, ορυχεία, χιονισμένες περιοχές, δάση, κτλ)...

4.
Στην περιπτωσή μου κατάλαβα ότι αυτό το κλισεδιαρικο βιολογικό ρολόι δεν είναι καθόλου κλισεδιάρικο. Είναι αληθινό και κάθε φορά που βγαίνει ο κούκος (το δικο μου ρολοι είχε και κούκο) σου αστράφτει μια και σε ρωτάει; ” Εσυ, κούκου, πότε θα γίνεις μανα;

Got a better definition? Add it!

Published

Έτσι περιγράφεται μια κατάσταση άσχημη, μαύρη κι άραχνη, μη αναστρέψιμη, χωρίς ελπίδα, που δεν επιδέχεται βελτίωση.

Η έκφραση μπορεί να χρησιμοποιηθεί διευρυμένα και να χαρακτηρίσει και πρόσωπα ή αντικείμενα.

  1. Εκείνος: - Πώς παν οι δουλειές;
    Ο άλλος: - Χάλια μαύρα, είμαστε για τ' ανάθεμα.

  2. - Τι έλεγε το καινούργιο γκομενάκι που γνώρισες;
    - Άστο, ήταν για τ' ανάθεμα.

  3. Πήγα να δω για ν' αγοράσω ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο, αλλά ήταν για τ' ανάθεμα, τζάμπα το χρόνο που χαλάλισα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικά άκομψη ενδυματολογική καγκουριά που θέλει τον βικτιμά να σηκώνει τον γιακά του Μπούρμπερι εν είδει Κόμη Δράκουλα με σπόιλερ.

Η αποκρουστική αυτή μόδα ξεκίνησε από τριχοφοβικές μετρό φλωράντζες, αλλά μοιραία παρείσφρησε στις πλατιές μάζες βερμουδιάρηδων, ασπρoκαλσάδων, βαψομαλλιάδων, καδενάκηδων και λοιπών τσαβών με νυχάκι.

Να μασάς δηλαδή σκατά και να φτύνεις.

1.
Σέρλοκ είναι ο μοναδικός «σηκωγιακάς», όσον αφορά στο παλτό, που δεν εκπέμπει douchebaggery, αλλά αντίθετα αγνή εγκεφαλική έλξη.

2.
Δίπλα μου στο μετρό, πατέρας σηκωγιακάς με μικρό γιο σηκωγιακά. Καλά λένε πως οι προβληματικές συμπεριφορές ξεκινούν απ' το σπίτι.

3.
Το επόμενο επίπεδο λογικά για τους σηκωγιακάδες είναι ο κώνος που φοράνε στα σκυλιά.

3.
- Σκέψου 10 χιλιάδες σηκωγιακάδες ξαπλωμένους στο ΟΑΚΑ. - Ε και; Τι είναι αυτό; - Φλωροτάπητας. 8 days ago from Twitter for Android | Reply, ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ε. Συμπαθής μερίδα αργόσχολων που ασχολούνται μετά μανίας με διαδικτυακές συζητήσεις. Είναι οι λεγόμενοι «μοντέρνοι καφενόβιοι», μιας και το στιλ και η ηλικία τους εμποδίζει να συχνάζουν στα πραγματικά καφενεία. Συνήθως επιλέγουν forum που υπάρχει ευρύ αναγνωστικό κοινό και μπαίνουν σε συζητήσεις απρόσκλητοι, κοινώς πετάγονται σαν πορδές, με σκοπό να σατιρίσουν, να εκφράσουν απόψεις περί παντός επιστητού και να κάνουν κριτική στους πάντες και τα πάντα, εκτός φυσικά από τον εαυτό τους. Σε αυτό συνηγορεί και η ασφάλεια του ίντερνετ, μιας και αν τολμούσαν αυτά να τα κάνουν δια ζώσης, θα εκτίθονταν σε κίνδυνο. Συγγενεύουν επίσης στενά με τον όρο «troll» αλλά και «τζάμπα μάγκας».

  1. Πω πω ρε φίλε, έχει γεμίσει παπαρολόγους η σελίδα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο καταστροφέας, αυτός που ό,τι πέσει στο χέρι του το καταστρέφει, είτε από κακή χρήση, είτε από έλλειψη φροντίδας-συντήρησης ή και από τα δύο.

Ρε φίλε, αυτός ο Γιάννης είναι μεγάλος σιδεροφάγος. Τρία αυτοκίνητα πέρασαν από τα χέρια του μέχρι τώρα και τα τρία τα σαραβάλιασε στο άψε-σβήσε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρώνει με τη σειρά του το πάνθεον των απανταχού slang καπεταναίων.

Η αφεντομουτσουνάρα του φιγουράρει μέσα σε κάθε παρεξήγηση, φιλονικία, διαμαρτυρία, δυναμική διεκδίκηση κλπ. Είναι ο αρχικαβγατζής, πρόκειται γιο πολύ bizarre άτομο. Προκαλεί μεγάλο θόρυβο. Είναι διαβόητος και σαματατζής. Όμως κατα βάθος είναι καλόψυχος και όχι, κατά κανόνα, επικίνδυνος.

Αποκτά τον βαρύτιμο τίτλο του από τα πρώτα του μαθητικά χρόνια, που κυρίως του απονέμεται (μεταξύ αστείου και σοβαρού) από δασκάλους του και που συνήθως διατηρεί εφ' όρου ζωής.

Η μητέρα: - Πώς πάει το παιδί μου;
Η δασκάλα: - Είναι ο «καπετάν-φασαρίας» της τάξης!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Eξάγεται από τον χαρακτηρισμό παρθενόπη. Υποκοριστικό παρθενοπιπίτσα.

Είναι ένα λογοπαίγνιο ανάμεσα στον χαρακτηρισμό παρθενόπη που αφορά κοπέλες που έχουν πάρει όλο τον ανδρικό πληθυσμό ,αλλά δεν βάφονται, ενίοτε είναι και λίγο άπλυτες και παριστάνουν τις ''συντηρητικές''.

Συχνά ταλαιπωρούν τον πιο μαλάκα από τους γκόμενούς τους δίνοντάς του μόνο πίπα-κώλο, εξ'ου και η σύζευξη παρθενόπης με πίπα.

Σύμφωνα την ελληνική Wikipedia, η λέξη παρθενόπη υπήρχε στην αρχαιότητα ως κύριο όνομα θεότητας. Η Παρθενόπη ήταν μια από τις μυθικές Σειρήνες της Ελληνικής Μυθολογίας. Όταν ο Οδυσσέας περνούσε από τις ακτές που διέμεναν οι Σειρήνες γνωρίζοντας σχετικά για την ανθρωποφαγία τους αντιπαρήλθε με το σκάφος του και τους συντρόφους του την περιοχή τους, χωρίς να σταματήσει. Τότε απελπισμένη η Παρθενόπη που δεν ανταποκρίνονταν ο Οδυσσέας στο θέλγητρo της φωνής της έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε. Το πτώμα της εκβράσθηκε σε μια παραλία της Ιταλίας όπου οι τότε, μόλις νεοφερμένοι εκεί κάτοικοι, άποικοι Χαλκιδείς από τη Κύμη, το περισυνέλεξαν και το ενταφίασαν σε μνήμα. Γύρω από το σημείο εκείνο ίδρυσαν στη συνέχεια τη νέα τους πόλη, αποικία, που ονόμασαν Παρθενόπη, η οποία και είναι η σημερινή Νάπολη στην Ιταλία.

- Aπό μέρους μου (νεολογισμός-απόδοση του ''εκ μέρους μου'', μήπως χρειάζεται λήμμα ως slang;) δεν έδωσα κανένα δικαίωμα.
- Αφού μου πήρες πίπα μωρή πουτάνα.
- Για μένα σχέση είναι μετά το πρώτο φιλί. Με τέτοια συμπεριφορά και τέτοιο αμάξι δεν θα κάνεις ποτέ σχέση. Σου εύχομαι ό,τι καλύτερο.

(από Δημήτρης Αρναούτης Οικονομάκης, 02/09/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified