Further tags

Ο μη έχων τρίχες επί των οπισθίων του.

Προέρχεται από τις λέξεις μαδαρός (γυμνός) και κώλος (οπίσθια).

Η θηλυκή εκδοχή του είναι η μαδαροκώλα.

Ούτε με κερί να τις είχε βγάλει παιδί μου σου λέω... Μαδαρόκωλος εντελώς... Αλλά μου άρεσε, δε μπορώ να πω...

(από GATZMAN, 19/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πολύ όμορφη, νεαρή κοπέλα, η οποία προκαλεί τον θαυμασμό λόγω των σωματικών τις αναλογιών και προσόντων. Η πιο κοντινή απόδοση θα ήταν καυλάκι.

Ο όρος προέρχεται από τον παραλληλισμό με την ξύστρα, η οποία ακονίζει (ξύνει) το μολύβι, κάνοντάς το πιο μυτερό. Το αντίστοιχο «ακόνισμα» πράττει και το ξυστράκι, άθελά της ή μη, στο φαλλό κάποιου ανδρός. Το «ακόνισμα» αυτό μπορεί να μην είναι μόνο σωματικό, αλλά και ψυχοπνευματικό.

  1. Στη δικιά σου 7μιση... Τι απίστευτο ξυστράκι είναι αυτό ρε φίλε... (Θέλοντας να επιστήσουμε την προσοχή σε κάποιον φίλο μας, ώστε να επιβεβαιώσει και ο ίδιος ότι έχουμε εντοπίσει ένα ξυστράκι).

  2. Πού χάθηκες ρε ξυστράκι; (Αντίστοιχο του «πού χάθηκες ρε καυλάκι;»).

  3. Θα βγούμε απόψε με κάτι ξυστράκια από τη σχολή. Ψήνεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρεμπέτικη φρασεολογία για το λαθρεμπόριο και τον κοντραμπατζή, αντίστοιχα. Επί τουρκοκρατίας, μια μεγάλη μερίδα Ρωμιών θησαύριζε διακινώντας λαθραία καπνά. Οι σύγχρονοι κατσιρματζήδες διακινούν λαθραία τσιγάρα με κακοτάξιδα πατατάδικα.

Ως ναρκοσλάνγκ, κατσιρματζής αποκαλείται επίσης το βαποράκι που (συχνά εν αγνοία του) μεταφέρει πράμα (βλ. εδώ).

Εκ του τουρκικού kaçırma / kaçırmasi (απαγωγή). Στην γουγλογραφία εμφανίζεται κι ως κατιρματζής.

1.
Επαγγελματίες βαρκάρηδες, ξεμπαρκάρανε τους επιβάτες από τα μεγάλα βιαστικά βαπόρια, τα ποστάλε, που δεν μπαίνανε μες στο λιμάνι, μόνο αράζανε μισό η κι ένα μίλι στ' ανοιχτά. Κοντά σ' αυτό, λίγο ψαράδες, λίγο κατσιρματζήδες, λίγο νταβατζήδες στα καφέ σαντάν και τα καφέ αμάν του λιμανιού. Ποτισμένοι άρμη, ψημένα παλικάρια κι από τις δυο μεριές.

  1. ♪♫ Μες τα Βουρλά κατιρματζής
    αντάμης και κοντραμπατζής
    και της τουρκιάς ο τρόμος
    καβάλα σε λιγνό φαρί
    το μάτι του θόλο βαρύ
    πατούσε κι έτρεμε ο δρόμος

Είχε σκοτώσει τσαντιρμά
Όταν περνούσε κατσιρμά
Μπροστά απ’ το καρακόλι
Για να γλιτώσει τα καπνά
Σκαρφάλωσε από τα βουνά
Και τα φευγάτισε στην Πόλη ♪♫ («Ο μπάρμπας μου ο Παναγής», Μιχ. Ζαμπέτας)

3. Κατιρματζής είναι ο λαθρέμπορος. Επί Οθωμανών υπήρχε ένας τεράστιος υπόκοσμος που ζούσε από το λαθρεμπόριο καπνών για το οποίο υπήρχε αυστηρότατος έλεγχος. Οι Έλληνες της ανατολής πρωτοστατούσαν σε αυτή τη δραστηριότητα.

(από Khan, 19/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναγραμματισμός της λέξης «πουτάνα» σε μια άκρως καφενειακή έκδοση.

Ίσα μωρή ναταπού...

Δες ακόμη: τσανιτάπου, ποδανά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξαπάτηση, το παραμύθιασμα: όταν σου πουλάνε φίδι κι εσύ το χάφτεις. Εκ του παπατζή, της επιτομής του φτωχομπινεδιάρη λαμόγιου.

Βλ. επίσης: παπάτζας, πουλάω παπά, διθυραμβική παπάτζα, παπατζιλίκι, παπατζού, χλιδοπαπάτζα, παπάτζαρχος, παπατζοχαύτης, παπατζεμένος, παπατζάρχης, παπατζαρχίδης, παπατζολόγος, παπατζέμπορας, και ταλιμπάν.

1. Πάντως παίζει πολλή παπάτζεμα στην αγορά, πολλοί προσπαθούν να πουλήσουν φύκια για μεταξωτές κορδέλες.

2. Εκτός και εισαι κανενα από τα τσιράκια που εχει ξαμολήσει για να παπατζωνει τον κόσμο σε όλα τα φαρμακευτικά σαιτ.

3. «Θα χρησιμοποιήσω μία έκφραση που μου έμαθε ο κ. Παναγιώταρος, κύριοι της Χρυσής Αυγής, είστε παπάτζες, παπατζήδες», είπε ο βουλευτής της ΝΔ, ενώ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τον κίνδυνο που ελοχεύει από τον λαϊκισμό ορισμένων πολιτικών σχηματισμών.

(από σφυρίζων, 13/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απ' το γνωστό gay στρουμφάκι (που έχει κοινά σημεία με τη στρουμφίτα), ο γλυκός σα μέλι, που του αρέσει λίγο το γαργάλημα από πίσω.

- Μελένιε, δε με λές... σ' αρέσει ο πουρές;
- Ε... άμα είναι κρύος!
- Ίσα μωρή στρουμφίτα.

(από bright, 12/06/13)(από Galadriel, 14/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιτσιρίκι, το μικρό παιδάκι. Συνήθως αναφέρεται σε ηλικίες 3ης Γυμνασίου και κάτω, ή ακόμα και 3ης Λυκείου, αν ο ομιλητής απέχει μια δεκαετία μίνιμουμ.

- Τι βλέπεις πάλι; Photos με πιπίνια στο Facebook;
- Ναι, δες εδώ. Τούμπανο το τσιρίκι.

(από HardcoreGR, 11/06/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα δυτικά παραθεσσαλονίκεια, ο αλήτης, ο άσωτος, ο εξώλης και προώλης. Ακόμη ρόγκατσος, ρογκάτσα.

Όσο για την προέλευση, το πιθανότερο λέω είναι να προέρχεται από τα ρουγκάτσια (< ρούγα), ένα σχετικά γνωστό παλιό καρναβαλίστικο έθιμο στη βόρεια και κεντρική ελλάδα, παρότι το συγκεκριμένο δεν ήταν και από τα πιο διονυσιακά ελλαδίτικα έθιμα (δείτε εδώ και αυτό το ωραίο ντοκιμαντεράκι).

Απ' την άλλη, λιγότερο πιθανής σύνδεσης, στα διαλεκτικά δουλγέρικα ρουγκάτσι ήταν ο «τούρκος», όπως μας πληροφορεί ο Τριανταφυλλίδης (στο κειμενάκι του για τις συνθηματικές γλώσσες και κατευθείαν στο χειρόγραφο γλωσσάρι για τα δουλγέρικα ή ντουγραματζίτικα από το Διδυμότειχο).

Τέλος όμως ν' αναφέρω και τα ρόγκια, τα «χωράφια που έχουν ρογκιστεί, δηλαδή καεί και ετοιμαστεί για τη νέα σπορά», όπως μαθαίνω απ' τις «Λέξεις που χάνονται» (2011) του κυρ-Σαράντ, τα οποία τα βρίσκω κοντά στη σημασία του εδώ ορισμού αν μη τι άλλο επηρεασμένος απ' τις τσαϊράδες κατά Χριστιανόπουλο.

Πόσις κι πόσις ρογκάτσις δεν έφηυγαν απ' τα χουριά κι' επήαιναν στ' γερμανία, δέν τις ήξηυρε κανείς και τ'ς ανηχόταν κι' έκαμναν τη ζουή τ'ς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοσιογράφος που εξυπηρετεί συμφέροντα υποστηρίζοντας, απροκάλυπτα ή μη, την ομάδα του Ολυμπιακού Πειραιώς.

Σύνθετη λέξη προφ από το δημοσιογράφος και το γαύρος.

Τους διακρίνει η άκρατη (!) υποκειμενικότητα και η οπαδική συμπεριφορά, κάτι που συμβαίνει και με άλλους δημοσιογράφους του είδους.

- Έλα τώρα μωρέ που το παίζει και αντικειμενικός! ένας δημοσιογαύρος είναι κι αυτός και λέει και όλο βρωμολοχίες!
- Βωμολοχίες θες να πεις.
- Γιατί, ψέματα λέω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να δηλώσουμε την έκπληξη και το ευχάριστο ξάφνιασμά μας μπροστά στο όποιο πανθομολογούμενο κατόρθωμα κάποιου άλλου που αν και δεν μας γέμιζε το μάτι για κάτι τέτοιο, τρέχα γύρευε γιατί, στην τελική, το ‘χε! Κοινώς, εκφράζει σπέκια για κάποιον που για τη φάση, τον κόβαμε για λίγο.

Σπανιότερα, χρησιμοποιείται για το αντιθετοαντίστροφο: για να δηλώσουμε την απογοήτευσή μας για όποια μικροαποτυχία ή ακόμη και νίλα κάποιου άλλου που τον θεωρούσαμε πιο γάτα. Αν αυτό γίνεται παραπονιάρικα, συμπονετικά, περιπαικτικά ή ειρωνικά ...είναι άλλο καπέλο.

Αν και μακράν η πιο συνηθισμένη βαριάντα, κυκλοφορούν κι άλλες, ακόμη κι οι ...αυτοπαθείς, που κομπινάρουν τους αδύνατους τύπους του «αυτός» σε γένη κι αριθμούς, με τα πρόσωπα και χρόνους του «έχω».

1.
Λοιπόν του τυπάκου δεν του το χα! Ο Troy Barnes του Greendale, κατά κόσμον Donald Glover, στην περίπτωσή μας Childish Gambino και ισόβια ο τύπος που ράπαρε ένα από τα επικότερα μουσικά themes του Community (Δονδε έστα λα Μπιμπλιοτέκα;) έβγαλε στην αρχή του χρόνου ένα cd φαινομενικά αδιάφορο. Το live του στον Κόναν, ήταν αρκετό να πείσει και τον πλέον δύσπιστο. Ρυθμικό beat, εξαιρετικές μελωδίες και ένας σεμνότατος τυπάκος να αλωνίζει τη σκηνή με ρυθμό, στίχους πολυβόλο και ρεφρενάκια που σου μένουν στο μυαλό.

2.
Το πολύ αστείο με τη σημερινή κυβέρνηση είναι το από πού «κρατάνε» όλοι τον Αντώνη Σαμαρά. Θα πέσει ξερή η Ελλάδα όταν το μάθει. Μπράβο Αντώνη, δεν σου το ‘χα. Πρόσεχε μόνο, γιατί το ξέρουν πια πάρα πολλοί. Και ξέρεις τι ρουφιάνοι είναι οι Έλληνες.

3.
Δεν σας το είχα κε Μαμαλάκη. Δηλαδή, δεν σας το είχα ότι θα έπρεπε να το δοκιμάσετε, για να δείτε ότι τόσα χρόνια... δεν χάσατε.. Αφού ως άνθρωπος με εμμονή στην καλή πρώτη ύλη, φαντάζομαι πως θα μπορούσατε εύκολα να καταλάβετε αυτή η συνταγή πόσο άνοστη, έως βαρυστόμαχη μπορεί να είναι.
(αναφέρεται στις σκέψεις του γνωστού μάγειρα για απόσυρσή του απ’ το φατσοβιβλίο)

4.
Όσο, αντίστοιχα, αμείφθηκαν κι οι Μαλτέζοι εν συνεχεία. Για τη δική τους θετική ενέργεια. Για την απαίτηση που έβαλαν στον εαυτό τους, εξερχόμενοι στο β' ημίχρονο, να μη φύγουν αμαχητί. Όποιος δεν τους το 'χε, εξεπλάγη. Να μπορεί ο αριστερός τους μπακ να γίνεται παίκτης παραπάνω, σαν δεκάρι, στην (και τυχερή, αν θυμηθούμε πόσες κόντρες κέρδισε) επέλαση για το 2-1; Μωρέ μπράβο!

5.
Στους Wu-Tang Clan πήγα από περιέργεια. Δεν μου το ‘χα, αλλά πάρα πολύ γούσταρα όλο αυτό το hip-hop party που είχαν στήσει – μέσα στη γραφικότητά του (μικρόφωνα, break-dancing, “hands to the left / hands to the right”) ήταν τρομερά διασκεδαστικό.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified