Further tags

Η φωτοσοπιά, δηλαδή η επεξεργασία φωτογραφίας με photoshop, που λειτουργεί ως σουπιά, δηλαδή πονηρά, ύπουλα και «θολώνοντας τα νερά» και καλλιεργώντας ψεύδη.

Μεγάλη φωτοσουπιά η Πάμελα Άντερσον!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Οι φανατικοί θαυμαστές του Σταμάτη Γονίδη. Η αρρώστια είναι κληρονομική, αλλά και κολλητική. Δηλ. ένα παιδί που μεγαλώνει σε λαϊκό περιβάλλον και οι γονείς του είναι ευαίσθητοι, ευνταλγκάδωτοι κ.τ.λ. είναι πιθανό να πάρει τα γονίδια από τους γονείς του.

  2. Οι τραγουδιάρηδες που έχουν ζηλώσει την δόξα του Σταμάτη Γονίδη. Το πιο χαρακτηριστικό: Δεν τραγουδάνε, αλλά ουρλιάζουν στο μικρόφωνο με όλη τους τη δύναμη. Επίσης είναι ευαίσθητα καλά παιδιά του λαού μας. Και, καθώς, όπως είπε συνονόματος του συσλαγκιστή μας «ουκ εγένετο μαθητής μείζων του διδασκάλου αυτού», οι μιμητές αυτοί δεν είναι παρά «γονίδια» και όχι the real stuff!

Νταλικέρης ο Βρασίδας ο μπαμπάς, ακούει όλο Γονίδη στο δρομολόγιο. Τώρα πήρε τα γονίδια κι ο γιος του ο Μητσάκος! Όλη μέρα ή Γονίδη θα ακούσει ή γονίδια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παχύς και μαλθακός. Βλέπε και μοσχάρι.

- Άρχισε κανα γυμναστήριο, τελευταία έγινες λαπάς από το πολύ φαϊ και καθησιό!

"Και σ\' έπιασα στα πράσα μια πρωία με κάποιον μικρομέγαλο λαπά!". (από Hank, 08/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποκοριστικό του γύρου, χρησιμοποιείται συχνότατα στο στρατό για αναφορά στο γνωστό και φτηνό έδεσμα.

- Ψαράδες είστε εξοδούχοι σήμερα. Θα μου φέρετε κανένα γυρόνι επιστρέφοντας;
- Έγινε! Χωρίς κρεμμύδι έτσι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη, μοντέρνα λέξη, σύνθετου χαρακτήρα [πούτσα+κάτουρο].

Από πολλούς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καραμπινάτος πλεονασμός: αφού ούτως ή άλλως κατουράμε από συγκεκριμένο όργανο, γιατί αυτό πρέπει να αναφέρεται;

Από προσωπική εμπειρία μπορώ να πω, ότι η έκφραση «φοριέται» πολύ στο στρατό.

- Πάμε ρε μαλάκα, θα αργήσουμε!
- Κούλαρερε. Κάτσε να ρίξω ένα πουτσοκάτουρο και την (γ)κανά.

Έγκυος από χρυσή βροχή η Δανάη στον μύθο! Ο πίνακας του Gustav Klimt. (από Hank, 11/02/09)

Βλ. και ένα πέο κάτουρο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που αποδίδεται στα μακριά και αδύνατα πόδια, κυρίως γυναικών και καλαθοσφαιριστών.

Προέρχεται από το βυζαντινό «καννίον» [κανί στα νεοελληνικά], εκκλησιαστικό σκεύος που προσομοιάζει στο καλάμι.

Συγγενής λέξη είναι η γνωστή κάννη των όπλων.

Καλά μας δουλεύεις; Έσκασες μύτη με τη γκόμενα που είχε τα κανιά στο ίσωμα, για να τή γνωρίσεις στη μάνα σου; Εσύ δεν παίζεσαι φιλαράκο... Η γυναίκα θα έχει σχηματίσει την καλύτερη άποψη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γεωμετρικό σχήμα με τρεις πλευρές και τρεις γωνίες (ορθογώνιο, ισοσκελές, ανισοσκελές, σκαληνό κ.λπ.).

  2. Γλυκίσματα σε σχήμα τριγώνου, συνήθως σιροπιαστά. Τα πιο γνωστά και δημοφιλή είναι τα τρίγωνα Πανοράματος.

  3. Ο άνθρωπος έχει αχαλίνωτη φαντασία και, στο βωμό της ηδονής, την άφησε ελεύθερη να οργιάσει. Έτσι κατάφερε να κάνει πράξη και τις δύο αυτές σημασίες του τριγώνου, οργανώνοντας πάρτυ με ούζα τριών ατόμων, δημιουργώντας περιβάλλον με όλων των ειδών τα τρίγωνα και γλύκα περισσότερη αυτής των τριγώνων Πανοράματος. Τα σχήματα των τριγώνων δεν είναι αρκετά για να ικανοποιήσουν την όρεξη και, βάζοντας πάντα την φαντασία να οργιάζει, ο άνθρωπος κατάφερε να μετατρέπει το τρίγωνο σε τετράγωνο, πεντάγωνο κ.λπ., κατάφερε δηλ. να κάνει ένα απλό γεωμετρικό σχήμα σε πολυμορφικό.

Σημείωση: τα τρίγωνα Πανοράματος και γενικά τα γλυκά τριγωνικού σχήματος, κατασκευάστηκαν πολύ αργότερα της οργάνωσης των πάρτυ με ούζα, αλλά κολλάνε ωραία...

Το βράδυ θα βγω με την Λίλιαν. Είσαι να μας κάνεις παρέα, να κάνουμε φροντιστήριο γεωμετρίας; Η Λίλιαν γουστάρει πολύ την πρακτική εξάσκηση στα τρίγωνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή τα μάτια του ροφού είναι χαρακτηριστικά μεγάλα, συνηθίζεται κατά δημώδη έκφραση ως ροφοί να χαρακτηρίζονται ομοίως άτομα με σακουλιασμένα, μεγάλα μάτια και γουρλωτά. Άτομα με αίσθηση μοσχαρίσιας απλανησιάς βλέμματος.

Παράδειγμα: Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, «το μετέωρο βλέμμα του ροφού».

Clopy paste Wikipedia, Mes, Hank, GATZMAN.

- Πώς να δεις το φως, όταν κυβερνά ροφός... (για την περίοδο 90-93, ο λόγος)

(από Dirty Talking, 10/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φάρμακο. Βασικά, είναι νέας μορφής ασπιρίνη. Χρησιμοποιείται από ανθρώπους που πραγματικά τους πρήζουν τα αρχίδια.

- Μαλάκα! Τι γίνεται; Τελευταία, όλοι έχουν πέσει πάνω μου. Οι γονείς με πρήζουν για το διάβασμα, η γκόμενα γκρινιάζει γιατί δεν με βλέπει και οι φίλοι μου με βρίζουν γιατί βλέπω την γκόμενα και όχι αυτούς. Θα πάρω μια γραψαρχιδίνη, μου φαίνεται, να ησυχάσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι ακούγεται από διάφορες ηχητικές πηγές.

Τα χρόνια που δεν υπήρχε τύπος, ηλεκτρικά και ηλεκτρονικά μέσα διάδοσης πληροφοριών, ο μόνος τρόπος για να μαθευτούν τα νέα ήταν ο ντελάλης. Ο άνθρωπος με την δυνατή φωνή που περνούσε και διαλαλούσε ό,τι τον είχε διατάξει ο άρχοντας. Φυσικά τότε η λογοκρισία ήταν στο φόρτε της, γιατί αλίμονο στο κεφάλι του ντελάλη που θα ντελάλιζε κάτι διαφορετικό από αυτό που τον είχαν διατάξει. Τα νέα δηλ. ήταν ακούσματα.

Σήμερα μπορείς να ακούσεις ντελάλη, τιμής ένεκεν, την ημέρα έναρξης του πατρινού καρναβαλιού. Ακούσματα επίσης είναι και οι φήμες, τα νέα ράδιο αρβύλα.

Τοκ τοκ χτυπάει η πόρτα. Κατίνα τρέχα να σου πω ακούσματα. Ανοίγει την πόρτα η Κατίνα σκουπίζοντας τα χέρια στην ποδιά της γιατί τηγάνιζε ψάρια. Τα έμαθες για την κόρη της παπαδιάς; μπλα μπλα μπλα... Αχ Φρόσω τι μου έκανες! Τα ακούσματά σου μου έκαψαν τα ψάρια...

seti (από pavleas, 10/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified