Τα πολύ μικρά χριστουγεννιάτικα λαμπάκια.
- Ψείρες με LED, 15 Eυρώ τα 150.
(από κατάστημα χριστουγεννιάτικων στολιδιών)
Τα πολύ μικρά χριστουγεννιάτικα λαμπάκια.
- Ψείρες με LED, 15 Eυρώ τα 150.
(από κατάστημα χριστουγεννιάτικων στολιδιών)
Got a better definition? Add it!
Χρησιμοποιείται ευρύτατα στην περιοχή της Θεσσαλίας. Δηλώνει άτομο συνήθως χαμηλής μόρφωσης και καλλιέργειας, με παρουσιαστικό στα όρια της κακογουστιάς (μαλλιά & ντύσιμο) που σε παρέες διασκεδάζει κάνοντας φασαρία και ενοχλώντας τους διπλανούς του.
Στο μπαρ χθες το βράδυ ήταν ωραία, μέχρι που πλάκωσαν κάποια γκαφάλια και την πέφτανε στις σερβιτόρες.
Got a better definition? Add it!
Ίωση που προκαλείται απο τη συνεχή παρακολούθηση τηλεόρασης με θέμα τον Ζαχόπουλο και όλα τα παρεμφερή... Προκαλείται απο τον ιό Zachopoulitious Dividii και αντιμετωπίζεται με χορήγηση αγωγής απο άντι-Ζαχοπουλικούς ιατρούς.
Ουδέν σχόλιον.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Διακρίνεται σε 3 μορφές:
- Περιστασιακή (μόνο ό,τι ακούσουμε στο ραδιόφωνο)
- Κατινοειδής (όταν κουτσομπολεύουμε αυτά που ακούμε )
- Οξεία (όταν έχουμε τάσεις αυτοκτονίας)
Ουδέν σχόλιον...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο χαρακτηρισμός αυτός κατά άλλους προέρχεται από το χαρακτηριστικό σχήμα της κεφαλής πολλών κατοίκων της Ηπείρου, το οποίο χαρακτηριζόταν κατά το παρελθόν κυρίως από έντονη βραχυκεφαλία (υπερβραχυκεφαλοποίηση), δηλαδή πλατύ κρανίο, φαρδύ µέτωπο (πλατυινία), πρόσωπο τριγωνικό σαν ανάποδο Δ.
Οι Χούλσε - Σράιντερ καθώς και ο ανθρωπολόγος Άρης Πουλιανός λένε οτι οι απομονωμένοι ορεινοί πληθυσμοί έχουν τάσεις υπερβραχυκεφαλοποίησης (π.χ. Αυστρία, Ελβετία, Ήπειρος), η οποία έχει υποχωρήσει λόγω των μεγάλων μετακινήσεων των πληθυσμών τα τελευταία χρόνια. Η υπερβραχυκεφαλοποίηση δίνει στο πρόσωπο χαρακτηριστικά που θυμίζουν παγούρι (ανάποδο Δ, πλατύ μέτωπο) και γι'αυτό είχαν ονομαστεί παγουράδες ή παγουροκέφαλοι.
Άλλωστε και οι γείτονες κάτοικοι της Άρτας αποκαλούνται -κυρίως από τους Γιαννιώτες- νερατζόκωλοι, στοχεύοντας κι εδώ τον χαρακτηρισμό σε ανατομικό στοιχείο.
- Καλά Νίκο είσαι σίγουρα Ηπειρώτης και δεν το ξέρεις, έχεις το κλασικό παγουροκέφαλο!
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα κάπως μεγάλης ηλικίας που συμπεριφέρεται και ντύνεται σαν νεαρή κοπέλα και προσπαθεί ατυχώς να μιμηθεί τους σεξουαλικούς κώδικες του φλέρτ των νεαρών κοριτσιών.
Αρσενικό: πουρότεκνο, πουρογκόμενος.
-Η Χ στο Ψ σόου στην τηλεόραση κάνει τη μπέμπα και όλο χαριεντίζεται με τους παίκτες!
- Κλασική πουρογκόμενα, είναι τουλάχιστον 50 και το παίζει εικοσάρα!
Σχετικά: γρέτζω, ξεκωλόγρια, πιπινόγρια, Γρετζώρα.
Got a better definition? Add it!
Ο ανεκπαίδευτος και αστοιχείωτος επαγγελματίας, ο αλμπάνης.
Λέγεται και: ξυλοσκίστης.
- Θα πας στο γιατρό Χ;
-Τρελός είμαι να πάω σ' αυτόν τον ξυλοσχίστη!
Κακοτεχνίτες: αλμπάνης, καλαμπόρτζης, κομπογιαννίτης, μπασματζής, ξυλοσχίστης, σκιτζής.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που δεν ξέρει να κάνει τη δουλειά του και το παίζει ειδικός. Κάνει αλχημείες, μπαλώματα, πασαλείμματα, βλέπε και ξυλοσχίστης. Ρεμπέτικη έκφραση σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες. Την έλεγαν για όποιον έκανε φάλτσα σε κάποιο μουσικό όργανο.
Μου το γάμησες το τραγούδι στα λάθη. Φύγε απο δω ρε καλαμπόρτσο, θα μου το κλείσεις το γκρουπ!
Κακοτεχνίτες: αλμπάνης, καλαμπόρτζης, κομπογιαννίτης, μπασματζής, ξυλοσχίστης, σκιτζής.
Got a better definition? Add it!
Aπό το φράγκα + killer. Ο τσιγκούνης. Συνώνυμα: [φραγκοφονιάς], γερο-Λαδάς.
Ο Μήτσος είναι μεγάλος φραγκοκίλερ: πήγε ραντεβού με την Καίτη και ούτε ένα καφέ δεν την κέρασε!
Got a better definition? Add it!
Δάνειο που δίνεται απ' τις τράπεζες προκειμένου ο δανειολήπτης να εξοφλήσει άλλα δάνεια. Οι πρώτες δουλεύουν τον δεύτερο, ο οποίος δεν πάει καλά.
Αναδρομικός (αγγ. recursive) όρος.
- Πσσσσς, πρώτο το αμάξι! Αλλά εσύ δεν είχες μία, πώς το πλήρωσες;
- Πήρα αμαξοδάνειο ρε...
- Χμμ, κι αυτό πώς θα το πληρώσεις;
- Θα πάρω δανειοδάνειο.
- Κι αυτό πώς θα το πληρώσεις;
- Θα πάρω δανειοδάνειο.
- Κι αυτό πώς θα το πληρώσεις;
- Θα πάρω δανειοδάνειο.
- Κι αυτό πώς θα το πληρώσεις;
- Θα πάρω δανειοδάνειο.
- Κι αυτό πώς θα το πληρώσεις;
- Θα πάρω δανειοδάνειο.
- Κι αυτό πώς θα το πληρώσεις;
- Θα πάρω δανειοδάνειο.
...
Got a better definition? Add it!