Η γόμα, η κόλλα, από δέντρα όπως η μυγδαλιά.
Αυτή η μαϊμού είχε πολλή πλάκα, ανέβαινε σαν αγέρας πάνω στα δέντρα, για να βρει να φάει κανά γλυκό κομμίδι, είτε μέλι μέσα στις κουφάλες των δέντρων.
Η γόμα, η κόλλα, από δέντρα όπως η μυγδαλιά.
Αυτή η μαϊμού είχε πολλή πλάκα, ανέβαινε σαν αγέρας πάνω στα δέντρα, για να βρει να φάει κανά γλυκό κομμίδι, είτε μέλι μέσα στις κουφάλες των δέντρων.
Got a better definition? Add it!
Το άθυρμα, από το ρήμα αθύρω, παίζω. Η λέξη χρησιμοποιείται για το μαραφέτι (αντικείμενο) που παίζεται το παιχνίδι.
Γιαννιώτικο ιδίωμα.
Got a better definition? Add it!
Άτυπη ειδικότητα οπλίτη στον Ε.Σ, ο εικονικά νοσηλευόμενος φαντάρος που εκτελεί χρέη βοηθού σε στρατιωτικό νοσοκομείο. Πρόκειται είτε για στρατιώτες που εισήχθησαν στο νοσοκομείο για κάποιο υπαρκτό πρόβλημα υγείας και παρέμειναν εκεί για μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την ανάρρωσή τους, είτε για στρατιώτες που εισήχθησαν εξαρχής εκεί για προσχηματικούς λόγους. Ο γάτος μένει στο νοσοκομείο γλιτώνοντας από σκοπιές, αγγαρείες, εμπλοκές και πήξιμο, συνήθως σε νοσοκομείο κοντά στον τόπο διαμονής του και σε αντάλλαγμα εκτελεί διάφορες μικρο-εργασίες για το προσωπικό του νοσοκομείου.
- Ρε συ, είναι καλά ο Παπαδόπουλος; 2 μήνες λείπει στο νοσοκομείο.
- Ναι ρε, γι' αυτόν είναι η ζωή, τον έχουν κάνει γάτο!
Got a better definition? Add it!
Χλίδα: η χλιδή, πειραγμένη με το γαμοσλανγκοτέτοιο -α (κατά τα βρόχα, προσβόλα, συνάντα, κ.ταλ.)
Παρομοίως, ο χλιδάτος ο φέρων χλίδα προκύπτει με την προσθήκη του γαμοσλανγκοεπιθήματος -άτος (κατά τα γαμάτος, αρχιδάτος, γκλαμουράτος, κ.ταλ.)
Από τότε που βγήκαν οι λάσπες, η χλίδα και οι χλιδάτοι παραπέμπουν σε λούσα, πολυτέλεια και τρυφηλότητα. Πέον να σημειωθεί ότι η χλίδα είναι ομόρριζη της αγγλικάνικης gl(j)itter. Ωσεκτουτού, οι χλιδάτοι δεν μπορούν να συνευρίσκονται με τους glitterati χωρίς να διαπράττουν ετυμομιξία.
Βλ. επίσης: χλιδαίος, χλιδάμπουρας, χλιδάνεργος κ.ά.
Got a better definition? Add it!
Ο μπακλαβάς στα καλιαρντά εκ των σούκρα= ζάχαρη (πρβλ. γαλλικό sucre) και καρύδα.
Got a better definition? Add it!
Κουΐκ εντ ντέρτυ αποδελτίωση συνταγών (οδηγός μαγειρικής στο πόδι) από τα μέλη του σλανγκρ, για τις ιδιαίτερες εκείνες στιγμές που θέλουμε να μαγειρέψουμε γρήγορα και απλά ένα καλό γεύμα.
Τα περισσότερα εδέσματα (εκτός των κλασσικών: φασολάδα, κλπ) εμπίπτουν στο χαρακτηρισμό της γκουρμεδιάς.
παπάρια με τη ρίγανη
αβγά τηγαμητά
αρχίδια μάντολες
παπάρια μέντολες, παπάρια μάντολες
μουνί με ρύζι
μούτι με κεπ
αμελέτητα
παπαρήγανη, κολοκύθια
κιμαδοσφαιρίδιον
κρεατοσφαιρίδια
κρεατοσφαιρίδια εν πλω
κοτομπέικο
κρεατοβομβίδες
κρεατοπλακίδια
αστακομακαρονάδα
γλαρόσουπα
περιστερόπιτα
μουσταλευριά
βασιλόπιτα
γκατζολόπιτα
γροθοπιτάκια
δεντρωγετόπιτα
πουρόπιτα
περπατόπιτα
πρασόπιτα
τυροσαλάτα
αχινοσαλάτα
μπουγάτσα με κεριά
μπουγατσάκια
κανταΐφι
κωλοτρυπιδόσουπα
ριζότο ρεχάγκελ
αρχίδια καπαμά
αρχίδια με τη ρίγανη
σκατά με φράουλες
σκατά μ' αλεύρι
μυδοπίλαφο
γατόγυρος
πιτόγυρο
κοκορέτσι
σουβλάκι
γιουβέτσι
μακαρονάδα με παρθένο ελαιόλαδο
σιχτίρ πιλάφι
ψάρι πλακί
αρκουδολουκάνικο
μουσακάς
πίτσα
φασολάδα
φακές
κασερόπιττα
πίτσα λαμαρίνα
το φαγητό της πουτάνας
πάστα φλώρα
Got a better definition? Add it!
Η αναγνώριση κλήσης στο σταθερό.
- Καλά, πού κατάλαβες ότι σε πήρα;
- Έχω χαφιέ.
Got a better definition? Add it!
Συνοδεία του, καβάλα σε καναπέδες, έχουν γράψει ιστορία πολλές παρέες, συχνότατα μπροστά σε τηλεοπτικές οθόνες όπου λαμβάνουν χώρα ποδοσφαιρικά κι άλλα πρωταθλήματα, διαγωνισμοί της Eurovision, εκλογικά αποτελέσματα, εγκληματικά αποκτημένες ταινίες αλλά κι όποτε άλλοτε κάτι φέρνει πιο κοντά.
Βολικό· δεν χρειάζεται να πλυθεί σχεδόν τίποτε μετά, αφού «η κότα, η πίτσα κι η γυναίκα θέλουν χέρι», συχνά ρεφενέ, με χρόνο προετοιμασίας ένα τηλέφωνο κι ένα μισάωρο, έχει μεν σχεδόν αντικαταστήσει πλήρως τον κοντινότερο στην παράδοση συνδυασμό ούζου – μεζέ, αλλά δίνει δουλειά σε πολλούς πιτσαδόρους που νιώθουν κάτω από παντελόνι και ..σκελέα πως το δίπλωμα δίτροχου είναι, φευ, αποδοτικότερο του μεταπτυχιακού.
Αν και δύναται να προσφέρει τεράστια γευστική ποικιλία ανάλογα με τα γούστα, σαφώς ο συνδυασμός χορτοφαγική με μοναστηριακή υπολείπεται τραγικά τού απ’ όλα με οποιαδήποτε ξανθιά.
Για την ώρα ελάχιστοι έχουν προβληματιστεί αν το περιεχόμενο λουκάνικο παλιά χλιμίντριζε.
Με μόνο σκοπό την πληρότητα ενός πικάντικου menu, να πληροφορήσω πως η αβέβαιη ετυμολογία της ιταλικής «pizza» από το ελληνικό «πίττα» έχει πολλά ερείσματα, ενώ η «μπύρα» μας ήρθε από το βενετσιάνικο «bira» κι αυτό απ’ το γερμανικό «Bier».
Σαφώς σπανιότερα σερβίρεται και το «πιτσόμπιρο».
1. Πώς σας αρέσει να παίρνετε μάτι τον Θρύλο; Άλλοι με πιτσόμπυρο, άλλοι με βουντού και μόνοι, άλλοι με παρέα γένους θηλυκού να τους σπάει τα παπάρια με το οφσάιντ, άλλοι να ασφαλίζουν το σπίτι κα να αυτοσυγκεντρώνονται...
2.
Για να καταλάβεις μαντάμ ΑΚΡΙΒΩΣ τι πιστεύει για τη μόδα ο οπαδός, κάνε αυτό το πείραμα. Κουραστική μέρα στη δουλειά τέλος και γυρνάει το αρρωστάκι σπίτι το βράδυ. Παραγγέλνει τηλεφωνικά το πιτσόμπυρο, βάζει τα πόδια πάνω στο τραπεζάκι του σαλονιού και βλέπει με το στόμα ανοιχτό το παιχνίδι μπάσκετ της ομαδάρας του. Εσύ περνάς μια, δυο, τρεις φορές μπροστά απ την τηλεόραση και στο τέλος κάθεσαι μπροστά της (κόβοντας τον Μπατίστ στο κάρφωμα) και του λες:
“Κοίτα αγάπη, αγόρασα αυτό το τζιν σήμερα στις εκπτώσεις. Απ τη «γραμμή» του μπορείς να καταλάβεις ότι είναι ARMANI;”
Σου κόβω στοίχημα μαντάμ, ότι θα στο σκίσει το ΑRΜΑΝΙ ο ΠΑΝΑΘΑΣ
3. Pro evolution πρωταθληματάκια με πιτσόμπιρο από 8 βράδυ μέχρι 8 το πρωί!! α, και το Ninja Gaiden στο χρονόμετρο του παιχνιδιού έχει γράψει 62 ώρες αλλά για να βγάλεις τα bosses σου έβγαινε η ψυχή . οπότε υπολογίζω να μου έχει φάει περίπου 90-100 ώρες καθαρού gaming.
(Όλα απ’ το δίχτυ)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η φοβία (που συνοδεύεται συνήθως από ιδρώτα και έντονο τρέμουλο) μήπως έχεις τηγανίσει περισσότερες ή λιγότερες πατάτες απ' αυτές που χρειάζονται.
- Και πώς καταλήξατε να κοιμάστε στο πάτωμα;
- Ήρθε, γιατρέ μου, ένας οικογενειακός φίλος για φαΐ, και με έπιασε μια πατατοφοβία άλλο πράμα! Παίρνω τρία ηρεμιστικά στο καπάκι, και να 'μαι κάτω.
Got a better definition? Add it!
Η ζημιά είτε σε προσωπικό επίπεδο, είτε η ζημιά ενός μηχανολογικού θαύματος. Δεν συνηθίζεται για έπιπλα.
Έπαθα μεγάλη αβαρία με το Μαράκι.
Το αμάξι δεν κινείται, έχει αβαρία.
Got a better definition? Add it!