Further tags

Λιωσίδι, οι κυριότερες κατηγορίες:

Ανάδοχος εκ του δουπού: Γαλαδριήλ.

1. Στο σταθμό της Ομόνοιας μπήκε ένα λιωσίδι (καμμένος), που έστριβε σα τζέτλεμαν το τσιγάρο του, και έκατσε στην απέναντι απο εμένα τετράδα. Το λιωσίδι αυτό έμελλε να παίξει καίριο λόγο στην ιστορία μας. Αφού ξεκίνησε ο συρμός, άρχισα να τρώω ξανά το σαντουιτς μου, το οποίο πια είχε φτάσει στη μέση του. Τότε συνέβη το εξής.

2. Οι Wolf είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη, η καλύτερη Heavy/Power Metal μπάντα της προηγούμενης δεκαετίας. το δε Black Flame ο καλύτερος δίσκος του είδους. Ο αριθμός ακροάσεων του δίσκου είναι σε γελοία νούμερα, λιωσίδι κανονικό.

3. Αρνείσαι ότι είσαι λιωσίδι. Ναι σε σένα μιλάω, που όταν σου το λένε, πάντα έχεις μια φθηνή δικαιολογία του στιλ: «Τώρα μπήκα για να στείλω ένα μήνυμα». Όταν είσαι έξω, κάθεσαι όλη την ώρα με το κινητό στο χέρι και τσάκα τσούκα στη home screen να δεις (όλοι ξέρουμε τι..). Βγάλε τώρα το Facebook (fb) από home page στον browser σου, πάτα log out μετά από λίγο και μην μπαίνεις κάθε 10'. Μετά έλα να το αρνηθείς..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τρώει μουνιά με τη μεταφορική σημασία του τρώω, ήτοι αυτήν της συνουσίας. Με μια πιο κυριολεκτική σημασία θα μπορούσε να σημαίνει και τον επιδιδόμενο σε αιδοιολειχία, αν και δεν βρίσκω αυτή τη σημασία μεταξύ των λίγων αποτελεσμάτων που δίνει ο γούγλης.

Το ενδιαφέρον της σλανγκιάς έγκειται κυρίως στο ότι υπάρχει από τον καιρό της εθνικής παλιγγενεσίας και επανάστασης του 1821! Την διασώζει ο αγωνιστής Νικόλαος Κασομούλης στα απομνημονεύματά του με τίτλο «Ἐνθυμήματα στρατιωτικὰ τῆς Ἐπαναστάσεως τῶν Ελλήνων 1821 -1833» ότι υπήρχε ως παρατσούκλι στη Ρούμελη, όπως διαπιστώνεται σε σχετικούς καταλόγους στρατεύσιμων (χιλιαρχίες) το 1826. Ο Κασομούλης προβαίνει σε μια διάκριση μεταξύ Ρουμελιωτών και Μοραϊτών, παρατηρώντας ότι μόνο στη Ρούμελη υπήρχε αυτή η συνήθεια να δίνονται χυδαία παρατσούκλια σεξουαλικής υφής και να τα φέρουν κιόλας οι ούτως επονομαζόμενοι αγογγύστως, ενώ αντιθέτως οι Μοραϊτες ήταν υπερβολικά περήφανοι για να δεχτούν κάτι τέτοιο. (Η χαρακτηριολογική διαφορά Ρουμελιωτών και Μοραϊτών είναι, ως γνωστόν, από τα κύρια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της εποχής, καθώς επηρέασε τον αγώνα). Δέον, λοιπόν, να προστεθεί και το μουνοφάγος μαζί με τα υπόλοιπα που διασώζει ο Κασομούλης στις σλανγκιές του 1821.

  1. Οἱ στρατιωτικοὶ κατάλογοι συνταχθέντες εἰς Δαμαλᾶν παρεδόθησαν μὲ ὀνόματα καὶ παρώνυμα τὰ ὁποῖα ἔφερεν ὁ καθείς, χωρὶς νὰ φέρουν τὰ πραγματικὰ πατρωνυμικά. Πολλοὶ ἐκ τῶν στρατιωτών εἶχον παρώνυμα ἐφηρμοσμένα εἰς αὐτοὺς σατυρικῶς δοθέντα λοιπὸν ἀπὸ αισχρολόγους. Ἄλλος π.χ. ἐλέγετο Γεώργιος Διπλοπούτζης, ἄλλος Διαρχίδης, ἄλλος Κωλοφάγος, ἄλλος Μουνοφάγος, ἄλλος Μαυραγκαθιᾶς, ἄλλος Τραγατζίκης κ.τ.λ. Ὁ κυβερνήτης, λοιπόν, ἐζήτησε τὰ ὀνὀματα τῶν πατέρων καὶ ὄχι τὰ παρώνυμα καὶ ἔγιναν ούτως οἱ κατάλογοι. Εἶναι πραγματικὰ απερίγραπτος ὁ πλοῦτος τῶν σατυρικῶν παρωνύμων (παρατσουκλιῶν) ποὺ στολίζει τὰ μητρῶα ἀρρένων καὶ τοὺς ἐκλογικοὺς καταλόγους τῶν ἐπαρχιῶν τῆς Ρούμελης καὶ θαυμαστὴ ἡ ἀνοχὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀνέχονταν τοὺς τόσο προσβλητικούς αὐτοὺς χαρακτηρισμούς ἀχώριστους ἀπὸ τὸ πρόσωπόν τους. Ἀντίθετα ὁ Μοραίτης, πολὺ καμαρωμένος στὴν προσωπική του παράσταση, δὲν ἀνέχεται προσωπικὰ παρατσούκλια. Οἱ ἐκλογικοὶ κατάλογοι τοῦ Μοριᾶ εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀβλαβή, ἀλλὰ λαογραφικὰ ἐνδιαφέρουσα «ντροπή». Ἡ διαφορὰ δείχνει τὸν χαρακτήρα τῶν δυὸ λαῶν. Ὅσο γιὰ τὰ λήγοντα εἰς -φάγος, ὑπάρχει καὶ τὸ ὄνομα «Κονοφάος» (Εἰκονοφάγος), λείψανο ἴσως ἀπὸ τὰ παλιὰ χρόνια τῶν Εἰκονοκλαστῶν. Τραγατζίκης, ἀπὸ τὸ ταγάρι (τάργα), ταργαζίκι. Μαυραγκαθιᾶς ὁ πολὺ δασωμένος στὰ απόκρυφα μέλη. (Νικολάου Κ. Κασομούλη, Αγωνιστού του Εικοσιένα, Μακεδόνος, Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων, Τόμος Γ', σ. 86 στην έκδοση του 1942 από τις εκδ. Πελεκάνος).

  2. -τραβα γαμησου μαλακιστηρι και βουλωστο
    - τι μουνοφαγος εισαι μωρε δυστυχισμενε; αφου εχεις να ακουμπησεις γυναικα απο τοτε που σε βαφτισαν χαχαχα
    - Δεν ακουμπαω οποια κι οποια ρε λιγουρη!!!!!! Την υπογραφη μας και το καυλι μας δεν το βαζουμε οπου κι οπου ειπαμε (Από βρις-οφ σε μπουρδελοσάη).

  3. Καλείται λοιπόν όποιος φασιστοκαβλωμένος ψωλοναζιστής μουνοφάγος Έλληνας Εθνικιστής παρακολουθεί και ψάχνεται να πάει. (Από εχθροπαθές εθνικιστικό ποστ που καλύτερα να μη λινκάρω).

  4. - Εμπρός σύντροφοι μουνόδουλοι στο δρόμο που χάραξε ο Σαρκοζύ!
    - Διαφωνώ, όποιος βάζει το πεός του εκεί που το έβαζε ο μιγκ τζάγκερ για μένα ειναι ήρωας, απλά ήρωας.... - Το μουνόδουλος άλλη έννοια έχει. Ο Τζάγκερ ήταν μουνοφάγος. (Διευκρινίσεις σε φοράδα).

Ο αγωνιστής του 1821 Νικόλαος Κασομούλης, που διασώζει τη σλανγκιά. (από Khan, 24/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τρώει κώλους με τη μεταφορική σημασία του τρώω, ήτοι γαμεί. Ο κολομπαράς δηλαδή, ή ο κωλάκιας. (Θα μπορούσε θεωρητικά να έχει και την πιο κυριολεκτική σημασία του επιδιδόμενου σε πρωκτολειχία, αλλά δεν το έχω συναντήσει). Το βρίσκουμε σήμερα με αυτή τη σημασία του κολομπαρά ως τοπικό ιδιωματισμό στον κάμπο της Θεσσαλίας.

Το ενδιαφέρον της σλανγκιάς έγκειται, όμως, κυρίως στο ότι υπάρχει από τον καιρό της εθνικής παλιγγενεσίας και επανάστασης του 1821! Την διασώζει ο αγωνιστής Νικόλαος Κασομούληςστα απομνημονεύματά του με τίτλο «Ἐνθυμήματα στρατιωτικὰ τῆς Ἐπαναστάσεως τῶν Ελλήνων 1821 -1833» ότι υπήρχε ως παρατσούκλι στη Ρούμελη, όπως διαπιστώνεται σε σχετικούς καταλόγους στρατεύσιμων (χιλιαρχίες) το 1826. Ο Κασομούλης προβαίνει σε μια διάκριση μεταξύ Ρουμελιωτών και Μοραϊτών, παρατηρώντας ότι μόνο στη Ρούμελη υπήρχε αυτή η συνήθεια να δίνονται χυδαία παρατσούκλια σεξουαλικής υφής και να τα φέρουν κιόλας οι ούτως επονομαζόμενοι αγογγύστως, ενώ αντιθέτως οι Μοραϊτες ήταν υπερβολικά περήφανοι για να δεχτούν κάτι τέτοιο. Δέον, λοιπόν, να προστεθεί και το μουνοφάγος μαζί με τα υπόλοιπα που διασώζει ο Κασομούλης στις σλανγκιές του 1821.

  1. Οἱ στρατιωτικοὶ κατάλογοι συνταχθέντες εἰς Δαμαλᾶν παρεδόθησαν μὲ ὀνόματα καὶ παρώνυμα τὰ ὁποῖα ἔφερεν ὁ καθείς, χωρὶς νὰ φέρουν τὰ πραγματικὰ πατρωνυμικά. Πολλοὶ ἐκ τῶν στρατιωτών εἶχον παρώνυμα ἐφηρμοσμένα εἰς αὐτοὺς σατυρικῶς δοθέντα λοιπὸν ἀπὸ αισχρολόγους. Ἄλλος π.χ. ἐλέγετο Γεώργιος Διπλοπούτζης, ἄλλος Διαρχίδης, ἄλλος Κωλοφάγος, ἄλλος Μουνοφάγος, ἄλλος Μαυραγκαθιᾶς, ἄλλος Τραγατζίκης κ.τ.λ. Ὁ κυβερνήτης, λοιπόν, ἐζήτησε τὰ ὀνὀματα τῶν πατέρων καὶ ὄχι τὰ παρώνυμα καὶ ἔγιναν ούτως οἱ κατάλογοι. Εἶναι πραγματικὰ απερίγραπτος ὁ πλοῦτος τῶν σατυρικῶν παρωνύμων (παρατσουκλιῶν) ποὺ στολίζει τὰ μητρῶα ἀρρένων καὶ τοὺς ἐκλογικοὺς καταλόγους τῶν ἐπαρχιῶν τῆς Ρούμελης καὶ θαυμαστὴ ἡ ἀνοχὴ τῶν ἀνθρώπων ποὺ ἀνέχονταν τοὺς τόσο προσβλητικούς αὐτοὺς χαρακτηρισμούς ἀχώριστους ἀπὸ τὸ πρόσωπόν τους. Ἀντίθετα ὁ Μοραίτης, πολὺ καμαρωμένος στὴν προσωπική του παράσταση, δὲν ἀνέχεται προσωπικὰ παρατσούκλια. Οἱ ἐκλογικοὶ κατάλογοι τοῦ Μοριᾶ εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀβλαβή, ἀλλὰ λαογραφικὰ ἐνδιαφέρουσα «ντροπή». Ἡ διαφορὰ δείχνει τὸν χαρακτήρα τῶν δυὸ λαῶν. Ὅσο γιὰ τὰ λήγοντα εἰς -φάγος, ὑπάρχει καὶ τὸ ὄνομα «Κονοφάος» (Εἰκονοφάγος), λείψανο ἴσως ἀπὸ τὰ παλιὰ χρόνια τῶν Εἰκονοκλαστῶν. Τραγατζίκης, ἀπὸ τὸ ταγάρι (τάργα), ταργαζίκι. Μαυραγκαθιᾶς ὁ πολὺ δασωμένος στὰ απόκρυφα μέλη. (Νικολάου Κ. Κασομούλη, Αγωνιστού του Εικοσιένα, Μακεδόνος, Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων, Τόμος Γ', σ. 86 στην έκδοση του 1942 από τις εκδ. Πελεκάνος).

2. exo ego enan fragkato apo mozambiki...megalo paketo! alla mayros katrami kai kolofagos! ti les egkrineis; (Οπαδοί από Βόλο).

Ο αγωνιστής του 1821 Νικόλαος Κασομούλης, που διασώζει τη σλανγκιά. (από Khan, 24/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published

Αναφερόμεθα σε ιδιαίτερα σκληρή μορφή απαρτχάιντ που εφαρμόζεται στα σημερινά σχολεία και λύκεια - την κατηγοριοποίηση των μαθητών σε δυο μεγάλες κάστες:

  • Τους εξωστρεφείς, γκλαμουράτους και και κραδαίνοντες iPhone 6 φέϊμους, και
  • Τους εσωστρεφείς, αντιηρωικούς και με λαβωμένη αυτοπεποίθηση χλωμούς, χοντρούλικους και με γυαλιά άκυρους, τα παιδιά της συγγνώμης.

    Ο κοινωνικός ρατσισμός κατά των άκυρων από τους (αυτο)αποκαλούμενους φέϊμους είναι αδυσώπητος. Όποιος δε φέϊμους διαπράξει το ατόπημα να απευθύνει με οιονδήποτε τρόπο τον λόγο σε άκυρο «πουθενά» (ακόμα και με ένα απλό λάϊκ στο φατσομπούκι) κινδυνεύει άμεσο εξοστρακισμό από την Βαλχάλα.

Είναι αυτονόητο ότι στην άθλια αυτή καστοποίηση τα κυρίως θύματα είναι οι μπουλιζόμενοι άκυροι, οι οποίοι υφίστανται τραύματα που θα τους συνοδεύουν εσαεί. Υπάρχουν δε και οι τραγικές περιπτώσεις άκυρων που αυτοταπεινώνονται στην προσπάθεια «να προαχθούν» σε φέϊμους. Πέον ωστόσο να σημειωθεί ότι και στις τάξεις των φέϊμους τα πράγματα κάθε άλλο παρά ρόδινα είναι: ο αντιζηλίες και τα κατινάζ ανάμεσα σε ανασφαλείς ντίβες και βικτιμάδες και ο συνεχής κίνδυνος υποβιβασμού στην Β' Εθνική δεν θα προσφέρει σε κανέναν χαρούμενες παιδικές αναμνήσεις.

Σ.ς.: θεωρώ τον υφιστάμενο ορισμό του άκυρου στο σάη ανεπαρκή και αρκούδως μπουλιστικό.

Ασίστ: μαμά συμμαθητή της κόρης μου, που μού εξέφρασε σήμερα τον πόνο της επειδή τα κορίτσια της τάξης αποφεύγουν το γιο της ως μη φέϊμους.

(όλοι οι παρακάτω διάλογοι από το Ask.fm, το πιο άκυρο σόσιαλ μήδεια, η χαρά του μπούλη)

The φέϊμους...

1.
- Τι να κάνω για να ρίξω μια μεγαλήτρη ενος χρόνου που ειναι πολύ φέιμους και εγω λιγο φέιμους και απλώς μιλάμε ;; πως να το προχορήσω ; - δείξτης ενδιαφέρον και μίλα της για τα αισθήματά σου.

2. - κκ τωρα που γινες φέημους ξεχασες εμας...:[
- ρε πατε καλα;

3..
- Εισαι καυλα κ φέιμους <3 :) - Μαλιστα:)

4.
- ποιος είσαι εσυ; πως έγινες φεϊμους έτσι ξαφνικά; - Ονομα εχω δες το:ρ Δεν εγινα φειμους χδ

...and the άκυροι...

1.
- μαλάκα από εχθές μου στέλνουν τσατ οι πιο άκυροι._. <3 μπήκα φβ μας Και διέγραψα όλες τις φωτογραφίες μας πριν από 2 χρόνια:'Δ και έβαλα μια φωτο Προφίλ πρόσφατη που έχουμε μαζί και κάποια στιγμή θα βαλω και τις άλλες μας:| <3 <3‎
- μην βαλεις αλλες:| και ετσι καλα ειμαστε:3❤

2.
- τι και :( ; εγω θα ειμαι ακυρη στην παρεα :( .__.‎ Nikol. - Δν είσαι **άκυρη**;ρ

3.
- Αφού το ξέρεις ότι λες μλκιες...δηλαδή κανέναν πιο άκυρο δεν μπορούσες να βρεις;
- .....

4.
- ti kollhma exeis me ton Pano; - πιο ακυρος πεθαίνεις:/

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά την εμπειρία μιας σχεδόν 5ετίας μανιασμένου ψόφα, ψόφα, ψόφα, ξεκινάει νομίζω/ελπίζω η αργή πορεία της συνειδητοποίησης του πόσο έφθειρε τη ζωή μας αυτός ο θυμός για οτιδήποτε μας θύμιζε τον «παράδεισο» που ζούσαμε και χάσαμε, χωρίς τουλάχιστον να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα, ώστε να ηδονοτριφτούμε μετά μανίας και χαιρεκακίας. Ήδη και μόνο η αναφορά σε *κίνημα «ψόφα» *δείχνει(;) μια τάση αυτογνωσίας.

● Οι αντιδράσεις των μαχητών του πληκτρολογίου ενδεικτικές μιας κοινωνίας που καταρρέει.

● Οι συνδικαλιστές που την προπηλάκισαν της «εύχονταν να ψοφήσει από καρκίνο».

1.Το κίνημα του “ψόφα!”, όλοι εκείνοι που από το 2011 εξαπολύουν από τα social media απίστευτης σφοδρότητας και ανατριχιαστικής χυδαιότητας επιθέσεις σε όποιον εκφράζει άποψη διαφορετική από το δικό τους αυριανισμό, θρηνεί με κροκοδείλια δάκρυα τον Βαγγέλη Γιακουμάκη. Και καταδικάζει το μπούλινγκ. Ουαί υμίν υποκριταί!

  1. Άντε τώρα να συμμετέχεις στο hashtag 'φασισμός είναι' κ να καταδικάσεις το κίνημα του ψόφα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μικροαστός που έγινε μικροαστείος...

Ζωούλα. Σπιτάκι. Δουλίτσα. Γυναικούλα. Αντρούλης. Παιδάκια...

Όλα αυτά τα ‘-άκια’ και τα ‘-ούλια” της ντροπής. Όλα τα υποκοριστικά της μιζέριας, της ψυχικής ένδειας, ανθρωπ-ΑΚΙ της συμφοράς.

Ρίξτε μια ματιά στις ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες που τόσο αγαπάμε. Δείτε πιο προσεχτικά τις αρχές και στις αντιλήψεις που πρεσβεύουν οι χαρακτήρες: Να βρουν μια δουλίτσα, να παντρευτούν το κορίτσι τους, να είναι ‘νοικοκυραίοι’, να κερατώσουν αλλά να μην χωρίσουν το στεφάνι τους, να προστατέψουν την παρθενία της κόρης, να πετάξουν στο δρόμο την ‘ατιμασμένη’, να καταδικάσουν το ‘μπάσταρδο’, να αποκληρώσουν, να διώξουν, να κλείσουν την πόρτα κατάμουτρα. Για να μην την ξανανοίξουν ποτέ πια. Κι ας πάει το παιδί τους άκλαυτο. Σαν το σκυλί στο αμπέλι.
Αυτές οι ταινίες δεν έπεσαν από το πουθενά. Αυτές αντικατοπτρίζουν τις ‘αρχές’ κι αξίες ενός άθλιου μικροαστισμού. Που στην ήπια μορφή του μεταφράζεται σε ‘κοινωνική αδιαφορία’. Και στην ακραία μορφή του σε εγκληματική ενέργεια.

► «Ονειρεύομαι τη μέρα που τα σκυλάδικα θα μείνουν άδεια και οι πολιτικάντηδες ομού με τους μισθωτούς επαναστάτες, άνεργοι. Τότε θα δεις την επανάσταση που σου αξίζει»

► «Φιλαράκι, μήπως έχεις ένα ευρώ να διορίσω κάνα δημόσιο υπάλληλο που του το'χω τάξει;»

♪♫ Ρέκβιεμ, ο παιάνας του μικροαστείου μικροαστού

1.
Προσοχή στο κενό μεταξύ Μικροαστείων και Μικροαστών

2. επίσης καθόλου τυχαίο ότι οι μικροαστοί λένε μικροαστεία

3. Οι «άντε ρε τους παλιοπουσταράδες παρασύρουν τα παιδιά μας» έγιναν «κρίμα αυτοκτόνησε το παλικάρι, όλα απ'το θεό είναι». Ψόφος μικροαστείοι

4. τέτοιοι δεν αξίζουν στο χέστη μικροαστείο ψηφοφόρο;

5. Καριόλες ανεξαρτήτως φύλου υπέρμαχοι του «free market» και του «laissez-faire» δήθεν opinion makers. Μικροαστεία ανθρωπάκια. Πίσω ρουφιάνοι.

6. -α και ταλιμπάν τραγόπαπες δε θέλω να πληρώνω. Εσύ που μιλάς για άχρηστους ΔΥ, πότε τα έβαλες με τους μπάτσους, τους παπάδες, τους δικαστές;
-Ρε δε ντρέπεσαι να θίγεις τα ιερά των μικροαστείων;

7. Αντί να αντιδράσω, κάθομαι στο τουιτερ και γράφω αστεία. Μικροαστείος

(από soulto, 25/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του βλαχοδήμαρχου αλλά συχνά, εύστοχα προσωποποιημένο: Ο δήμαρχος Χαρχούδας.

Προέρχεται από τον κεντρικό ήρωα της Λιλιπούπολης, (περίφημη ραδιοφωνική εκπομπή του Γ' προγράμματος επί Χατζηδάκι), όπου τον υποδύονταν ο Βασίλης Μπουγιουκλάκης.

♪♫ Η λύσις είναι μόνο μία,
το πράγμα είναι φανερό,
χαρχουδική δημοκρατία
με μένα το Χαρχούδα αρχηγό ♪♫

1. Ερε γλέντια βγάλανε τον Χαρχούδα και Προεδρο ΙΣΑ

  1. Και γιατί δεν πρότεινε για #ΠτΔ τον Χαρχούδα; Που και δήμαρχος ήταν και αρκουδοπεταλούδα;

  2. Παπαχρήστος για δήμαρχος! Θα χάσει η δημοσιογραφία ένα αστέρι, αλλά θα κερδίσει η Αθήνα ένα Χαρχούδα

  3. ..ειδικά δε στο Χαρχούδα, αντί για αδριάντα μπορούμε να στήσουμε φουσκωτό effigy τύπου «Mr Stay Puft»

  4. Κατεβαίνω υποψήφια δημοτική σύμβουλος με τον Χαρχούδα. Διαδώστε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

δημαρχέσα, δημαρχέσος

Κακεντρεχές λολοπαίγνιο που μπορεί να σημαίνει:

  • Γυναίκα δήμαρχος (δημαρχέσα),
  • Άνδρας δήμαρχος (δημαρχέσος)
  • Γκέη δήμαρχος (δημαρχέσα, δημαρχέσος),
  • Σύζυγος δημάρχου (δημαρχέσα).

    Εκ του δήμαρχος και τού χέσε μέσα. Ενίοτε γράφεται και με δύο σ.

Σλανγκασίστ: Δων Μήτσος.

1. Ονειρεύεται να γίνει δημαρχέσσα η Τζάκρη!

2. Δε το ξέρω το παλικάρι, κατεβαίνει για Δημαρχέσος;

3. Πω πω, μην με σκας κούκλα μου, που λέγε και η λατρεμένη δημαρχέσα ο Ψινάκης!

3. Η Πατούλαινα δημαρχέσα από τον πρώτο γύρο. Η απόδειξη ότι ο αίλλυνας στηρίζει τη διαφορετικότητα.

4. ποιος ακαρδος χωρισε στη γεννα τη δημαρχέσσα αμαρουσιου και τη ντονατελα βερσατσε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λογοπαίγνιο με τον «μαρξιστικολενινιστικό» όρο «δικτατορία του προλεταριάτου» για τον οποίο, ξοδέψαμε ώρες ατέλειωτες σε αμφιθέατρα, πηγαδάκια και «ζυμώσεις», με ύφος μεγάλων θεωρητικών, έχοντας φυλλομετρήσει κάποιες κομματικές φυλλάδες, απ' όπου είχαμε αποστηθήσει τα sos: κάποια τσιτάτα των κλασσικών, στα οποία είχε γίνει η σχετική κοπτοραπτική για να βολεύουν στη περίσταση. Εκεί κάπου στο τέλος της δεκαετίας του '80 ή στις αρχές της επόμενης δεκαετίας διάβασα τον όρο αυτό, αλλά δε θυμάμαι πού και από ποιόν.

Πιστεύω όμως ότι περιγράφει ακριβώς αυτά που βιώσαμε τις τελευταίες δεκαετίες: Την κυριαρχία της μικρότητας, της κακογουστιάς, της κακοήθειας σε συνδυασμό με το νεοπλουτισμό, το κιτς και τη γκλαμουριά. Χαρακτηριστικό δείγμα η «δημαρχέσα».

- Είδατε τις φωτογραφίες της «δημαρχέσας»;
- Η δικτατορία του κατιναριάτου σ' όλο της το μεγαλείο.

Φαιοκόκκινο κατυν-αριάτο. (από Khan, 26/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρα από την κυρίως σημασία του, δηλαδή αυτός που είναι κομμάτια, κομματιανός κ.τ.ό. (βλ. συμπληρωματικό ορισμό μας) στο ιδίωμα του μποντιμπίλντινγκ σημαίνει και τον σβάρτσο που έχει τέτοια γράμμωση, ώστε να είναι φέτες, σφαγμένος κιέτς, οπότε είναι τρόπον τινά σαν το σώμα του να έχει διαιρεθεί σε διακριτά κομμάτια, σαν να τον έχουνε κομματιάσει δηλαδή, σφάξει, κόψει φέτες κ.τ.ό. Θυμίζω ότι ειδικά το ούτως κομμάτια εξαπάκετο έχει λάβει διάφορες ποιητικές ονομασίες, όπως μπακλαβάς, μυγοσκοτώστρα κ.ά., που ακριβώς έχουν ως σκοπό να υποδείξουν ότι οι μύες έχουν σχηματίσει ευδιάκριτα κομματιασμένα κουτάκια στην κοιλιά του.

Εξάλλου το κομμάτια είναι γενικότερα δηλωτικό μεγέθυνσης και έντασης, λ.χ. το βλέπουμε και στην Auto/Moto σλανγκ σε εκφράσεις όπως πηγαίνω κομμάτια, μπήκα κομμάτια και βγήκα τρίμματα. Παρομοίως και το φιτίλιας παίζει και στη μποντι-μπίλντινγκ σλανγκ και στην άουτο σλανγκ και είναι, βτς, η πιο κοντινή απόδοση στα ελληνικά του αγγλικάνικου roid rage που σημαίνει τον σβαρτσονταή που από την υπερβολική χρήση στεροειδών έχει ένα θεματάκι με το να ελέγχει τα νεύρα του.

Τώρα που είναι στον όγκο έχει θολώσει λίγο, αλλά το καλοκαιράκι θα είναι κομμάτιας, σταντέ.

Κομμάτιας ο Helmut Strebl! (από Khan, 27/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified