Further tags

Ντορός λέγεται, στη γλώσσα των κυνηγών, η οσμή που αφήνει το τριχωτό θήραμα, είτε είναι λαγός είτε κουνέλι, αγριογούρουνο, αλεπού. Βάσει αυτής της οσμής τα κυνηγόσκυλα ιχνηλάτες βρίσκουν το θήραμα και το ξεφωλιάζουν αρχικά και καταδιώκουν εν συνεχεία

Τα γκέκικα σκυλιά έχουν πολύ ευαίσθητη μύτη. Και ο παραμικρός ντορός εντοπίζεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουτσομπόλα ονομάζεται ένα έπιπλο με ενσωματωμένο κάθισμα, στο οποίο τοποθετούσαν παλιά τη συσκευή του τηλεφώνου και κάθονταν οι κυρίες με τις ώρες και κουτσομπόλευαν, αφού η χρέωση ήταν ανά κλήση και όχι ανάλογα το χρόνο συνδιάλεξης. Είναι είδος προς εξαφάνιση πλέον για ευνόητους λόγους

Πάλι στο τηλέφωνο είσαι Μαριγώ; Θα την πετάξω την κουτσομπόλα και θα κάθεσαι στο πάτωμα!!!

Δυο κουτσομπόλες εξ Αμερικής (από poniroskylo, 01/09/09)Πιο κλασική - αλλά λείπει το τηλέφωνο (από poniroskylo, 01/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κρυφή, ο γκέι που δεν έχει βγει από την ντουλάπα. Σε σχέση με το κρυφή, του οποίου αποτελεί συνώνυμο, ο όρος κρυφόπουστας χρησιμοποιείται περισσότερο ως βρισιά, και στιγματίζει περισσότερο το κρύψιμο ως υποκρισία. Είναι, όπως και να το κάνουμε, πιο βαρύς και προσβλητικός. Βλ. και το λαϊκό γνωμικό: «Ο χειρότερος εχθρός του πούστη είναι ο κρυφόπουστας.»

Υπάρχουν βέβαια πολλοί τρόποι να μείνεις εντός της ντουλάπας και να μην κάνεις την ντεκλαρέ παραδοχή της πουστείας σου. Με κίνδυνο σχηματικότητας θα διαλέγαμε να εξετάσουμε τρεις από αυτούς.

  1. Άνθρωποι που είναι τόοοοοοσο αντερκάβερ, ώστε ποτέ δεν θα ξέρουμε σίγουρα.

  2. Γκέι καρατσεκαρισμένοι αλλά όχι τυπικά κραγμένοι, που υποκριτικώ τω τρόπω δεν βγαίνουν τελείως από την ντουλάπα, για να μας κρατάνε στο περίμενε και για λόγους άλλων συμφερόντων.

  3. Γκέι που δεν έχουν πρόβλημα να το πούνε ότι είναι, αλλά δεν θέλουν να το «πανηγυρίσουν», και δεν θέλουν να «βγουν από την ντουλάπα» σώνει και καλά με τελετουργικό και πανηγυρικό τρόπο.

Σε ποιον από τους τοιούτους τύπους αφορά ο όρος κρυφόπουστας; Θα λέγαμε κυρίως στον δεύτερο, ίσως λιγότερο και στον πρώτο, ενώ ελάχιστα ή καθόλου στον τρίτο. Γιατί ο όρος κρυφόπουστας καυτηριάζει κυρίως την υποκρισία με συμφέρον. Χαρακτηριστικά η ironick ορίζει ως εξής τον κρυφόπουστα (βλ. σχόλια): «αυτός που σκοπίμως και μόνο σκοπίμως (δηλαδή όχι από αδυναμία, από κοινωνικό περιορισμό, από ταμπού κ.λ.π.) κρύβει το πουστριλίκι τους, ζει διπλή ζωή και εκμεταλλεύεται και τους ομοφυλόφιλους και το μη γκέι περιβάλλον του, ρυθμίζοντας με τον πούτσο του τους πάντες». Ο John Black αναλύει περαιτέρω αυτήν την κατηγορία γκέι ως εξής (βλ. σχόλια): «Με τα κρυφή- κρυφόπουστας στιγματίζεται η υποκρισία ουσιαστικά - αλλά όχι τυπικά - κραγμένων αδερφών. [...] Εις εκ των βασικών λόγων για τον οποίο όλες αυτές οι κρυφές δεν βγαίνουν να δηλώσουν ανοικτά την ιδιαιτερότητά τους, είναι - σωστά μαντέψατε - διαφημιστικός. Πιο απλά, μας έχουν διαρκώς στο περίμενε, να αδημονούμε πότε τελικά κάποιος απ' αυτούς θα βρει το θάρρος να βγει από το ερμάριον. Όπως ακριβώς οι διάφορες μοντέλες / τραγουδιάρες / ηθοποιές κ.λ.π. δεν φωτογραφίζονται γυμνές, αλλά προτιμούν τις περίφημες «αισθησιακές» φωτογραφίσεις, και καλά καλλιτεχνικές και αγγούρια, που ψάχνεις να δεις ρώγα και δε βρίσκεις. Γιατί δεν το κάνουν; Μήπως από συστολή; Όχι, πολύ απλά για να μας έχουν στην καψούρα, να πηγαίνουμε να αγοράζουμε τα λαϊφσταλάδικα περιοδικά περιμένοντας τη «μεγάλη αποκάλυψη» η οποία συνήθως ποτέ δεν έρχεται. Όλη αυτή η εις μάτην αναμονή, τοποθετείται στον πυρήνα της λεγόμενης βιομηχανίας της κουλτούρας (kulturindustrie)». Σύμφωνα με την ενδιαφέρουσα αυτή θεώρηση του John Black ο κρυφόπουστας/ κρυφή είναι ένα συστατικό στοιχείο της μεταμοντέρνας κενωνίας μας, όπου το ενδιαφέρον ανακυκλίζεται συνεχώς για κάποιαν αναμονή, εν προκειμένω πότε ο ουσιαστικά αλλά όχι τυπικά εγνωσμένος γκέι θα βγει από την ντουλάπα, ενώ «τα γεγονότα απεργούν' και η έξοδος εσαεί αναβάλλεται.

Ύστερα από συζήτηση με τον John Black στα σχόλια, θα συμφωνούσα μάλλον ότι είναι κυρίως αυτός ο τύπος εγνωσμένου υποκριτή που στιγματίζεται ως κρυφόπουστας. Για τους μη εγνωσμένους δεν μπορούμε να τους αποδώσουμε με βεβαιότητα υποκρισία, αλλά πιστεύω ότι μπορεί δυνητικά να αποδοθεί και σ' αυτούς ο χαρακτηρισμός, αν υπάρχει μια έστω ασθενής ένδειξη, όπως λ.χ. η διατήρηση πολύ στενών σχέσεων με έναν »προτεζέ«.

Τέλος, για να μην κολλήσουμε μόνο στους επωνύμους, ο όρος, όπως γράφει ο John Black, »κολλάει γάντι σε κάτι τυπάκια χαμηλών τόνων, αδιόρατα θηλυπρεπή, που τους ξεφεύγει που και που κανά υγρό και λάγνο βλέμμα προς μπουτάλ σερνικά, ΑΛΛΑ που ποτέ δεν έχουν δώσει κάποιο δικαίωμα, π.χ. να την πέσουν στα ίσα σε κάποιον«.

Οφείλουμε, βέβαια, να παρατηρήσουμε ότι το κρύφιον είναι ένα στάδιο που λίγο πολύ όλοι οι γκέι έχουν περάσει ή καλούνται να περάσουν, έτσι όπως είναι δομημένες οι κοινωνίες μας. Κανείς δεν ήταν εξ αρχής φανερός. Το πέρασμα από την άλλη πλευρά της ντουλάπας είναι ένα δυναμικό γεγονός.

Χαρακτηριστικά παρατηρεί το queer.gr:

«Ο όρος «κρυφόπουστας» είναι αρκετά ευρύς και καλύπτει ένα πλήθος τρόπων άμυνας, μίσους προς τον εαυτό, έλλειψη δύναμης και συνήθεια. Είμαστε όλοι κρυφοί πούστηδες κατά μια έννοια [σ.ς.: Ο συγγραφέας απευθύνεται σε γκέι κοινό], και όλοι μας έπρεπε να αποκαλυφθούμε· ελάχιστοι από εμάς ήταν ανοικτοί από τα επτά τους! Πρέπει να δώσουμε στους αδελφούς και στις αδελφές μας το χρόνο τους, όπως δώσαμε και στους/στις εαυτούς /-ές μας. Και, παρ' ότι η κλειστότητά τους είναι μέρος της καταπίεσής μας, είναι περισσότερο μέρος της δικής τους. Μόνο αυτοί /-ές μπορούν να αποφασίσουν πότε και πώς».

Υπάρχει, επομένως, και ένας τύπος γκέι που δεν είναι υποκριτής, απλώς δεν θέλει να βγει απ' την ντουλάπα εν χορδαίς και οργάνοις.

Εδώ αξίζει να παρατηρήσουμε ότι υπάρχουν δύο πολύ διαφορετικές προσεγγίσεις μεταξύ αγγλοσαξονικού και γαλλικού μετα(σο)δομισμού για το εξέρχεσθαι της ντουλάπας, όπως θίγεται και στο αχαρτογράφητος:

Οι Γάλλοι γκέι της γενιάς του Φουκώ θεωρούσαν ότι το να βγαίνεις ντε και καλά από την ντουλάπα είναι κάτι που σου το επιβάλλει ο εξουσιαστικός κυρίαρχος λόγος. Και θεωρούσαν ότι είναι υποτιμητικό για έναν γκέι να νιώθει την ανάγκη ότι πρέπει να βγει από την ντουλάπα κτλ. Είναι καλύτερο να φέρεται φυσικά.

Αντιθέτως, οι αγγλοσάξονες τείνουν μάλλον να θεωρούν ότι είναι απολύτως απαραίτητο να «πανηγυρίσεις» το να βγεις από την ντουλάπα (με τους δικούς σου όρους βέβαια) ως ένα sine qua non στάδιο της διεκδίκησής σου. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: στη Γαλλία σνομπάρεται το να θεωρείται κάτι ως γκέι μυθιστόρημα, γκέι συγγραφέας κτλ, ενώ στην Αγγλία-ΗΠΑ «πανηγυρίζεται». Άλλο παράδειγμα: στα 80ς οι Γάλλοι γκέι δυσανασχετούσαν όταν τα ΜΜΕ συνέδεαν το Έιτζ με την γκέι κοινότητα σε βαθμό του να υποτιμάται η σημασία του Έιτζ, ενώ στην Αγγλία οι γκέι θεωρούσαν ότι πρέπει να συζητηθεί πολύ το θέμα στο πλαίσιο και γκέι στράτευσης. Γενικά, οι Γάλλοι έχουν μια παράδοση ουνιβερσαλισμού, στο στυλ είμαι άνθρωπος πρώτα και μετά γκέι ή στρέιτ (βλ. στα θρησκευτικά θέματα και την απαγόρευση της μαντήλας που για Αγγλία είναι αδιανόητη), και η μεταδομιστική γενιά κατά κάποιο τρόπο το συνέχισε παραδόξως με το να κατακρίνει την αναγκαστική ετερότητα που επιβάλλεται από τον κυρίαρχο λόγο. Στην Αγγλία-ΗΠΑ αντιθέτως κυνηγάνε την έκφραση της διαφορετικότητας με κάθε τρόπο, και φτάνουν ακόμη και στο να πανηγυρίζουν όρους κραξίματος, όπως το queer και πολλά άλλα.

Υπάρχουν αντίστοιχα διλήμματα στην Ελλάδα; Θαρρώ πως ναι, υπάρχουν αρκετοί γκέι, μάλλον μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και της πουστρομανιέρας του μιντιακού σταρ σίστεμ, οι οποίοι αντιμετωπίζουν διλήμματα για το πώς πρέπει να διαχειριστούν την έξοδό τους από την ντουλάπα. Πολλοί από αυτούς θεωρούν ότι είναι πιο αξιοπρεπές να μην ενδώσουν στις απαιτήσεις του ολοκληρωτικού Πανοπτικού της εποχής μας που αξιώνει να κατηγοριοποιεί πλήρως τους ανθρώπους ανάλογα με τις επιθυμίες τους και να τους κατατάσσει σε στεγανές κατηγορίες. Ασφαλώς, μια τέτοια διεκδίκηση αξιοπρέπειας απέναντι στον ολοκληρωτισμό δεν εμπίπτει στον όρο κρυφόπουστας, ο οποίος θίγει την ιδιοτελή υποκρισία. Βέβαια, καθώς ο όρος εμπεριέχει στοιχεία σεξισμού δεν αποκλείεται οι χρήστες του να τον χρησιμοποιήσουν και εναντίον καθ' όλα αξιοπρεπών γκέι, που απλώς δεν θέλουν να ενδώσουν στην ταμπελοποίηση. Ποιος είπε ότι η σλανγκ είναι δίκαιη;

  1. Από φόρουμ: κατ'αρχάς ως ετεροφυλόφιλος που είσθε, όπως δηλώνετε δηλαδή, θα γνωρίζατε πολύ καλά το ευεργετικό έργο των πουτάνων. Έχουμε λιγότερους βιασμούς γυναικών και σεξουαλικές παρενοχλήσεις. Οι πουτάνες που τόσο μισείτε επιτελούν κοινωνικό έργο και πρέπει να προστατεύνται από ανθρώπους δήθεν ανοικτόμυαλους. Δεν αναφέρομαι σε εσάς. Εσείς έχετε φίλους γκέι άρα είσθε προοδευτικός, δεν χρειάζεται να κάνετε τίποτε άλλο. Αρκεί αυτό.
    Στο μπαρ -και όχι σάουνα ή πάρκο- ανώνυμος ή ψεύτικο όνομα θα δώσει ένας κομπλεξικός, ένας παντρεμένος, ένας κρυφόπουστας, ένας βιαστής, ένας δολοφόνος. Ένας υγειής άνθρωπος δεν έχει λόγο να μείνει ανώνυμος. Οπότε οι συμβουλές σας είναι επικίνδυνες.

  2. Από μπλογκ, όπου μπλόγκερ τις ζηλοί την δόξαν του Ζουρλάρι: Δὲν ὑπάρχει ποιό συντετριμμένος μαλθάκας ὥστε να γράψῃ κάτι ποιό ἀποτυχημένο…Ὁ σιχαμερὸς φωνακλὰς ἐμετοπότης ἡμίφρων κρυφόπουστας ἀρκουδιάρης τρακτερόβλαχος γαμψομύτης Καραγεωργίου, ἐκφυλιστικὸς γόνος τῆς …Χυσοῦλας καὶ τοῦ …Χυσόδουλου, στὰ τελευταῖα του κείμενα τὸ ἔχει «γυρίσει στὸ τσάμικο» καὶ συνεχῶς γράφει ὁ κομπλεξικὸς ὅτι «οἱ Κορεάτες εἶναι μογγόλοι» ἐκεῖ ποὺ ἀνέκαθεν ἔγραφε ὅτι «τὰ μόνα ἀμιγῶς κίτρινα ἔθνη εἶναι ἡ σινέζικη φυλή (Κίνα) καὶ ἡ κορατικὴ φυλή (Κορέα)».Πές στοὺς 4 χιλιαστὲς ἁγιορεῖτες Ῥαββίνους ποὺ σὲ «τροφοδοτοῦν» ἀπὸ τὸ 1982, ὅτι αὐτὸ τὸ τελευταῖο ᾖταν …χοντράδα ὀλκῆς καὶ να ἀναμένουν τὴν ἐκτέλεσί τους.

  3. Παναγιώτης Χατζηστεφάνου, βλ. λήμμα κωλοκαούρα, τελευταίο παράδειγμα: Οι κρυφόπουστες αυτές ποζάρουν πάνω σε έναν σωρό από χεσμένα βουλευτικά έδρανα και γραφεία, ενδεικτικό σκηνικό του χιούμορ τους, μια και πιστεύουν ότι η κουτοπονηριά της γηραλέας τσιμπουκλούς είναι ταιριαστή με τα δημόσια αξιώματα και καταπίνεται εύκολα από όσους τις παρατηρούν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ορολογία των αγώνων αυτοκινήτου, σανίδα ονομάζεται η μεγάλη ταχύτητα. Πολλοί συνοδηγοί στα ράλι περιλαμβάνουν τη λέξη στις σημειώσεις τους, για να δηλώσουν στον οδηγό ότι πρέπει να πατήσει το γκάζι μέχρι τέρμα.

«Δεξιά παρατεταμένη και 100 για αριστερή σανίδα».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζεται το αυτόγραφο που κάποιος διάσημος καλλιτέχνης (τραγουδιστής, ηθοποιός) υπογράφει στο στήθος μιας οπαδού του. Κλασσικό παράδειγμα είναι οι μαστογραφίες του Ανδρέα Μπάρκουλη στα 60s και πρόσφατα του Σάκη Ρουβά στις εκστασιασμένες ρουβίτσες.

Το λήμμα είναι ομόηχο με την γνωστή ιατρική εξέταση της μαστογραφίας, που γίνεται με τη χρήση ακτίνων Rontgen προς διερεύνηση όγκων ή οζιδίων του μαστού.

  1. Η Λάουρα γύρισε αργά το πρωί με μια μαστογραφία από τον DJ Τοm στο αριστερό βυζί της.

  2. Προτιμάς να σου βγει η κόρη σου emo ή να γυρεύει μαστογραφία από τον Sakis;

Μαστογραφία (από allivegp, 22/08/09)"μαστογραφία" (από allivegp, 22/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στις ποδοσφαιρικές αλάνες, τσουκίδα αποκαλείται το δυνατό, ξερό σουτ. Μπορεί να είναι μίτο, (ζ)ντροπ ή να γίνεται με το coup de pied (<γ>κου<ν>τουπιέ). Χαρακτηριστικό της τσουκίδας είναι η δύναμη και η ευθυβολία.

Συντάσσεται με τα βαράω, τραβάω, πιάνω, κάνω.

Συνώνυμο: βολίδα.

Θα πιάσω εγώ τέρμα, αλλά μη βαράς τσουκίδες από κοντά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται συντετμημένα το εκατομμύριο, κυρίως όταν αναφερόμαστε σε χρηματικά ποσά.

Το χρησιμοποιούσε ο Ακάλυπτος στο σίριαλ «Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή», όπως π.χ. στη φράση «Κτηνίατρε-οδοντίατρε, ο φίλος σου χρειάζεται επειγόντως 9 μύρια», εννοώντας 9 εκατομμύρια δραχμές. Ωστόσο, το λήμμα βρίσκει την εφαρμογή του και στη σημερινή εποχή του ευρώ.

Ο Παναθηναϊκός έδωσε 21 μύρια για ν' αποκτήσει τον Σισέ –άραγε πόσα από αυτά θα πάρει πίσω;

Ο ζορίκλας τυπάς Σισέ. Αν το πληκτρολόγιο είναι στα ελληνικά, γράφεται Ψισσέ. (από allivegp, 24/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νόθευση ναρκωτικής ουσίας. Μείωση της καθαρότητάς της μέσω προσμείξεων. Συνηθέστατη πρακτική. Το κόψιμο μπορεί να φτάσει και σε ποσοστό 95%. Σε χώρες όπως η Ελλάδα αυτό δεν είναι καθόλου σπάνιο.

Κομμένη: νοθευμένη ναρκωτική ουσία. Η μη κομμένη είναι η καθαρή. Κόβω: νοθεύω ναρκωτικά (με σκοπό προφάνουσλυ το κέρδος)

Όλες σχεδόν οι ντρόγκες κόβονται. Η καθεμιά και με διαφορετικό υλικό. Είναι ανεδαφικό ωστόσο να μιλάμε για τυποποίηση στους τρόπους και τα υλικά των κοψιμάτων. Ο καθένας χρησιμοποιεί ό,τι έχει εύκαιρο, ό,τι βρει μπροστά του. Φουλ αυτοσχεδιασμός. Φαντασία να 'χεις κι η δουλειά θα γίνει. Πενία τέχνας κατεργάζεται.

Στη διαιωνιζόμενη πραγματικότητα του κοψίματος, οφείλεται η συντριπτική πλειοψηφία των θανάτων από ναρκωτικά. Αυτό που συχνά ακούγεται, «πέθανε από υπερβολική δόση» είναι μέγιστη ανακρίβεια, παραμύθι για μικρά παιδιά. Οι χρήστες –μιλάμε βασικά για τους πρεζάκηδες– δεν είναι ηλίθιοι. Γνωρίζουν πολύ καλά πόσο πρέπει να πιουν, μέχρι ποιο σημείο τους παίρνει. Η στραβή κάθεται συνήθως στην εξής περίπτωση: κάνεις χρήση νοθευμένης πρέζας για καιρό, και συνεπώς ξέρεις τι ποσότητα επαρκεί για να την ακούσεις, π.χ. 1 τζι (γραμμάριο) την ημέρα. Καμιά φορά όμως, σκάει μύτη στις πιάτσες σταφ υψηλότερης της συνήθους καθαρότητας. Ο πρεζάκιας, αν δεν την σακουλευτεί τη φάση και βαρέσει με την ίδια ποσότητα, την πούτσισε... Η κατ' εξαίρεση διοχέτευση καθαρής πρέζας στις πιάτσες, είναι συνήθως ενέργεια των ντηλεράδων καθ' όλα σκόπιμη, όταν θέλουν να απαλλαγούν από κάποιον / κάποιους ιδιαιτέρως ενοχλητικούς πελάτες...

Το αντίστροφο της παραπάνω φάσης –που επίσης αποβαίνει μοιραίο– έχει ως ακολούθως: κάποιος που είναι καθαρός καιρό, αν ξαναπέσει απότομα στην παραμύθα, κάνοντας το λάθος να ξεκινήσει με την ποσότητα που έπαιρνε παλιά, θα φάει χοντρό πακέτο, ίσως και να ψωνίσει κάνα ξύλινο παλτό... Αυτό συμβαίνει λόγω άγνοιας των μηχανισμών ανοχής του σώματος. Όταν πίνεις τακτικά, αναπτύσσεις ανοχή, που όσο πάει και μεγαλώνει (μιθριδατισμός). Με την απεξάρτηση όμως, επανέρχεσαι στα φυσιολογικά επίπεδα ανοχής, αυτά ενός «κανονικού» ανθρώπου. Έτσι τουλάστιχον λένε, γιατί υπάρχει κι η άποψη «once a junkie, always a junkie». Αλλά αυτό το ρητό μάλλον αναφέρεται στην ψυχολογική όψη της εξάρτησης, η οποία σε αντίθεση με την καθαρά σωματική, είναι πολύ πιο μανουριάρικη. Η Ηρώ είναι μια γκόμενα που δεν ξεχνάς ποτέ. Όποιος έχει νιώσει τη ζεστή θαλπωρή και τους απανωτούς οργασμούς του πρώτου λεπτού μετά το βάρεμα, θα καταλάβει.

Τρόποι και υλικά κοψίματος

Το χασίς κόβεται με χένα. Επίσης, του αφαιρείται το λάδι, το χασισέλαιο (απολαδοποίηση), οπότε χάνει το 60-80% της ποιοτικής του αξίας και γίνεται μπουρούχα.

Στις σκόνες συνηθίζεται η ζάχαρη, η λακτόζη, το μανιτόλ (φαρμακευτική σκόνη άσπρη σαν τη ζάχαρη, αλλά με ουδέτερη γεύση), το κινίνο, η καυστική σόδα, το ταλκ, η κιμωλία. Έχουν αναφερθεί ακόμη και μαρμαρόσκονη / τριμμένος σοβάς, χώμα και έτερα οικοδομικά υλικά. Οι ουσίες αυτές, μαζί με λίγο σταφ μπορούν π.χ. να ανακατευτούν σε μίξερ με έναν κύβο Κνορ, που με το λίπος του «δένει» το όλο μείγμα. Επίσης χρησιμοποιούνται διάφορα χάπια, π.χ. depon, τριμμένα ή και ψημένα, ώστε να πάρουν την τυπική καφετιά πρεζόμορφη απόχρωση. Καμιά φορά το κόψιμο γίνεται και με κανονικά δηλητήρια, π.χ. στρυχνίνη. Η κλασική κίνηση που κάνουν οι μπάτσοι στις ταινίες, να δοκιμάζουν με την άκρη του δαχτύλου τη σκόνη για να δουν τι σκατά είναι (σημειωτέον πως η πρέζα έχει πικρή γεύση), κατά καιρούς έχει στείλει μερικούς από δαύτους να δουν τα ραδίκια να φυτρώνουν απ' τη μέσα μεριά...

  1. Το κόψιμο της σκόνης (ηρωίνης, κοκαΐνης, μορφίνης) λαμβάνει χώρα όταν η ουσία βρίσκεται στη συμπυκνωμένη μορφή της λεγόμενης «βάσης», ένα βήμα πριν το λιανικό εμπόριο.

  2. Στην Ελλάδα διαθέτουμε, σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, την πλέον κομμένη πρέζα όλης της Ευρώπης: μόλις 20% καθαρότητα κατά μέσο όρο.

  3. Οποιοσδήποτε μπορεί να κόψει λίγη κόκα και να την πουλήσει πολλαπλασιάζοντας το κέρδος του. Στην κουζίνα της μαμάς σου θα βρεις ό,τι χρειάζεσαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατσαρίδα.

Μαρί γιμίσαμε κουμπάνς... (στο χωριό η μια κυρά στην άλλη.)

periplaneta americana (από tryager, 28/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παμπάλαιος σλανγκ όρος. Με πολλαπλές χρήσεις. Αναφέρω τις κυριότερες:

  • Ποδόσφαιρο: Ένας παίχτης που κυριολεκτικά σέρνεται μέσα στον αγωνιστικό χώρο. Είτε παίζει είτε δεν παίζει, ένα και το αυτό.
  • Ιππόδρομος: Ένα άλογο που σπανίως τερματίζει, και αν γίνει το θαύμα και τερματίσει καταλαμβάνει την αριθμητική θέση των συμμετεχόντων αλόγων (π.χ. όγδοο στα 8 που έτρεχαν). Υπάρχει και ιπποδρομία κουτσάλογων (όλα τα κουτσάλογα τρέχουν μαζί).
  • Υπάλληλος: Κάνει εντελώς τα ανάποδα απο αυτά που του λες. Όχι μόνο δεν προσφέρει, αλλά καταστρέφει κιόλας.
  • Κωλόμπαρο: Η κονσοματρίς που στο τέλος της βάρδιας της, αντί να πληρωθεί, το αφεντικό της ζητάει να πληρώσει τα ποτά που ήπιε.

    Ο όρος προέρχεται από την χρηστικότητα του συγκεκριμένου συμπαθέστατου ζώου, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το γεγονός ότι πρέπει να πατάει γερά και στα τέσσερα πόδια του. Δυστυχώς, ένα κουτσό άλογο ισοδυναμεί με ένα άχρηστο στην αρχή και νεκρό στη συνέχεια άλογο.

-Ο πρόεδρος υποσχέθηκε ότι θα κάνει μεταγραφές του χρόνου. -Ποιος ξέρει τι κουτσάλογο θα μας κουβαλήσει πάλι...

-Όλα τα λεφτά στο 5, έχω πληροφορία.
-Άσε μας ρε Λάκη. Όλο σότα μας δίνεις. Ο ΤΡΕ ΜΠΙΕΝ (το 5) είναι γνωστό κουτσάλογο. εγώ σε πάω στοίχημα, ότι δεν θα τερματίσει καν...

(από electron, 02/09/09)(από electron, 02/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified