Further tags

Λέγεται έτσι συχνά ο μεγάλος δονητής, ο γαμπρός.

  1. περιεργασου πρωτα την περιοχη και μετα χρησιμοποιησε το δονηταρι....παιξε συγχρονος ενω μπαινοβγαζεις το ντιλντο και δες αν εχεις οργασμο.... θα ελεγα να συνεχισεις αυτη την συνηθεια ακομα και εαν βρεις κανονικη τσαπου....καλους οργασμους..
    στο ερωτημα αν εισαι παρθενα η οχι καλυτερα να πας στο ερωτοδικιο.... (Εδώ).

  2. Η ΜΙΑ ΣΦΑΛΙΑΡΑ ΠΙΣΩ ΑΠ ΤΗΝ ΑΛΛΗ,ΕΧΕΙ ΠΑΡΕΙ ΕΝΑ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΜΕΧΡΙ Κ ΤΟ ΑΕΚΑΚΙ Κ ΕΣΕΙΣ ΕΝΑ ΔΟΝΗΤΑΡΙ... (Εδώ).

Για όλη την οικογένεια (γαμιόμαστε). (από Khan, 10/01/12)Θου Κύριε... (από σφυρίζων, 11/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

-> Ο μπάφος είναι ένα τσιγάρο το οποίο καπνίζεται και ανήκει στα ελαφριά ναρκωτικά. Δηλαδή τα μη ιδιαίτερα εθιστικά.

-> Αποτελείται από κανονικό καπνό για στρίψιμο ενός απλού καθημερινού τσιγάρου και κάνναβη. Η κάνναβη είναι το χασίσι, αλλά και η μαριχουάνα, δύο συγγενικά φυτά. Μπορεί να καπνιστεί είτε με μαριχουάνα δηλαδή, είτε με χασίς. Η διαφορά των δύο αυτών είναι πως το χασίς είναι 5 φορές δυνατότερο από τη μαριχουάνα και εντάσσονται στα λεγόμενα «ελαφριά ναρκωτικά» τα μη ιδιαίτερα εθιστικά δηλαδή.

->Ο μπάφος (καπνός+χασίς) ή αλλιώς φούντα, ή νταφού (το «φούντα» ανάποδα), ή μαύρο ή [βρομά] (το «μαύρο» ανάποδα) ή τσιγαριλίκι ή γάρο ή χόρτο ή grass, είναι ακριβώς τα ίδια πράγματα.

->Η λεγόμενη τζιβάνα είναι αυτό που χρησιμοποιούμε αντί για φίλτρο. Μπορείς να τη φτιάξεις τυλίγοντας ένα μικρό σκληρό χαρτάκι (π.χ. κόβοντας λίγο χαρτάκι από το κουτί με τα τσιγάρα).

->Οι τιμές ποικίλλουν. Με 10 ευρώ, συνήθως βγαίνουν περίπου 5 δίφυλλα τσιγαριλίκια και ίσως και παραπάνω.

->Τι συμβαίνει πραγματικά όταν πίνεις μπάφους όμως; Ντάξει έχεις κατ' αρχάς τα κλασσικά: κόκκινα μάτια, στεγνό στόμα / λαρύγγι, αίσθηση πως ο χρόνος κυλάει γρήγορα ενώ κυλάει κανονικά, διεσταλμένες κόρες, ονειρική αίσθηση (όχι πάντα καλή), αρχικά νευρικό ασταμάτητο γέλιο, πιθανόν άγχος ή θλίψη. Το βασικό πράγμα που κάνει είναι όπως κ αν νιώθεις ψυχολογικό, ό,τι κι αν είναι αυτό, να το κάνει πιο έντονο με ήρεμο τρόπο. Αν για παράδειγμα όταν κάνεις το τσιγαριλίκι σου είσαι χαλαρός και νιώθεις ήρεμος, θα νιώσεις μια ευφορία, μια χαρά, ένα άκυρο αλλά χαρούμενο συναίσθημα να περιβάλλει την ψυχή σου. Άμα όμως είσαι αγχωμένος, το μόνο που θα κερδίσεις είναι να αγχωθείς περισσότερο ή και να σε πιάσει κρίση πανικού!

->Τα συμπτώματα διαρκούν 4-5 ώρες για την πρώτη φορά, και 2-3 ώρες τις επόμενες. Το ΤΗC (η ουσία που προκαλεί αυτήν την ονειρική κατάσταση) μπορεί να βρεθεί στο σώμα σου σε εξετάσεις τις επόμενες 4-6 βδομάδες (ωστόσο τα παραπάνω συμπτώματα επιδρούν πάνω σου για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που ανέφερα). Μετά τις 4-6 βδομάδες εξαφανίζεται από το αίμα.

->Πολλοί πιστεύουν πως η κάνναβις αποτελεί το πρώτο βήμα σε ένα μονοπάτι πολύ επικίνδυνο. Στο μονοπάτι των ναρκωτικών. Προσωπικά πιστεύω πως το μυστικό είναι να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά. Ο μπάφος δεν βλάπτει. Αλλά άμα στα 14 σου πίνεις μπάφους, πολύ πιθανό θα ναι στα 19 σου να είσαι πρεζάκιας, σωστά; Γιατί όταν ξεκινάς από μία ελαφριά ουσία, την επόμενη φορά, αναγκάζεσαι να πάρεις μία μεγαλύτερη δόση ώστε να έχεις αντίστοιχα αποτελέσματα μ' αυτά που είχες και την προηγούμενη φορά. Κάποια στιγμή λοιπόν, η συγκεκριμένη ουσία θα πάψει να σε καλύπτει πια κι έτσι θα πέσεις σε πιο σκληρά / εθιστικά ναρκωτικά, και στο τέλος θα χάσεις τον ίδιο σου τον εαυτό.

Ο πυργιώτικος μπάφος ή μαύρο ή πυργιώτικη (καλαματιανή) φούντα εξάγεται σε περισσότερες από 50 χώρες με μεγαλύτερη εξαγωγή στην Ολλανδία. Κύριο μέσο εξαγωγής είναι τα καράβια (σαν της φωτογραφίας) γνωστά και ως «βαποράκια».

(από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ακραία μπίχλα στα λευκαδίτικα, και δη το λιπαρό στρώμα σε επιφάνεια. Πιάνει μότσα, πουχού, το μπαρμπρίζ, αλλά για να πιάζει μότσα το αμπαζούρ πρέπει να είσαι μάστορας.

Ο Μότσαρτ σε αυτά τα συμφραζόμενα είναι το συνθετικό αντίστοιχο (100% λύκρα) του μπιχλάντεν. Ο Αζναβούρ δώρο.

φασόν απ' το μποκίνο:
- Κιο τί 'ν' τούτο!!
- Το μποκίνο μ', Μάκ'.
- Μότσα έπιασε, να το καθαρίζ'ς. Δε νιώθ'τε από μουσική, γαμώ τ'ν Αγία μ'...

Μόνζα. (από PUNKELISD, 11/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται περὶ τοῦ συντηρητικοῦ meta-bi-sulfite (ἕνας δισουλφίτης), ποὺ χρησιμοποιεῖται στὴν οἰνοποιία, ὡς ἀνασταλτικὸ τῆς ὀξικῆς ζυμώσεως (σὲ ἁπλᾶ ἑλληνέζικα, γιὰ νὰ μὴ ξυδιάζῃ ὁ μοῦστος).

Τὸ ἔτυμον εἶναι προφανές· ἡ διαδικασία παραγωγῆς τῆς λέξεως δὲν ἀκολουθεῖ στάδια, ἀλλὰ γίνεται διὰ μιᾶς, ὡς μπερδεψοπαρετυμολόγησις ἐκ μέρους τῶν ἁπλῶν χρηστῶν τῆς οὐσίας, τὴν ὁποίαν τοὺς δίνει μαζὶ μὲ ἄλλα μαντζούνια ὁ κρασοχημικὸς (καὶ καλὰ οἰνολόγος...) σὲ ἕνα σακκουλάκι γιὰ νὰ τὴ ρίξουν στὸ βαρέλι, καὶ αὐτοὶ δὲν πολυσκοτίζονται νὰ καταλάβουν οὔτε πῶς ἀκριβῶς λέγεται, οὔτε τί ἀκριβῶς κάνει αὐτὸ τὸ σατανικὸ δηλητήριο.

Ἐκφέρεται κυρίως ὡς οὐδέτερο, τὸ μπολσεβίκο, τὸ ἔχω ὅμως ἀκούσει καὶ ὡς ἀρσενικό, ἀπὸ διάφορα (πρώην) κουμμούνια, ποὺ κάτι τοὺς θυμίζει, τελείως ἄσχετο ὅμως.

Κάποιοι ἄλλοι χρῆστες προλαβαίνουν νὰ συγκρατήσουν τὶς πρῶτες συλλαβὲς σωστά, καὶ τὸ λένε μεταμπί.

Τὸ λῆμμαν ἀφιεροῦται στὴν σλάγκαρχο ironick.

(Ψάχνεται νὰ βρῇ κρασὶ χωρὶς μεταμπισουλφίτ, διότι ὁ γιατρὸς τῆς εἶπε ὅτι τὴ βλάπτει):
_Θὰ ρωτήσω τὸ θεῖο μου ἂν βάζῃ μπολσεβίκο στὸ κρασί.

(από Vrastaman, 10/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άνθρωπος εντελώς άσχετος με κάποιο θέμα, ο οποίος για κάποιον άγνωστο λόγο έχει άποψη και την υποστηρίζει και φανατικά σαν να είναι εξπέρ.

Προέρχεται από την ταινία «Ας περιμένουν οι γυναίκες» (βλ. μήδι) από την επική ποδοσφαιρική συζήτηση μεταξύ Ζουγανέλη και Μπουλά (ΠΑΟΚτζής και ΑΕΚτζής). Ο Ζουγανέλης υπονοεί στη σκηνή ότι η καταγωγή του Μπουλά (χωριό της Λακωνίας) είναι τέτοια που δεν του επιτρέπει να ξέρει από μπάλα, ότι κατέβηκε από την επαρχία, από τα βουνά που λέμε.

'Ηρθαν οι αγροκαλλιεργητές από τη Λακωνία, να μας μάθουν τι είναι πέναλτυ!

(από Fixit13, 08/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δόση κόκας ή ετέρας εισπνεομένης ναρκωτικής σκόνης, επιμελώς τεμαχισμένη με ξυραφάκι, σουγιαδάκι ή πιστωτική κάρτα και ευθυγραμμισμένη, επί καθρέπτου ή άλλης λείας επιφανείας, έτοιμη προς εισπνοή δια κολλαριστού χαρτονομίσματος ή ειδικού καλάμου, το ένα άκρο του οποίου τοποθετείται εις τον ρώθωνα και το άλλο σύρεται επί της κόνεως, ενώ ο χρήστης παίρνει βαθιά εισπνοή, αποφράσσοντας ταυτοχρόνως δια του δακτύλου τον έτερο ρώθωνα. Συνεκδοχικά η δόση σκέτο.

- Άντε, θα φύγουμε; Περιμένουν τα κορίτσια. - Κάτσε να πιούμε καμιά γραμμή ακόμα και φύγαμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για στρατιωτική μονάδα όπου το πήξιμο πάει σύννεφο, όπου σε πάει πίπα κώλο εμπλοκή.

Κλασσικός όρος για τον χαρακτηρισμό παραμεθόριων μονάδων καθώς και πλοίων του Π.Ν. όπου «βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι».

Βλέπε και σχετικά λήμματα: βλέπω την βάλε πόλη προέλευσης εδώ με το μακαρόνι
αγγαρειομάχος.

Μετά τη βασική εκπαίδευση πήρα μετάθεση για ένα πλοίο σκέτη μαυρίλα! Φοβερό πήξιμο, συνέχεια ταξίδια και να βλέπεις την άδεια με το μακαρόνι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάλυψη, υποστήριξη, συνενοχή.

Βάζω πλάτη: καλύπτω, υποστηρίζω, γίνομαι συνένοχος, ψευδομαρτυρώ.

Ας μην είχε τις πλάτες του μπαμπά και θα σου 'λεγα αν θα τον παίρνανε σοβαρά στην τράπεζα.

Έβαλα πλάτες στο Γιάννη για να ξενοπηδήξει και να μη χαμπαριάσει η γυναίκα του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύμφωνα με τη Γένεση, ο Πύργος της Βαβέλ (Εβραϊκά: מגדל בבל‎ Αραβικά: برج بابل‎ Burj Babil) ήταν ένα ψηλό κτήριο, προφανώς ένα πολιτικό κέντρο στη Μεσοποταμία, το οποίο ξεκίνησε να κατασκευάζεται στους πρόποδες του όρους Σινά, από μια φυλή με ενιαία γλώσσα, λίγο μετά τον Μεγάλο Κατακλυσμό. Ο λόγος κατασκευής αυτού του πύργου ήταν η αύξηση της φήμης και της εξουσίας του λαού των κατασκευαστών του, και στόχο είχε να φθάσει «μέχρι τον ουρανό». Όμως λόγω της βλασφημίας αυτής, ο Θεός σύγχυσε τις γλώσσες των κατασκευαστών, με αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη η ολοκλήρωση του και αυτοί να διασπαρούν σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο.

Όταν λέμε ότι μια κατάσταση είναι «Βαβέλ» εννοούμε ότι είναι εξαιρετικά μπερδεμένη, ότι υπάρχουν πολλές διαφορετικές γνώμες και κανένας δε μπορεί να βγάλει άκρη (πρβλ. παροιμία: «όπου λαλούν πολλοί κοκκόροι, αργεί να ξημερώσει»). Συχνή χρήση τώρα τελευταία στα ΜΜΕ, ένεκα η πολιτική και οικονομική Βαβέλ στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μας.

Βαβέλ γκρίνιας η κυβέρνηση
Βαρύ κλίμα στις συσκέψεις, ασυνεννοησία και χάραξη προσωπικής στρατηγικής ενώ η τρόικα πιέζει για αλλαγές. (εδώ)

Κρίμα για τους ανθρώπους κρίμα για εμάς που τόσα χρόνια δε καταφέραμε να καλλιεργήσουμε αυτή τη συνοχή αρχικά σαν λαοί κι έπειτα να επεκταθούμε σε πιο τεχνοκρατικά επίπεδα. Το μόνο που κατάφεραν οι λαοί τις Ευρώπης είναι να ξαναχτίσουν από την αρχή έναν Πύργο που στην Παλαιά Διαθήκη μάθαμε ως Πύργο της Βαβέλ. (εδώ)

Πύργος της Βαβέλ (από mafie, 16/11/11)Εξώφυλλο περιοδικού "Βαβέλ" (από mafie, 16/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πορτοφόλι γεμάτο με χαρτονομίσματα, στην αργκό των κλεφτρονιών.

«Τα λεμονάδικα»:
Εμείς τρώμε τα λάχανα
βουτάμε τις παντόφλες
για να μας βλέπουν ταχτικά
τις φυλακής οι πόρτες.

(από Khan, 06/11/11)

βλ. και πράσο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified