Further tags

Εκ των τηλεοπτικό πρόσωπο και καλικάντζαρος. Πρόκειται για τα δαιμόνια πρόσωπα της τηλεόρασης, που σαν κακοί δαίμονες περιδιαβαίνουν στα παράθυρα και μας κάνουν να σεληνιαζόμαστε, να συφιλιαζόμαστε και να χιτλεριάζουμε.

Assist: GATZMAN.

Βγήκανε πάλι όλοι οι τηλεοπτικάντζαροι στα παραθύρια κι άρχισε ο καθένας το μακρύ του και το κοντό του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πέσιμο. Συνήθως από γλίστρημα ή σε ατύχημα. Συναντάται στην Β. Ελλάδα. Λέγεται και σαβούρντα ή σαβούρα στην υπόλοιπη Ελλάδα.

Έτρεχε ο μαλάκας και πατάει το κορδόνι του και τρώει μια σαβούρτα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πουλί μου. Μάλλον κρατάει από Λάρισα μεριά. Λέγεται είτε χαριτολογώντας σαν αντικατάσταση της προσφώνησης «πουλί μου» ή «πουλάκι μου», είτε πιο χυδαία σαν αντικατάστατο του γενετήσιου μορίου.

Το λένε πιο συχνά οι γιαγιάδες στα εγγονάκια τους, οι κοπέλες σε φίλους / φίλες, αλλά και οι σταρχιδιστές για όλους.

  1. - Έλα πλιμ να φας το αχλαδάκι που σου καθάρισα. - Άσε με ρε γιαγιά, έχω ήδη φάει 2 κοτόπουλα, μισή κατσαρόλα πατάτες, 3 χωριάτικες, 1 τζατζίκι, 4 τυριά, μισό καρπούζι, 2μισυ πεπόνια, μία γαβάθα μανταρίνια και 9 κάστανα.
    - Στην ανάπτυξη είσαι πλιμ. Πώς θα μεγαλώσεις αν δεν τρως;
    - 23 χρονών είμαι ρε γιαγιά.

  2. (σχόλιο κάτω από φωτογραφία στο facebook μίας κολλητής στην άλλη):
    - Α ώστε έτσι πλιμ! Εσύ έκανες τα μπανάκια σου ωραία και καλά, κι εγώ δούλευα στο γραφείο... Σε μισωωωώ!

  3. (σχόλιο από blog)
    - Ρε δεν γαμιέστε όλοι; Ένα έχω να πω εγώ... ΤΟ ΠΛΙΜ!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για τους πάσης φύσεως υποχθόνιους, η Δίωξη Ναρκωτικών (για τους φίλους, απλά «δίωξη»). Διδάκτορες της ρουφιανιάς, οι ναρκόμπατσοι δεν είναι και τίποτα τζιμάνια (όπως άλλωστε και τα περισσότερα στρουμφάκια). Αν ξαφνικά ανοίξει ο ουρανός και χιονίσει ναρκόμπατσους, το ψάρωμα αντενδείκνυται. Όλο και κάποιος τρόπος θα βρεθεί να τη σκαπουλάρεις, αν βέβαια δεν κοιμάσαι όρθιος. Φουντάρισμα και ξεφόρτωμα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σε περίπτωση μπαστ...

Η νάρκα ποντάρει κυρίως στην τσαπατσουλιά και την αποθράσυνση των νταραβεριτζήδων. Η νάρκα φυσικά κυνηγά τους φτωχομπινέδες, όχι τα μεγάλα κεφάλια. Η νάρκα είναι οργανικό μέρος του συστήματος εξουσίας που συντηρεί την απαγόρευση των ναρκωτικών. Απ' την κάθε σύλληψη όλοι κονομάνε: μπάτσοι, δικηγόροι, δικαστέοι, φυλακές, δημοσιογράφοι, ταξιτζήδες και πάει λέγοντας...

- Τι έγινε με το θεματάκι που λέγαμε; Θα βρούμε καμιά άκρη να την κάνουμε λαχείο;
- Φιλαράκι, τι να σου πω, ο δικός μου έχει εξαφανιστεί από προσώπου γης τελευταία.
- Κατάλαβα, θα έσπρωξε τίποτα πακέτα και κρύβεται μην αρπάξει καμιά ξώφαλτση... Θα πάρω το Μπάμπη τον κατσαρίδα να δω αν μου 'χει κάτι.
- Ρε συ, δεν ξέρω... Πρόσεχέ τον αυτόν. Έχει βγει βρώμα ότι είναι ρουφιάνος της νάρκας.
- Όχι ρε, καθαρός είναι, τον ξέρω απ' το σχολείο...
- Εγώ μαλάκα μια φορά στο είπα.

Γαμώ το σπίτι σας γαμώ! (από Vrastaman, 25/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πρεζάκιας που, υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών, η φωνή του αλλοιώνεται και ακούγεται πιο ... «ζουζουνίστικη». Ίσως και κάποιες από τις κινήσεις του να προκάλεσαν αυτόν τον χαρακτηρισμό.

Θα το ακούσετε και ως ζούζουνας.

Τι πας να κάνεις τέτοια ώρα στην πλατεία ρε; Τώρα μόνο ζούζουνες θα είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν η είσοδος εις τους κόλπους (ή τους κώλους...) της ομοφυλοφιλικής κοινότητος προϋποθέτει την έγκριση των υπολοίπων η οποία γίνεται βάσει: διαμέτρου κωλοτρυπίδας (αποδεκταί μόνο άνω των 2 εκ.), εξεζητημένης συμπεριφοράς και συχνάκις επίσκεψη εις συγκεκριμένα καταστήματα διασκέδασης της κατάπτυστης νήσου Μυκόνου κά. Τα διαπιστευτήρια λοιπόν τα οποία καταθέτει ο δόκιμος ομοφυλόφιλος ονομάζονται διαπουστευτήρια.

Σαρπηδόνας: «Αλτ! Δια την είσοδο εις το κλαμπ απαιτείται ε-πήδειξις διαπουστευτηρίων! Τα διαπουστευτήριά σας παρακαλώ!»

Αγαθοκλής: «Κωδική ονομασία: Φιρφιρίκουλας, Διάμετρος πρωκτικής τρυπός: 3 εκ»

Σαρπηδόνας: «Περάστε παρακαλώ!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος που μεταχειρίζονται οι απασχολούμενοι σε τηλεοπτικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Η μεγάλη άνθιση της ιδιωτικής τηλεόρασης στη χώρα μας, την τελευταία 20ετία, οδήγησε στην ανάπτυξη ενός νέου ιδιώματος που αφορά τις τεχνικές δυνατότητες του μέσου καθώς και τα πάσης φύσεως προβλήματα που ανακύπτουν λόγω αυτών. Στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι όροι του τηλεοπτικού ιδιολέκτου είναι ξενόφερτοι, ιδίως αγγλικοί.

Η αράχνη λοιπόν, είναι το σήμα / λογότυπο του εκάστοτε τηλεοπτικού σταθμού, όταν αυτό προβάλλεται φαρδύ πλατύ στο κέντρο της τηλεοπτικής εικόνας (και σε γκουμούτσα γραμματοσειρά), προς εξασφάλιση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Επειδή το εν λόγω σήμα είναι συνήθως λευκού χρώματος και σχετικά θαμπό (ώστε να κουτσοβλέπει κανείς κι από κάτω του) ονομάστηκε αράχνη (αν και θα 'πρεπε να το πουν ακριβέστερα ιστό αράχνης, αλλά τρέχα γύρευε τώρα).

Αράχνη πέφτει συνήθως στην οθόνη, όταν πρόκειται για αποκλειστικά ρεπορτάζ ή αποκλειστικές εικόνες που πρέπει να προστατευτούν απ' τον ανταγωνισμό. Αυτά ισχύουν βέβαια περισσότερο στη θεωρία, καθώς ουκ ολίγες φορές έχει παρατηρηθεί το ιλαρό φαινόμενο 2 ή και περισσότεροι σταθμοί να προβάλλουν την ίδια εικόνα (π.χ. απευθείας λήψεις από κάποια πυρκαγιά ή άλλη καταστροφή), έχοντάς την καλύψει με την αράχνη τους. Να το αποδώσει κανείς αυτό στο φόβο των Ιουδαίων ή στην εφαρμογή της παλιάς παροιμίας «φύλαγε τα ρούχα σου»; Είναι μια άποψη. Ο κάπως πιο υποψιασμένος δεν θα δυσκολευτεί να καταλάβει πως η αράχνη δεν είναι παρά άλλη μια μορφή επίδειξης δύναμης, μια δήλωση του στιλ «είμαι εδώ, με βλέπετε, έχω τη δύναμη να προβάλλομαι». Τέσπα, αυτά είναι πράγματα γνωστά απ' την εποχή του Μarshall McLuhan («το μέσο είναι το μήνυμα»)... Όπως ακριβώς μια διαφήμιση η οποία δεν λέει τίποτα για τα ουσιαστικά πλεονεκτήματα του διαφημιζόμενου, μόνο προβάλλει γιγαντιαίο το εταιρικό λογότυπο (π.χ. coca-cola)...

Ενοχλητικές αράχνες δεν συναντά κανείς μόνο στους τηλεοπτικούς δέκτες του, αλλά και στο ίντερνετ, π.χ. σε φωτογραφίες από συλλογές μουσείων, όπου έχουν καθίσει στη μέση το λογότυπο του σάιτ ή το όνομα του μαλάκα που τράβηξε τη φωτογραφία. Δεν υπάρχει πιο απτή ίσως απόδειξη για την πλήρη εμπορευματοποίηση της Τέχνης. Βέβαια θα αντιτείνει κανείς ότι το χρήμα και η τέχνη πήγαιναν πάντα πακέτο (βλ. Μέδικοι), αλλά έλεος πλέον. Έχεις να προβάλλεις μια ωραιότατη και σφιχτή power-point παρουσίαση και, θες δε θες, θα μάθουν όλοι οι ακροατές σου σε ποια σάιτ σεργιανούσες για να μαζέψεις το υλικό σου.

  1. (σε τηλεοπτικό κανάλι)
    - Έχω εικόνα τον Κούγια με τη σκρόφα του να είναι έξω απ' το κτίριο και να απειλεί ότι θα πηδήξει τη μάντρα..!
    - Ρίξε αράχνη μαλάκα μου πρώτα, μη τυχόν και το βγάλεις έτσι, σε γάμησα!

  2. (δύο φίλοι στο νετ)
    - Τι ψάχνεις;
    - Μπα τίποτα, πίνακες ζωγραφικής χαζεύω, από μεγάλα μουσεία κι έτς.
    - Πετριά που 'χεις φάει ρε αγόρι μου... Και βρίσκεις τίποτα;
    - Ναι, όλα κομπλίτα. Ρίχνουν βέβαια την αράχνη τους πάνω στην εικόνα, αλλά τι να κάνεις; Μόνο αυτού του γαμημένου του Kunsthistorisches της Βιέννης δεν μπορείς να βρεις τίποτα, τα 'χει όλα κλειδωμένα..
    - Του ποιου;

(από ο αυτοκτονημενος, 27/05/09)(από ο αυτοκτονημενος, 27/05/09)Αράχνη με αράχνη (από poniroskylo, 28/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγάλο σκουλήκι, να σαν άντερο ένα πράμα!

Επίσης άτομο που ξηγιέται σκουληκιάρικα, μπαμπέσικα, άτιμα.

Στα ποδοσφαιρικά, ο πολύ φανατικός οπαδός του Άρεως Θεσσαλονίκης.

- Ρε σκουληκαντέρα, πάλι με κάρφωσες στο Λίλιαν ότι βγήκα ψες με την Αφροξυλάνθη… - …
- Καλά ρε κάπταιν Μάλαξ, ποιο είναι το πρόβλημα σου; Μήπως γουστάρεις το Λίλιαν και θέλεις να μας κάνεις να φάμε τα μουστάκια μας; - …
- Γιατί με κλείνεις το μάτι ρε συ Πέρι; Mήπως τον απλώνεις τον τραχανά;

(από BuBis, 27/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θεμελιώδης όρος του ερασιτεχνικού μπιλιάρδου.

Πάγκος είναι καταρχήν το ίδιο το τραπέζι του παιχνιδιού. Κατ’ επέκταση, ο πάγκος αντιστοιχεί στο κόστος ενοικίασης του τραπεζιού για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, συνήθως λίγων ωρών.

Με αυτή τη δεύτερη έννοια είναι που χρησιμοποιείται κυρίως η λέξη. Σε αγώνες ερασιτεχνών, στο μπιλιαρδάδικο της γειτονιάς, το στοίχημα που μπαίνει είναι κατά κανόνα ο πάγκος, δηλ. όποιος χάσει την παρτίδα υποχρεούται να πληρώσει το μαγαζί για το χρόνο που χρησιμοποιήθηκε το τραπέζι. Όταν λοιπόν γίνεται λόγος για πάγκο, εννοούμε ότι ο χαμένος πάει ταμείο και πληρώνει τη λυπητερή, ενώ ο νικητής αράζει, έχοντας την ικανοποίηση ότι έπαιξε μπιλιαρδάκι τσάμπα στην υγειά του μαλάκα.

Συνήθεις οι προ του αγώνα προτάσεις: «παίζουμε τον πάγκο μωρή κότα;» ή «σε παίζω πάγκο αγορίνα μου». Θεωρείται λίαν τιμητικό για παίχτη, να πηγαίνει στο μπιλιαρδάδικο χωρίς μία στη τσέπη και να φεύγει μετά από αρκετές ώρες παιχνιδιού έχοντας στείλει ταμείο αρκετούς αντιπάλους, λιγότερο ή περισσότερο άμπαλους.

Στην προσπάθειά τους να προσελκύσουν υποψήφια θύματα που θα πληρώσουν τον πάγκο, οι περισσότερο ικανοί παίκτες προτίθενται να παραχωρήσουν εκ των προτέρων κάποια πλεονεκτήματα στον αντίπαλο, π.χ. στην παραλλαγή του αμερικάνικου μπιλιάρδου που είναι γνωστή ως «εννιάμπαλο», είθισται να χαρίζεται στον αδύναμο η τελευταία μπίλια – η εννιά – πράγμα που σημαίνει ότι για να κερδίσει χρειάζεται να βάλει μια μπάλα λιγότερη από τον έμπειρο. Αν το υποψήφιο θύμα είναι ακόμη μεγαλύτερος κάτσικας, ο ανώτερος για να τον δελεάσει να παίξουν μπορεί να του χαρίσει δύο μπίλιες (το 9 και το 8) ή και τρεις μπίλιες ακόμη (7, 8, 9).

Όταν οι δύο αντίπαλοι παίκτες συμφωνήσουν, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, να μοιραστούν από κοινού το κόστος χρήσης του τραπεζιού, δεν γίνεται λόγος για πάγκο. Τότε λέμε απλώς, όταν τελειώσουμε, πως πάμε να πληρώσουμε το τραπέζι.

Πάγκος εννοείται πως δεν υφίσταται σε αγώνες επαγγελματιών. Εκεί, εφόσον πρόκειται για παίκτες υψηλού επιπέδου, όλα τα έξοδα καλύπτονται από διοργανωτές, ομοσπονδίες κλπ. Στα επαγγελματικά διακυβεύονται πολύ περισσότερο πράγματα από ένα πάγκο, ο οποίος είναι μάλλον το στοίχημα του φτωχομπινέ μπιλιαρδόρου. Το αντίστοιχο του μπιλιαρδικού πάγκου στο μηχανοκίνητο αθλητισμό είναι η κλασικοί αυτοσχέδιοι αγώνες, που στήνονται ατάκα κι επί τόπου από τους καυλόγκαζους κοντράκηδες, με έπαθλο συνήθως λίγα ψωροευρά.

(στο μπιλιαρδάδικο, που αλλού;)

  1. - Λάζαρε σε παίζω πάγκο.
    - Μπα, άστο καλύτερα ρε φίλε, έτσι για βόλτα ήρθα..
    - Τι άστο ρε καραγκιόζη; Έλα, ένα παιχνιδάκι στα 3 κερδισμένα, μπαμ μπαμ.
    - Αφού θα μας ξεφλουδίσεις πάλι με την κωλοφαρδία που σε δέρνει.. Είναι απάλευτη η κατάσταση με την πάρτη σου.
    - Έλα ρε, μην πήζεις. Θα σου χαρίσω το 8..
    - Μην παιδεύεσαι άδικα. Δεν πα να μου χαρίσεις και τον άσο, εγώ μαζί σου δεν ξαναπαίζω. Βρες άλλο μαλάκα να πληρώνει.

  2. - Γιωργάκη ψήνεσαι για ένα στα εφτά;
    - Δε σου 'φτασε το χτεσινό γαμήσι που έφαγες αγορίνα μου και θες κι άλλο;
    - Άντε μωρή νούλα πάρτα πόδια σου κι έλα δω να σου κάνω ράμματα..
    - Α ρε θύμα.. Καλά που υπάρχουν μερικοί σαν κι εσένα και παίζουμε μπιλιαρδάκι τσάμπα. - Κατούρα και λίγο ρε γιωργάκη, μη γαμάς τόσο, θα πάθεις τίποτα..
    - Φίλε μου αν είχα σε μετρητό όλους τους πάγκους που έχω κερδίσει θα είχα κάνει την προίκα μου 7 φορές..

(από johnblack, 29/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συσσωρευμένο και, ενδεχομένως, πηγμένο σπέρμα που προκύπτει από εκτεταμένη ξηρασία, μακρά περίοδο αγαμίας.

Απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής μετά από τέτοιες περιόδους ξηρασίας (αν και όταν, με το καλό), καθώς κομμάτια μυτζήθρας είναι δυνατόν να προκαλέσουν τραυματισμούς καθώς εκτοξεύονται από το ανακουφισμένο πέος μαζί με τα υπόλοιπα φλόκια.

Συνίσταται η χρήση ειδικής καπότας από κέβλαρ.

- Κάνε κανά ψυχικό ρε Ματούλα! Κοντεύω να ανοίξω τυροκομείο από τη τόση μυτζήθρα που έχει μαζέψει το παπάρι μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified